Παράλογες αφετηρίες αριστερής πολιτικής

Παράλογες αφετηρίες αριστερής πολιτικής

3' 46" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ολόκληρο τον 20ό αιώνα και μέχρι σήμερα, ένα θεμελιώδες δίλημμα ταλανίζει την ευρωπαϊκή Αριστερά και δυσανάλογα προς το μέγεθός της την ελληνική:

Ποιο είναι το βασικό στρατηγικό αίτημα: η βιαία ανατροπή του καπιταλισμού και η αντικατάστασή του από ένα νέο κοινωνικό πολιτικό σύστημα, όπως αυτό προέκυπτε όχι τόσο από την κοινωνική εμπειρία, αλλά περισσότερο από τις διδασκαλίες του Κάρολου Μαρξ και των μαθητών του; ΄Η το αίτημα των λεγομένων αστικοδημοκρατικών μεταρρυθμίσεων εντός του καπιταλιστικού συστήματος και στο πλαίσιο του κράτους – έθνους, με σκοπό τη διεύρυνση της πολιτικής δημοκρατίας και τη δικαιότερη κοινωνία;

Η αναπάντεχη επιτυχία του Λένιν και της επαναστατικής μειοψηφίας στη φεουδαρχική ακόμη Ρωσία του 1917 και σε συνθήκες φονικού πολέμου ενίσχυσε αφάνταστα την πρώτη τάση της επαναστατικής ανατροπής του καπιταλισμού και της άμεσης οικοδόμησης του σοσιαλισμού. Παρόλο ότι τα τρία πρώτα συνθήματα του Λένιν (άμεση κατάπαυση του πολέμου, η γη στους αγρότες και η εξουσία στο σοβιέτ) ήταν βαθύτατα αστικοδημοκρατικά, γι’ αυτό και συγκίνησαν μεγάλα τμήματα του πληθυσμού, πολύ πέραν της επαναστατικής μειοψηφίας.

Πάνω στο ίδιο βασικό δίλημμα επήλθε το 1919 με όρους του ίδιου του Λένιν η πρώτη μεγάλη και επίσημη πλέον διάσταση της ευρωπαϊκής Αριστεράς σε λενινιστική κομμουνιστική Αριστερά και στη σοσιαλδημοκρατία.

Ανάλογο δίλημμα αντιμετωπίζει και η ελληνική Αριστερά σε όλη τη διαδρομή της. Σε μια χώρα με καθυστερημένο καπιταλισμό (αναλογικά εξακολουθεί να είναι καθυστερημένος) και φεουδαρχικά κατάλοιπα. Μέχρι τον Πόλεμο και τη γερμανική Κατοχή μικρές και απομονωμένες επαναστατικές ομάδες φυτοζωούσαν καταδιωκόμενες με απήχηση ρομαντικά ηθικο-ιδεολογική και λιγότερο ή καθόλου πρακτικά πολιτική.

Το μεγάλο άλμα έγινε τον πρώτο χρόνο της Κατοχής με την ίδρυση του ΕΑΜ (Εθνικού Απελευθερωτικού Μετώπου) και ακριβώς αυτές τις μέρες είχαμε την 68η επέτειό του. Η πρωτοβουλία, ο πυρήνας και η ηγεσία του ΕΑΜ ανήκει αναμφισβήτητα στους κομμουνιστές. Το βασικό στρατηγικό αίτημα όμως, τουλάχιστον τα δύο πρώτα χρόνια της δράσης του, ήταν παλλαϊκό – πατριωτικό. Ανεξάρτητα από τα μετέπειτα γεγονότα, που αποτέλεσαν αιτία εντόνων αμφισβητήσεων, οφείλουμε να δεχθούμε ότι το ΕΑΜ αναπτέρωσε το εθνικό και πατριωτικό φρόνημα του λαού και κράτησε ασυμβίβαστη και την αντίσταση κατά του ξένου κατακτητή. Η απήχησή του ήταν τεράστια και για πρώτη φορά η Αριστερά απέκτησε αναπάντεχη μαζικότητα. Ισως και για τελευταία. Ο Εμφύλιος Πόλεμος και η ήττα τη συρρίκνωσε πάλι στο μέγεθος της επαναστατικής, λενινιστικής της μειοψηφίας, στο οποίο και αμετάθετα παραμένει. Μια μικρή και τρέμουσα αναλαμπή σημειώθηκε στις δεκαετίες του ’50 και ’60 με την ίδρυση και δράση της ΕΔΑ, η οποία με πολλούς δισταγμούς και αντιφάσεις, προσπάθησε να αντιπαραθέσει στους πολιτικούς διωγμούς και τον κοινωνικό αποκλεισμό, διεκδικήσεις ευρύτερα δημοκρατικές.

Χρειάσθηκαν όλα αυτά, που άλλοτε σαν παράδοση και άλλοτε σαν βρικόλακες διεκδικούν σύγχρονο πολιτικό ρόλο, για να καταλήξουμε στη σημερινή Αριστερά, με τα δύο κόμματα, το ΚΚΕ και τον ΣΥΝ. (Δεν αναφερόμαστε στον ΣΥΡΙΖΑ, γιατί έξι γκρουπούσκουλα μπορούν να κινούν ένα μεγαλύτερο γκρουπούσκολο, αλλά ποτέ ένα κόμμα και πολύ λιγότερο ένα «κίνημα».)

Τα δύο κόμματα ελάχιστα διαφέρουν μεταξύ τους, ιδιαίτερα μετά την επικράτηση του Αριστερού ρεύματος στον ΣΥΝ. Αν διατηρείται έντονη η αντίθεση και η πολεμική μεταξύ τους, αυτό οφείλεται στο ότι διεκδικούν μερίδιο του ίδιου πολιτικού χώρου. Το ότι διατηρείται σταθερά ισχυρότερο το ΚΚΕ, είναι γιατί γνησιότερα, απλούστερα και κυρίως απλοϊκότερα, εκφράζει τον χώρο που διεκδικεί.

Μεγαλύτερη σημασία έχουν οι ομοιότητες, παρά οι διαφορές, κυρίως στο ύφος. Και τα δύο κόμματα προσπαθούν να κρατήσουν πολιτικά ενεργό την καθολική αντίθεση στον καπιταλισμό και στο πολιτικό καθεστώς που τον περιβάλλει, εξωθώντας τις κοινωνικές διεκδικήσεις στη ρήξη και στην ανυπακοή. Σε μια χώρα που υποφέρει περισσότερο από τον υποανάπτυκτο, στρεβλό και «μπαταχτσίδικο» καπιταλισμό, με εκτεταμένη μεσαία τάξη και με πλανητικό περιβάλλον σχεδόν αποκλειστικά καπιταλιστικό, μένει να σκεφθούμε αν το στρατηγικό αίτημα είναι η ανατροπή του καπιταλισμού και όχι ο δημοκρατικός εκσυγχρονισμός του (για το τι μπορεί να σημαίνει αυτό θα είχε κανείς να πει πολλά και για όλους τους τομείς της κοινωνικής ζωής). Προπαντός, όμως, τα δύο κόμματα της Αριστεράς οφείλουν να σκεφθούν τα ίδια αν η δυναμική αντιπαράθεση προς τον καπιταλισμό και η πρακτική της βίαιης ρήξης και ανυπακοής μπορούν να αποτελέσουν τη βάση ευρύτερων κοινωνικών και πολιτικών συμμαχιών.

Το δεύτερο κοινό σημείο των δύο κομμάτων της Αριστεράς είναι η εμμονή στον σοβιετικού τύπου κρατικίστικο και αυταρχικό «σοσιαλισμό». Οχι μόνο οι απώτεροι στόχοι εκεί αποβλέπουν (ομολογημένα ή ανομολόγητα), αλλά και τα ενδιάμεσα λαϊκά αιτήματα προβάλλονται με την προϋπόθεση ενός τεράστιου και μάλλον φανταστικού κράτους που θα τα ικανοποιήσει. Οσο παράλογα και εξωπραγματικά και αν φαίνονται, όλα αυτά έχουν διαμορφώσει τη γενική πεποίθηση ότι μόνο με αυτό το φανταστικό κράτος θα λύσουμε τα προβλήματά μας.

Διερωτώμαι αν με όσα συνέβησαν τις δύο τελευταίες δεκαετίες, έχουμε το δικαίωμα να τρέφουμε αυταπάτες.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή