Μόνοι τους μπορούν;

2' 21" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Πως ο διάλογος δεν είναι εύκολη υπόθεση το ξέρουμε όλοι μας. Με τον εαυτό μας πάμε καμιά φορά να πιάσουμε κουβέντα, να κάνουμε έναν απολογισμό των πεπραγμένων μας και κυρίως των μη πεπραγμένων, και μάλιστα χωρίς καθρέφτη μπροστά μας για να μας παραπλανά, και πέφτουμε σε οδυνηρό εσωτερικό καβγά. Κι άλλες φορές, παρέα με φίλους και δικούς, συνειδητοποιούμε έκπληκτοι ή και φοβισμένοι κάποια στιγμή πόσο εύκολο είναι να ξεστρατίσει η συζήτηση στην εριστική αντιδικία, αν αφήσουμε να μας καθοδηγήσει η εγωπαθής και θυμωμένη σιγουριά για τα λεγόμενά μας. Στην περίπτωση της φιλικής συντροφιάς βέβαια υπάρχει η κοινή περιουσία της μνήμης για να μας ξαναφέρει στην τάξη των αισθημάτων, οπότε δεν χρειάζεται ένας Πλάτωνας για να σκηνοθετήσει κάπως ήρεμο το διάλογό μας. Οταν όμως η σύνθεση της παρέας είναι τυχαία κι έρθει η συζήτηση στα πολιτικά και τα ιδεολογικά, οπλίζεται ο καθένας με την απολυτοφροσύνη του και πια είναι δύσκολο να μη σφαχτούμε. Και με τους πολιτικούς, κάπως έτσι έχουν τα πράγματα. Πολίτες είναι κι αυτοί, κι ας μην το θυμούνται συνήθως, αφού φτάνουν να πιστεύουν ότι αποτελούν ξεχωριστή φάρα, εξαιρετική. Ομνύουν φυσικά στο διάλογο, αλλά είναι γνωστό πόση σημασία δίνουμε στα μέρη μας και στους βαρύτερους όρκους. Εχουμε άλλωστε απογοητευτική τη γεύση για το πώς εννοούν το διάλογο όσοι πολιτικοί συχνάζουν στα τηλεπαράθυρα: κύριο μέλημά τους δεν είναι να συντάξουν τον δικό τους κάπως σαφή λόγο αλλά να θορυβήσουν ώστε να μην ακουστεί ο αντίπαλος, στον οποίο επιφυλάσσουν τα ειρωνικότερα βλέμματά τους. Μόλις τελειώσει το σόου βέβαια θα πάνε παρέα σε καλό μαγαζί για ένα χαλαρωτικό ντρινκ· εκεί ίσως μιλήσουν πιο σοβαρά, και πάντως στο τρίτο ποτήρι θα συμφωνήσουν πόσο αφελείς είναι όσοι στρώνονται για να τους δουν να σκιαμαχούν στην τηλεόραση.

Σόου παρακολουθούμε κι όταν αντιμάχονται οι αρχηγοί, στο εθιμικό προεκλογικό ντιμπέιτ. Γι’ αυτό κι ο καβγάς της Ν.Δ. με το ΠΑΣΟΚ αφορούσε σοβαρότατα ζητήματα, λ.χ. αν οι λογομάχοι θα είναι όρθιοι ή καθιστοί, αν θα μπορεί ο καθείς να στρέφει το πρόσωπο και το λόγο του στους άλλους ή θα μιλάει στο κενό, αν το μοντέλο θα είναι γερμανικό, γαλλικό ή αμερικανικό. Λοιπόν, ας επιλέξουμε ένα μοντέλο καθαρά ελληνικό: το μοντέλο του καφενείου. Να σμίξουμε τρία-τέσσερα τραπέζια, να καθίσουν οι έξι αντίδικοι δίπλα δίπλα, μ’ έναν καφέ μπροστά τους ή κι ένα ουζάκι, δεν χάθηκε ο κόσμος, και να προσπαθήσουν να μιλήσουν και να συνομιλήσουν απλά για πράγματα απλά, ας πούμε τι συνέτρεξε και ένας στους τρεις ψηφοφόρους αρνείται την κάλπη ή επιλέγει τον «Κανέναν». Και να μην υπάρχει δημοσιογράφος συντονιστής ή χρονορυθμιστής. Για να αποφύγουμε έτσι και το ιλαροτραγικό, να ζητούν μετά το ντιμπέιτ οι ρεπόρτερ από τους δημοσιογράφους που συμμετείχαν σε αυτό «να φωτίσουν το κοινό» και να μπερδευόμαστε κι εμείς. Να μην ξέρουμε ποιοι είναι οι υποψήφιοι πρωθυπουργοί και ποιοι οι ισχυρότεροι, ο κ. Καραμανλής κι ο κ. Παπανδρέου ή ο κ. Πρετεντέρης και ο κ. Χατζηνικολάου.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή