Να δώσουμε στον τόπο το μέλλον που του αξίζει

Να δώσουμε στον τόπο το μέλλον που του αξίζει

3' 21" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Την παραμονή της έκτακτης συνάντησης των αρχηγών κρατών και κυβερνήσεων της Ζώνης του Ευρώ, στις 7 Μαΐου, σε συνθήκες πρωτοφανούς πίεσης των αγορών προς τις οικονομίες των χωρών του ευρωπαϊκού Νότου και συνολικά της Ζώνης του Ευρώ, η γαλλική εφημερίδα Le Monde κυκλοφόρησε το τακτικό εβδομαδιαίο οικονομικό της ένθετο με τον εξής τίτλο: «Ζώνη Ευρώ: Αλλάζουμε ή πεθαίνουμε» (zone euro: changer ou mourir).

Το ίδιο βράδυ, ύστερα από μια δραματική συνεδρίαση, οι αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων, αφού επικύρωσαν, όπως ήταν αναμενόμενο, την απόφαση ενεργοποίησης του ευρωπαϊκού μηχανισμού στήριξης της Ελλάδας, αποφάσισαν τη συγκρότηση ενός ακόμη ευρωπαϊκού μηχανισμού σταθεροποίησης (της Ζώνης του Ευρώ) και ζήτησαν από τους υπουργούς Οικονομικών να ρυθμίσουν άμεσα, μέσα σε ένα 48ωρο, τις λεπτομέρειες, στη βάση σχετικής πρότασης της Κομισιόν.

Στις 9 Μαΐου, οι 27 υπουργοί Οικονομικών της Ε.Ε. ακολουθώντας το ίδιο ακριβώς μοντέλο που είχε συμφωνηθεί για την περίπτωση της Ελλάδας, αποφάσισαν τη δημιουργία ενός ευρωπαϊκού μηχανισμού στήριξης, με τη συμμετοχή του ΔΝΤ, συνολικού ύψους 750 δισ. ευρώ, του οποίου η ενεργοποίηση θα υπόκειται σε αυστηρούς όρους και προϋποθέσεις.

Βεβαίως, εάν η Ευρώπη -και κυρίως η κ. Αγκελα Μέρκελ- είχε επιδείξει εξαρχής αποφασιστικότητα και σωστά αντανακλαστικά, αποσαφηνίζοντας έγκαιρα όλες τις πτυχές του ευρωπαϊκού μηχανισμού στήριξης της ελληνικής οικονομίας και συνολικά της Ευρωζώνης, ο μηχανισμός εκείνος θα μπορούσε να ασκήσει επιτυχώς τον αποτρεπτικό ρόλο του έναντι των αγορών, χωρίς να χρειαστούμε ούτε δεύτερο μηχανισμό ούτε ενεργοποίηση του πρώτου.

Οσο κι αν ηχεί παράδοξο μέσα στις εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες που περνάει η χώρα, η ελληνική κρίση έφερε στο προσκήνιο χρόνιες παθογένειες και αδυναμίες στη λειτουργία της Ζώνης του Ευρώ και δημιουργεί ευκαιρίες για σοβαρές -θεσμικές και πολιτικές- διορθωτικές κινήσεις.

Η δημιουργία μηχανισμού στήριξης της σταθερότητας του ευρώ είναι ένα πρώτο βήμα.

Οι προτάσεις που παρουσίασε, στις 12 Μαΐου η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, για την ενίσχυση του οικονομικού συντονισμού, πέραν επιμέρους αδυναμιών και ανισορροπιών, συνιστούν τομή για το σύστημα οικονομικής διακυβέρνησης της Ευρώπης και ειδικά της Ευρωζώνης: εισάγουν την αρχή του «εκ των προτέρων» -δηλαδή στη φάση του σχεδιασμού των εθνικών προϋπολογισμών- συντονισμού των οικονομικών και δημοσιονομικών πολιτικών, με τρόπο που θα επιτρέπει τη διαμόρφωση κοινών κατευθυντηρίων γραμμών και την ενσωμάτωση της «ευρωπαϊκής διάστασης» στις εθνικές επιλογές του κάθε κράτους-μέλους.

Εάν αυτή η «ευρωπαϊκή διάσταση» περιοριστεί στη σταθερότητα των δημόσιων οικονομικών και την απαρέγκλιτη εφαρμογή του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης, θα είναι ασφαλώς ελλειμματική. Εάν αντιθέτως, ενσωματώσει εξειδικευμένους στόχους για τη βιώσιμη Ανάπτυξη και την Απασχόληση, στο πλαίσιο της νέας ευρωπαϊκής «Στρατηγικής 2020», τότε θα έχουμε κάνει ένα αποφασιστικό βήμα προς την κατεύθυνση μιας Ευρωζώνης περισσότερο συνεκτικής, με λιγότερες μακροοικονομικές ανισορροπίες.

Εξαιρετικά σημαντική είναι και η μεγάλη συζήτηση-διαπραγμάτευση που έχει ξεκινήσει εδώ και καιρό, για την αναμόρφωση και την αυστηροποίηση των ευρωπαϊκών κανόνων ρύθμισης και εποπτείας του χρηματοπιστωτικού συστήματος.

Η ελληνική κρίση λειτούργησε ως καταλύτης στο θέμα αυτό, αναδεικνύοντας τις δραματικές και αλυσιδωτές συνέπειες που έχουν οι ανεξέλεγκτες υπερεξουσίες και τα παιγνίδια των αγορών, όχι πλέον με εταιρείες αλλά με εθνικές οικονομίες.

Η Ευρώπη εξετάζει πλέον πολύ σοβαρά τη δημιουργία ενός δημόσιου ευρωπαϊκού οίκου αξιολόγησης της πιστοληπτικής ικανότητας των κρατών-μελών και ετοιμάζεται να θεσπίσει, με νομοθετική ρύθμιση, νέους αυστηρότατους κανόνες για τη λειτουργία της αγοράς εξωχρηματιστηριακών παραγώγων, με ιδιαίτερη έμφαση στα λεγόμενα ασφάλιστρα κινδύνου (credit default swaps).

Ολα αυτά, δεν ήταν καθόλου δεδομένα μέχρι πριν από λίγο καιρό, όταν η Ελλάδα ζητούσε επιτακτικά από τους εταίρους της να διεξαχθεί έρευνα και να υπάρξουν συμπεράσματα για τον ρόλο των CDS στην επιδείνωση της ελληνικής (και όχι μόνο) κρίσης.

Θα πει κανείς, «όλα αυτά αφορούν το αύριο, ενώ η Ελλάδα έχει σήμερα μπροστά της ένα δύσκολο δρόμο».

Είναι αλήθεια. Ωστόσο, σήμερα δεν διακυβεύεται μόνο το παρόν αλλά και το μέλλον, το δικό μας και των παιδιών μας. Ο δρόμος μπροστά μας είναι ανηφορικός.

Αλλά πρέπει να αντλήσουμε διδάγματα εδώ που φτάσαμε, να ξεπεράσουμε τον κακό μας εαυτό, να ξαναβρούμε τη χαμένη μας αυτοπεποίθηση και να πιστέψουμε, ο καθένας χωριστά και όλοι μαζί, στις δυνατότητές μας. Για να ξαναδώσουμε στον τόπο μας το μέλλον που του αξίζει και να συν-διαμορφώσουμε το μέλλον της Ευρώπης.

* Η κ. Αννυ Ποδηματά είναι δημοσιογράφος και ευρωβουλευτής του ΠΑΣΟΚ.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή