Από το Μάλιστα Κύριε στην «απελευθέρωση»

Από το Μάλιστα Κύριε στην «απελευθέρωση»

2' 28" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Καθώς ο Αύγουστος φεύγει, αποχαιρετάμε τις λίγες μέρες φυγής από την πραγματικότητα, που -όπως μας έχουν προετοιμάσει- μας περιμένει ακόμη πιο δύσκολη τον Σεπτέμβριο. Ας επιχειρήσουμε, λοιπόν, μια τελευταία προσπάθεια για κάποιο χαμόγελο, πικρό έστω, περιγράφοντας ένα ελληνικό φαινόμενο γνωστό λίγο-πολύ σε όλους. Πρόκειται για τον καταπιεσμένο συνέλληνα, ο οποίος δεν αναζητεί στις διακοπές την ηρεμία και την ξεγνοιασιά. Αντίθετα, τις βλέπει σαν απελευθέρωση από τα δεσμά της καθημερινότητάς του, σαν ξέσπασμα, σαν εκδίκηση εναντίον των «καταπιεστών» του. Φυσικά, ο τύπος αυτός υπήρχε πάντοτε. Ενδεχομένως, όμως, λόγω των δυσχερών καιρών που περνάμε, ο «πληθυσμός» του έχει αυξηθεί. Οπου βρεθεί, αναζητεί αφορμή για να ξεσπάσει εναντίον κάθε αδιάφορου ή ανήμπορου να αντιδράσει ατόμου. Ψάχνει για τη χαμένη του περηφάνια. Θέλει να ξεφύγει από την ταπεινότητα και την καταφρόνια, στην οποία τον έχουν καταδικάσει τα κάθε είδους «αφεντικά» του.

Το πρώτο και συνηθέστερο θύμα του είναι το γκαρσόνι. «Ρε χαμένε, πότε θα μας φέρεις τις τηγανητές πατάτες; Είσαι άχρηστος ρε. Αν δεν μπορείς να κάνεις και τη δουλειά αυτή, να βγεις στο δρόμο να πλένεις τζάμια στα αυτοκίνητα». Το γκαρσόνι τον κοιτάζει αποσβολωμένο και αμίλητο, συγκρατώντας το δικό του ξέσπασμα, για να μη χάσει τη δουλειά του. Αυτός, όμως, συνεχίζει: «Γιατί, ρε, τις πήγες πρώτα σ’ αυτό το τραπέζι;». Ταυτόχρονα ρίχνει ένα άγριο βλέμμα στους «ευνοηθέντες» διπλανούς, έτοιμος να επεκτείνει τον καυγά προς πάσαν κατεύθυνση απ’ όπου θ’ ακουστεί κιχ. Η γυναίκα του τον κοιτάζει έκπληκτη και έντρομη. Ο άνδρας της δεν θυμίζει σε τίποτε το άτομο που γυρίζει κάθε βράδυ σπίτι αμίλητο, καταπτοημένο και απογοητευμένο απ’ τη δουλειά του. «Θεέ μου, γιατί αυτός ο ξαφνικός θυμός; Τι έπαθε και βρίζει με τέτοιο τρόπο το γκαρσόνι;» Μετά κάνει τη σκέψη πως πιθανώς ο άνδρας της ακούει ανάλογο βρισίδι καθημερινά από το αφεντικό του. Ετσι, η έκπληξή της μεταβάλλεται σ’ ένα κρυφό βλέμμα κατανόησης και συμπάθειας. Την ίδια στιγμή, τα παιδιά του τον κοιτάζουν με δέος και θαυμασμό. «Αυτός είναι ο πατέρας μας. Δεν σηκώνει μύγα στο σπαθί του».

Σχετικά με το θέμα οι ψυχολόγοι υποστηρίζουν «πως στον εγκέφαλό μας προκαλείται μια νευροχημική διέγερση, μέσω της οποίας ο θυμός μετατρέπεται σε άγχος. Με τη σειρά του το άγχος καταλήγει σ’ ένα ψυχολογικό ξέσπασμα». Και προσθέτουν: «Η συχνή επανάληψη της διαδικασίας αυτής μας οδηγεί στην υιοθέτηση του θυμού ως τρόπου άμεσης ανακούφισης». Φοβάμαι, όμως, πως η περίπτωση που περιγράφουμε δεν εμπίπτει στην παραπάνω θεωρία ούτε καλύπτεται από ψυχολογικά ελαφρυντικά. Διότι ο θυμός και το ξέσπασμα εκδηλώνονται εναντίον των αιτίων ή των υπαιτίων που τα προκαλούν. (Με ό, τι επιπτώσεις μπορεί να έχει τούτο για τον «εξεγερθέντα»). Δεν στρέφεται περιπτωσιακά κατά ασχέτων και αδυνάτων. Π. χ., ας υποθέσουμε πως στην ταβέρνα όπου έτρωγε ο «επαναστατήσας καταπιεσμένος» βρισκόταν κατά τύχη και το αφεντικό του. Τον ακούει να βρίζει το γκαρσόνι και του φωνάζει: «Σκάσε, βρε χαμένε, να φάμε με την ησυχία μας». Η αναμενόμενη αντίδραση του «εξεγερθέντος» θα ήταν το «μάλιστα κύριε». Και η πρόωρη επιστροφή στην καθημερινότητά του… Τέλος πάντων. Καλή -κυρίως δε ομαλή- επιστροφή και για όλους εμάς.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή