Οχι (μόνο) δάκρυα για την Κούνεβα

Οχι (μόνο) δάκρυα για την Κούνεβα

4' 45" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

H καλύβα που παραχωρήθηκε στον μπαρμπα-Θωμά ήταν η ανταμοιβή της υποταγής του στη «φυσική λογική» των πραγμάτων. O μαύρος Θωμάς ήταν πιστός κι όχι άπιστος. Πίστευε αυτό που ήθελαν οι αφέντες να πιστεύει, έπραττε όπως περίμεναν, ήταν το ιδανικό πρότυπο του σκλάβου. Αποδεχόμενος τη «θέση» του, κέρδισε με την ενσωμάτωσή του την καλύβα του.

Η «καλύβα του μπαρμπα-Θωμά» είναι μία χαρακτηριστική περίπτωση της πολιτικής διάστασης της φιλανθρωπίας. Ιδίως στην περίπτωση που οι αποδέκτες της είναι πρόσωπα ή ομάδες στα σύνορα μεταξύ κοινωνίας και περιθωρίου. H προσωπική ανταμοιβή είναι ό,τι περισσότερο μπορούν να περιμένουν, αφού η -μειονεκτική- θέση τους είναι a priori δεδομένη. Είναι το διαχρονικό δόγμα σύμφωνα με το οποίο «η ανισότητα δεν θεραπεύεται, μόνον απαλύνεται».

Γι’ αυτό και επινοήθηκε ο «μπαρμπα-Θωμάς».

Το έχουν το κουσούρι αυτό οι σύγχρονες κοινωνίες: «Ευγενική χορηγία», «ευγενική προσφορά», «ανθρωπιστική βοήθεια». Τα (γεμάτα αυταρέσκεια) κλισέ ανεβάζουν όλο και πιο πολύ τους τόνους του συναισθήματος, στάζουν αλληλεγγύη και καλή διάθεση.

(Είναι το ελάχιστο που οφείλουν οι σύγχρονες κοινωνίες στους «καταραμένους» τους, αλλά το προβάλλουν ως το μέγιστο που μπορούν να κάνουν.)

Η Κωνσταντίνα Κούνεβα συγκίνησε την Κοινή Γνώμη. Και εξακολουθεί και τη συγκινεί. Αλλά… Μέχρι εκεί.

Με το δημόσια εκφρασμένο (συν) αίσθημα η Κούνεβα παύει να ανήκει στους «καταραμένους» της κοινωνίας μας.

Μέσα από την τραγικότητα του προσώπου και «χάρη» σ’ αυτήν, η Κωνσταντίνα Κούνεβα γίνεται προϊόν που θα καταναλωθεί όπως και η Νατέλα, η μητέρα του Αλεξ. Γιατί;

Διότι, ένα χρόνο μετά εξακολουθούμε και διαρρηγνύουμε τα ιμάτιά μας, κι αυτό φαίνεται ότι είναι αρκετό!

Πλειοδοτούσαμε σε συμπαράσταση, το ίδιο κάνουμε και σήμερα. Καταγγείλαμε απερίφραστα την επίθεση στη μετανάστρια-καθαρίστρια, το ίδιο κάνουμε και σήμερα. H συμπαράσταση ήταν και είναι ηθικολογική κι όχι πολιτική, δηλαδή όχι αποτελεσματική.

Το στοιχειώδες αίτημα κάθε θύματος είναι η σύλληψη και τιμωρία του δράστη.

Επομένως, η αναμενόμενη σε μια ευνομούμενη κοινωνία εξέλιξη ένα χρόνο μετά θα ήταν να εστιάσουμε όχι (πάλι και αποκλειστικά) στην προσωπική τραγωδία αλλά και στο παραπέρα. Γιατί δεν έχουν συλληφθεί οι δράστες; Αλλαξε κάτι;

Το ζήτημα άραγε είναι να αποδείξουμε το αυτονόητο, το «πόσο» κακό είναι αυτό που συνέβη, ή το γιατί και ποιοι το έκαναν; Τι έγινε εκείνο το βράδυ; Μήπως η «αλήθεια του γεγονότος» εξαντλείται μέσα από το πρόσωπο επειδή βολεύει; Επειδή καλύπτει την ανεπάρκειά μας να εφαρμόσουμε το νόμο;

Στο κάτω κάτω, ο «Λόγος» του συναισθήματος δεν στοιχίζει: ένα σπίτι (με τζάκι όπως παρατήρησαν κακεντρεχείς), τα νοσήλια στον Ευαγγελισμό, ίσως και κάποια σύνταξη – α, και την κάκιστης αισθητικής εικόνα του κ. Λοβέρδου να παραδίδει τις «χάντρες» – κλειδί στη μητέρα της Κωνσταντίνας Κούνεβα.

Αντίθετα το «πολιτικό» στοιχίζει. Γυναίκα στη μαύρη αγορά της εργασίας, τα πλήρωσε και τα δύο: Και το φύλο και τη «θέση» της. H Κωνσταντίνα Κούνεβα «ανέλαβε» το κόστος που της αναλογούσε. Δεν χρειάστηκε καν να ερωτηθεί γι’ αυτό. Το οξύ είναι μια πραγματικότητα, η ατιμωρησία των δραστών επίσης.

Το τραγικό καταγράφηκε, αδυσώπητο και αναπότρεπτο, όταν θεοί και βασιλιάδες όριζαν τη ζωή των ανθρώπων.

Το αλλάξαμε αυτό, εδώ και πολλές δεκαετίες, με το νόμιμο.

Αλλά η δημόσια συζήτηση παραμένει στην τραγικότητα της «περίπτωσης» της Κωνσταντίνας Κούνεβα.

Τελικά η (αποκλειστικά) συναισθηματική διαχείριση του προβλήματος οδηγεί σε μια «πραγματικότητα» κατά παραγγελία. Σ’ αυτήν, η ηθική γενικόλογη καταδίκη είναι (εν πολλοίς) αρκετή για να (υπέρ) καλύψει την μη απόδοση συγκεκριμένων ευθυνών σε συγκεκριμένα άτομα.

Το ζήσαμε και παλαιότερα με τη Νατέλα. H πλειοδοσία συναισθήματος στη δημόσια συζήτηση τελικά σκέπασε τα αναπάντητα ερωτήματα. Οχι και της μάνας. Να όμως που το τελευταίο το ξεπεράσαμε σχετικά εύκολα – «της συμπαρασταθήκαμε». Να που τελικά η αλληλεγγύη μας, όταν εξαντλείται στο συναίσθημα, επιτρέπει ακόμη και τη συμβίωση με την ατιμωρησία των ενόχων. Αλλωστε «τι σημασία έχει. Το παιδί της δεν γυρίζει πίσω. Ας κοιτάξει μπροστά. Εμείς είμαστε μαζί της». Βολική «δικαιοσύνη».

Η Κωνσταντίνα Κούνεβα δέχθηκε (το δείχνουν τα κανάλια) όπως και η Νατέλα αγάπη, πολλή αγάπη. Ετσι εξαγνιστήκαμε κι εμείς μέσα από τη δημόσια αλληλεγγύη στο πρόσωπό της. Αλλά…

Τι δεν έκανε η Αστυνομία;

Τι θα έπρεπε να κάνει;

Ποιοι είναι τα (στα) κυκλώματα μαύρης εργασίας;

Τι θα κέρδιζαν, ποιοι και πόσα από τη σιωπή της;

Δόθηκαν και ποιες εγγυήσεις, ικανές ώστε να μιλήσουν, να καταθέσουν χωρίς φόβο οι συνάδελφοι της Κούνεβα;

Τα κλειδιά στην υπόθεση «Κωνσταντίνα Κούνεβα» δεν είναι (μόνο) ενός σπιτιού από το ελληνικό κράτος. Το βιτριόλι στοιχίζει πολύ περισσότερο στις πολιτισμένες κοινωνίες. O νόμος δεν είναι μικροαστικό όνειρο, είναι δημοκρατική κατάκτηση.

Γι’ αυτό το έλλειμμα δεν συζητάμε. Δεν το φωτίζουν οι κάμερες, δεν κινήθηκε καμία διαδικασία στην Αστυνομία, δεν έφυγε ο φόβος. Διότι στον δημόσιο λόγο κυριαρχεί το συναίσθημα – είναι πιο εύληπτο, πιο φωτεινό. Τα σκεπάζει όλα.

Χιλιάδες άλλες «Κούνεβα». Πολλές ήδη νεκρές με τα παιδιά τους. «Αφγανή» γράφει ένα ξύλο σ’ έναν τάφο σε νεκροταφείο της Πάτρας. Στην Παγανή, στα νησιά, στις πόλεις, στα γραφεία, στις πολυκατοικίες ένας στρατός από «Κούνεβες» περιμένει.

Το ζήτημα δεν είναι η δημόσια ηθική «διαχείρισή» του, αλλά η αναζήτηση λύσης – επομένως αναζήτηση αιτίων και υπευθύνων. (Ακόμη κι αν, ανομολόγητα, φοβόμαστε ποιους ενδέχεται να ανακαλύψουμε ως αυτουργούς…)

Η δημοκρατία του συναισθήματος έχει ανάγκη τους «μπαρμπα-Θωμάδες». Εστω κι αν η Κούνεβα το ‘δειξε, το πλήρωσε, το είπε: Οτι δεν είναι όμηρος καμίας «φιλανθρωπίας». Ακόμη κι αν αυτή λυπάται τους θύτες της εμείς χρωστάμε απαντήσεις. Οχι μόνο σταυροφορίες με τις κάμερες ψηλά. Το συναίσθημα δεν είναι πολιτειακός θεσμός που λειτουργεί ή που ελέγχεται…

Η Κωνσταντίνα Κούνεβα είναι πιο σύνθετο στοίχημα…

Ιnfo

– Ανδρέα Πανταζόπουλου «H δημοκρατία της συγκίνησης» Αθήνα 2003, ΠΟΛΙΣ

– Βασίλη Λαδά «Μουσαφεράτ – οι χίλιες και μία νύχτες ενός καταυλισμού προσφύγων» Αθήνα 2009 FUTURA

– Νορμπέρτο Μπόμπιο «Περί πραότητας» Αθήνα 2009, ΠΑΤΑΚΗΣ

– Νίκου Δερμιτζάκη, Θάνου Λίποβατς «Φθόνος και μνησικακία» Αθήνα 2008, ΠΟΛΙΣ

– Κώστα Δουζίνα «Το τέλος των ανθρωπίνων δικαιωμάτων» Αθήνα 2007, ΠΑΠΑΖΗΣΗΣ

– Μυριάμ Ρεβώ ντ’ Αλλόν «Πρέπει η πολιτική να γίνει ηθική;» Αθήνα 2004, ΕΣΤΙΑ

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή