Τι γράφει ο ξένος Τύπος

3' 38" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Στο μέλλον, οι ιστορικοί του 21ου αιώνα θα αναρωτιούνται για ποιο λόγο η Ευρώπη δεν στάθηκε στο ύψος των περιστάσεων, όταν αντιμετώπισε τη σφοδρότερη οικονομική της κρίση. Θα διερωτώνται γιατί η Ευρώπη κοιμόταν, ενώ το τραπεζικό της σύστημα σειόταν λόγω της ανεπάρκειας κεφαλαίων, η ανεργία παρέμενε απαράδεκτα υψηλή και η ανάπτυξη και η ανταγωνιστικότητα της ηπείρου κατέρρεαν.

Ακόμη χειρότερα, αν δεν συμφωνηθεί σύντομα ένα πρόγραμμα ανοικοδόμησης, οι ηγέτες της σημερινής Ευρώπης θα κατηγορηθούν για την «παρακμή της Δύσης» και θα χαρακτηριστούν «αποφασισμένοι να μείνουν αναποφάσιστοι, σταθερά ασταθείς, σθεναρά ασθενείς και παντοδύναμοι στην αδυναμία τους», για να χρησιμοποιήσω τα λόγια του Ουίνστον Τσώρτσιλ.

Φυσικά, δεν λείπουν οι συσκέψεις για το πρόβλημα. Μέρα δεν περνάει που να μην έχουμε κάποια συνάντηση υψηλού επιπέδου σε ευρωπαϊκό επίπεδο, με θέμα τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η μία ή η άλλη χώρα της Ε.Ε. Κάθε φορά όμως, συζητάνε λες και πρόκειται να αντιμετωπίσουν ένα θέμα που αφορά το κράτος-μέλος της Ενωσης, το οποίο απασχολεί εκείνη την ημέρα τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων, αρνούμενοι να αποδεχθούν την πανευρωπαϊκή φύση του κινδύνου.

Καθώς λοιπόν διαγιγνώσκουν λάθος ασθένεια, οι Ευρωπαίοι ηγέτες εφαρμόζουν και λάθος θεραπείες. Διότι, μολονότι η κρίση ελλειμμάτων στην Ευρωζώνη είναι ένα πραγματικό πρόβλημα, δεν παύει να παραμένει ένα μόνο από τα πολλά προβλήματα. Στην ουσία, υπάρχουν τρία θεμελιώδη, συστημικά και αλληλένδετα προβλήματα, το καθένα εκ των οποίων αγγίζει κάθε γωνιά της ευρωπαϊκής ηπείρου. Δίπλα λοιπόν στο πρόβλημα των ελλειμμάτων, έχουμε και ένα χρόνιο πρόβλημα ανάπτυξης, αλλά και ένα πρόβλημα στο τραπεζικό σύστημα, το οποίο μάλιστα δεν περιορίζεται σε ορισμένες τράπεζες ορισμένων κρατών.

Θα ξεκινήσω από τις τράπεζες. Ημουν παρών στη συνάντηση των ηγετών της Ευρωζώνης, στο Παρίσι, τον Οκτώβριο του 2008. Τους παρουσίασα τότε μια διάγνωση των δυσκολιών του τραπεζικού συστήματος, η οποία δεν επικεντρωνόταν μόνο στο θέμα της ρευστότητας, αλλά και σε αυτό της δομής του. Τότε, όμως, οι περισσότεροι στην Ευρώπη θεωρούσαν ότι αντιμετωπίζουν απλώς τις παράπλευρες συνέπειες της «αγγλοσαξονικής» οικονομικής κρίσης. Αυτό που δεν γνώριζαν ήταν ότι τα μισά από τα τοξικά χρηματοπιστωτικά προϊόντα είχαν αγοραστεί από τράπεζες της ηπειρωτικής Ευρώπης. Θυμάμαι τα σοκαρισμένα βλέμματα που αντιμετώπισα όταν είπα στους ομολόγους μου ότι οι ευρωπαϊκές τράπεζες είναι πιο ευάλωτες και πιο εκτεθειμένες από τις αμερικανικές, κάτι που ισχύει και τώρα.

Ακόμη και σήμερα, η μαύρη αλήθεια για το ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα δεν λέγεται: ότι δηλαδή, οι βρετανικές, γαλλικές, γερμανικές και ιταλικές τράπεζες, οι οποίες δάνειζαν ανεύθυνα στην περιφέρεια, δεν είναι μόνο εκτεθειμένες στα χρέη των Ελλήνων, αλλά και των Ιρλανδών, των Πορτογάλων και των Ισπανών, ενώ έχουν ακόμη να γράψουν μεγάλες ζημίες, λόγω της κατάρρευσης της «φούσκας» των ακινήτων και των τοξικών προϊόντων που έχουν στο χαρτοφυλάκιό τους.

Οταν, μετά από πολλά χρόνια, οι ιστορικοί θα εξηγούν γιατί κοιμήθηκε η Ευρώπη, θα αναφέρουν επίσης και ότι οι παρωπίδες του προσωπικού συμφέροντος τους ώθησαν να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα της Ελλάδος ως πρόβλημα ρευστότητας (πού λύνεται μέσω της παροχής δανείων) και όχι ως πρόβλημα φερεγγυότητας και πως οι πρόχειροι ελιγμοί με σκοπό την αναβολή της αναπόφευκτης λύσης πολλαπλασίασαν τον κίνδυνο μιας άτακτης κατάρρευσης.

Η τρίτη πλευρά του τριγώνου είναι φυσικά οι αναιμικοί ρυθμοί ανάπτυξης, εξαιτίας των οποίων η ήπειρός μας κινδυνεύει να καταδικαστεί σε μια δεκαετία υψηλής ανεργίας. Η μείωση των ελλειμμάτων και η σταθεροποίηση του τραπεζικού συστήματος είναι στόχοι που δεν θα επιτευχθούν, αν η οικονομία δεν αρχίσει να παράγει θέσεις εργασίας, εμπορικά αγαθά και αναπτυξιακό πλεόνασμα. Οι ρυθμοί ανάπτυξης στην Ευρώπη είναι οι μισοί από τους αντίστοιχους της Αμερικής και μικρότεροι του ενός τετάρτου σε σύγκριση με την Κίνα και την Ινδία. Αν συνεχιστεί αυτή η διαφορά, τότε, έως τα μέσα του αιώνα, η ευρωπαϊκή οικονομία θα είναι μικρότερη από της Αφρικής.

Είναι σαφές ότι και τα τρία προβλήματα που περιέγραψα είναι αλληλένδετα και οποιαδήποτε στρατηγική που επικεντρώνεται μόνο σε ένα εξ αυτών είναι λιγότερο αποτελεσματική από μια συνολική προσέγγιση του προβλήματος. Πρέπει λοιπόν να συμφωνήσουμε ταυτόχρονα σε ένα σχέδιο διάσωσης της Ελλάδος στο μοντέλο της λύσης των ομολόγων Μπρέιντι, στην αναχρηματοδότηση των ευρωπαϊκών τραπεζών και τη σύσταση ενός ευρωπαϊκού μηχανισμού έκδοσης χρέους, στο πλαίσιο μιας συντονισμένης δημοσιονομικής στρατηγικής που επιτρέπει τη μεταφορά κεφαλαίων (από τον πυρήνα στην περιφέρεια), όπως γίνεται στις ΗΠΑ. Και πάνω απ’ όλα πρέπει να συμφωνήσουμε σε μια στρατηγική ενίσχυσης των εξαγωγών και της ανάπτυξης. Τα βιβλία του μέλλοντος που θα εξιστορούν την παρακμή της Δύσης δεν είναι απαραίτητο να εκδοθούν.

* Ο κ. Gordon Brown είναι πρώην πρωθυπουργός (2007-2010) και πρώην υπουργός Οικονομικών (1997-2007) του Ηνωμένου Βασιλείου.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή