Αγαμέμνων και Αχιλλέας, για πάντα

Αγαμέμνων και Αχιλλέας, για πάντα

3' 6" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Την ώρα που η Ελλάδα βρισκόταν στην κόψη του ξυραφιού, πρωταγωνιστές του δημόσιου βίου της χώρας φάνηκαν να αγνοούν τον κίνδυνο, επιμένοντες στις επικίνδυνες συμπεριφορές που παγιώθηκαν τις τελευταίες δεκαετίες. Η ακραία αντιπαράθεση είναι αυτόματη· τώρα που τα πράγματα είναι πολύ επικίνδυνα και απαιτούν ευρύτατη περισυλλογή και ευελιξία, παραμένουμε παγιδευμένοι στο τελετουργικό της απόλυτης αντιπαράθεσης. Δεν είναι τυχαίο ότι η Ιλιάδα, η μήτρα αυτού που ονομάζουμε Ελληνισμό, επικεντρώνεται στον προσωπικό καβγά ανάμεσα στον Αγαμέμνονα και τον Αχιλλέα (δύο ακραίοι εγωιστές), ο οποίος θέτει σε κίνδυνο ολόκληρη τη δεκάχρονη εκστρατεία τους στην Τροία. Οι πολιτικοί στη Βουλή, οι κουκουλοφόροι πελταστές της Πλατείας Συντάγματος και οι οπλίτες των ΜΑΤ επανειλημμένως αναβιώνουν αυτήν τη τελετουργία, ο καθένας βλέποντας τον εαυτό του σε ηρωικό ρόλο.

Ο κίνδυνος αυτής της εμμονής είναι πολλαπλός: δεν βλέπουμε την ουσία των προβλημάτων (συνεπώς, δεν βρίσκουμε λύσεις), δεν συνεργαζόμαστε, χάνουμε το δίκιο μας και ερωτοτροπούμε με την καταστροφή. Οταν οι αιτίες της αντιπαράθεσης είναι ασήμαντες, η ζημιά είναι περιορισμένη. Οταν διακυβεύεται το μέλλον μας, η τυφλή υποταγή σε αυτήν την παράδοση μπορεί να είναι μοιραία. Κι όμως, επιμένουμε στο λάθος.

Η κοινωνία μας δεν εμπιστεύεται τους πολιτικούς και τους θεσμούς, ενώ δείχνει μεγάλη ανοχή για ακραίες συμπεριφορές – είτε αυτές αφορούν τις διεκδικήσεις ομάδων εργαζόμενων είτε τις επιδρομές «αντιεξουσιαστών» είτε την κακομεταχείριση πολιτών και μεταναστών από όργανα της τάξης. Αμέτρητες ξένες κατοχές, δικτατορίες και απελευθερωτικοί αγώνες, σε συνδυασμό με αδύναμους θεσμούς, φύτεψαν βαθιά μέσα στους Ελληνες τον ατομικισμό και τον ρομαντισμό της μαχητικής διεκδίκησης και ας είναι αυτοκαταστροφική. Εως σήμερα, αδιαφορούσαμε όταν κάποια ομάδα κέρδιζε οφέλη εις βάρος του συνόλου. Τώρα άλλοι στερούνται προνόμια και άλλοι στερούνται την ελπίδα. Ολοι είναι οργισμένοι και ετοιμοπόλεμοι.

Ισως οι Ελληνες να είναι από τη φύση τους εριστικοί και ανίκανοι να αποφύγουν τον διχασμό. Τον περασμένο αιώνα μόνο, ο Εθνικός Διχασμός (του 1914-17) και ο Εμφύλιος Πόλεμος στοίχισαν πολλαπλώς στο έθνος. Κερδίζαμε τον πόλεμο και σπαταλούσαμε την ειρήνη. Σήμερα, μετά από 37 χρόνια πρωτοφανούς ευημερίας, ο δικομματισμός δεν πέτυχε να χτίσει πάνω στη σταθερότητα, αλλά διατήρησε τον διχασμό. Οταν τα δύο μεγάλα κόμματα εναλλάσσονται στην εξουσία και εναλλάσσουν με ευκολία τους ρόλους τους, υπονομεύουν ιδεολογίες και θεσμούς και η πολιτική παραμένει ατομική υπόθεση, ανίκανη να ξεπεράσει τις αδυναμίες των πρωταγωνιστών. Η εκάστοτε κυβέρνηση αναλαμβάνει μεταρρυθμίσεις στις οποίες δεν πιστεύει, ενώ το κόμμα της μείζονος αντιπολίτευσης (το οποίο ίσως εισηγήθηκε αυτές τις αλλαγές όταν βρισκόταν στην εξουσία), τις πολεμάει λυσσωδώς.

Τα μικρότερα, αριστερά κόμματα βρίσκονται μονίμως εκτός εξουσίας (με μια περιπετειώδη εξαίρεση το 1989-90) και έχουν τελειοποιήσει τον ρόλο του αυτάρεσκου κατηγόρου των διαχειριστών της εξουσίας. Το αποτέλεσμα είναι μια πολιτική κουλτούρα όπου ο συμβιβασμός ισοδυναμεί με προδοσία και ο διάλογος είναι ανέφικτος. Οταν κάθε πλευρά κατέχει την απόλυτη αλήθεια και υπερασπίζεται το μοναδικό δίκιο (το δικό της), τότε υπονομεύεται η έννοια της υπευθυνότητας και της συνέπειας σε συλλογικό και σε ατομικό επίπεδο. Αυτό συντηρεί τη λαϊκή δυσπιστία στους θεσμούς και την αίσθηση ότι ο πολίτης είναι ανυπεράσπιστος αν δεν βρει προστάτη, αν δεν προστατεύσει μόνος του τα συμφέροντά του – δηλαδή, αν δεν αυθαιρετήσει. Ο πόλεμος σήμερα είναι πόλεμος συλλογικής επιβίωσης. Το διακύβευμα δεν είναι προσωπικό, είτε είμαστε αρχηγοί κομμάτων είτε «αγανακτισμένοι». Τα μέτωπα είναι δύο: πώς θα κάνουμε την οικονομία μας βιώσιμη χωρίς να χάσουμε τις αξίες της δημοκρατίας και της ανθρώπινης κοινωνίας· πώς θα διαπραγματευθούμε (πολιτικοί και λαός, είτε μαζί είτε σε αντιπαράθεση) με τους εταίρους μας ώστε να βρεθεί ελπίδα για όλες τις κοινωνίες που σήμερα αιωρούνται πάνω από την άβυσσο του χρέους. Σε αυτές τις μάχες, καλός και χρήσιμος είναι ο κτητικός εγωισμός του Αγαμέμνονα και το πείσμα του Αχιλλέα· αλλά, στο τέλος, πιο χρήσιμη είναι η συμβουλή του Αρχίλοχου – να κάνουμε ό, τι χρειάζεται για να μη χαθούμε σήμερα, για να δώσουμε τη μάχη και αύριο.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή