ΥΠΟΘΕΣΕΙΣ

4' 27" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Τον φαντάζομαι μπροστά στον καθρέφτη. Τον μεγάλο. Κειμήλιο οικογενειακό. Πίσω του, να καθρεφτίζονται κι αυτές στο βάθος, σαν φόντο, οι φωτογραφίες των μεγάλων τού σογιού, ο παππούς, ο πατέρας, η μητέρα. Γελαστός κοιτάει το είδωλό του και σαν να του φαίνεται ότι δεν χωράει στον καθρέφτη. Ολο καμάρι και περηφάνια είναι. Και για τον παππού του βέβαια, και για τον πατέρα του, και για τη μητέρα του, μα πιο πολύ για τον εαυτό του. Για τη φοβερή του επιτυχία. Ποιος άλλος, λέει από μέσα του για να μην τον καταγράψει κανένας κοριός και μιλώντας για τον εαυτό του στο τρίτο πρόσωπο της μεγαλοπρεπείας, ποιος άλλος κατάφερε με μία του μόνο κίνηση, με τέσσερις λέξεις όλες κι όλες, «αποφάσισα να κάνω δημοψήφισμα», να ταράξει την οικουμένη όλη και όχι μόνο τη Γηραιά Ηπειρο, που έτσι κι αλλιώς, χάρη στη στιβαρή ηγεσία της, κατάντησε να ταράζεται με την πρώτη γελοία φήμη, με το πρώτο βήξιμο επενδυτή ή το πρώτο φτάρνισμα αξιολογητή; Ποιος, εκτός ίσως από τον ασθμαίνοντα μιμητή μου, τον Ομπάμα, κατάφερε να είναι την ίδια μέρα φάτσα κάρτα στα πρωτοσέλιδα της «Μοντ», του «Γκάρντιαν», της «Ρεπούμπλικα», των «Νιου Γιορκ Τάιμς», των «Τάιμς του Λονδίνου», της «Φρανκφούρτερ Αλγκεμάινε», της «Ελ Παΐς», της «Ισβέστια», των «Τσάινα Τάιμς», ακόμα και της αθλητικής «Εκίπ», η οποία μάλιστα ανέσυρε και αναδημοσίευσε εκείνη την ωραία φωτογραφία από τον περυσινό μαραθώνιο της Αθήνας με τη φοβερή διαστημικοαθλητική περιβολή; Ποιος, εκτός ίσως από τον γνώριμό του τον Στρος-Καν ή τον παλαιότερο οικογενειακό γνώριμό του Μουαμάρ Καντάφι, κατόρθωσε να είναι την ίδια μέρος πρώτο θέμα στο ΒΒC, στο Ασοσιέιτεντ Πρες, στο Γαλλικό και το Ιαπωνικό Πρακτορείο Ειδήσεων και στο Αλ Τζαζίρα;

Ποιος, συνεχίζει να λέει ο κατοπτριζόμενός μας, φωναχτά πια, έτσι όπως τον είχε συνεπάρει η μετριοφροσύνη του (α, πόσο δίκιο είχαν οι δικοί του τόσα χρόνια, όταν του έλεγαν να τη μετριάσει πια τη μετριοφροσύνη του αυτή, να αναβαθμίσει την αυτοεκτίμησή του και να μην παίρνει υπόψη του τον πασαένα Πάγκαλο που τον χλεύαζε σαν μειράκιον), ποιος λοιπόν κατάφερε με ένα γνέψιμό του να ρίξει το ευρώ από τα 1,385 δολάρια στα 1,365; Να γκρεμίσει τον αγέρωχο Ντάου Τζόουνς; Να συνταράξει τα χρηματιστήρια του Μιλάνου, του Παρισιού, της Φρανκφούρτης, του Χονγκ Κονγκ, α, και της Αθήνας, δίνοντας έτσι την ευκαιρία σε μερικά δισεκατομμύρια ευρώ, δολάρια, λίρες και γιεν να αλλάξουν χέρια ή να κάνουν φτερά, προς κατίσχυση βεβαίως του λαϊκού καπιταλισμού; Ποιος, μα ποιος ανάγκασε κοτζάμ Σαρκοζί να διακόψει τις μίνι διακοπές του, ν’ αφήσει το αγαπημένο του μωρό με την άμαθη μάνα του, για να επιστρέψει άρον άρον στην εξουσία και στις στενοχώριες της, μήπως και αντιμετωπίσει τις εξαπολυθείσες δυνάμεις της κοσμοχαλασιάς;

Ποιος, ω ανόητοι, ω τιποτένιοι θνητοί, ποιος λέω υποχρέωσε ολόκληρο Μπερλουσκόνι να πάψει για δύο εικοσιτετράωρα την τερπνοαποδοτική ενασχόλησή του με τη Μίλαν και με την κολεξιόν του επόμενου καλοκαιριού (με τα μοντέλα δηλαδή) για να προλάβει το ναυάγιο και της δικής του χώρας; Ποιος εκτόξευσε τα «σπρεντ» της Ισπανίας, της Ιταλίας και της Πορτογαλίας με ένα κλείσιμο του ματιού του, του αριστερού βέβαια, εφόσον εκεί τον έταξε ο πολιτικός του κλήρος, στα αριστερά; Ποιος, για να δώσει στη δημοκρατία το πλήρες νόημά της, φρόντισε να της αδειάσει πρώτα όσο νόημα της είχε απομείνει, μη νεωτερικό βέβαια, μη ηλεκτρονικοδιακυβερνητικό, και να προσφύγει στον λαό, τάχα ν’ αποφασίσει αυτός για τη μοίρα του, ενώ ουδείς λόγος τού είχε δοθεί για τα Μνημόνια και τα Μεσοπρόθεσμα και μόνο με λοιδορίες και με τις ροπαλιές των ΜΑΤ αντιμετωπίζονταν οι διαμαρτυρίες του, κι ήταν επίμονες και μαζικές; Και ποιος, επιτέλους, αφικνούμενος στις Κάννες, απέσπασε τόσο θαυμασμό όσον απέσπασαν αθροιστικά ο Ντεπαρντιέ, ο Κλούνεϊ και ο Σιγκάλ στις δικές τους καθόδους στη γαλλική πόλη;

Και κατά πόδας του Μπέκετ και του «φαντασία νεκρή φανταστείτε», φαντάζομαι τον άλλον, τον επερχόμενο, μπροστά στον δικό του καθρέφτη. Μεγάλος κι αυτός ο καθρέφτης, μα ακόμα μεγαλύτερο το είδωλο, δεν χωράει μέσα του. Ποιος, σκέφτεται ο σεμνοπρεπώς καθρεφτιζόμενος, έμεινε δέκα χρόνια εκτός πολιτικής (σε μια παράδοξη όσο και ηδονική αεργία, αφού είναι ντροπή για τους πολιτικούς να δουλεύουν αν τους έχει γραφτεί η υποχρέωση να σώσουν τον τόπο), και παρότι στιγματισμένος σαν προδότης της παράταξής του, κατάφερε και της παράταξής του τα ηνία να του δοθούν και να φουσκώσει το ποσοστό της με την ωραία μέθοδο του ομιλείν με επανιδρυμένο λαϊκισμό και του μη πράττειν, που ίσως του την πρότεινε ο (μια φορά κι έναν καιρό αριστερός) σύμβουλός του κ. Χρύσανθος Λαζαρίδης; Ποιος ως υπουργός Πολιτισμού εδέησε να ασχοληθεί μόνο με τη γεωγραφική αναδιανομή της Πελοποννήσου ώστε ο ορεινός ναός του Επικούρειου Απόλλωνα, για τον οποίο ερίζουν τρεις νομοί, να μετακομίσει αυθαιρέτως και ιδιοτελώς στη δική του εκλογική περιφέρεια, της Μεσσηνίας), και τώρα προβάλλεται σαν ο φορέας του νέου πολιτικού πολιτισμού; Και ποιος ήρθε με την παλινόρθωσή του να αποδείξει ότι ο λόγος ο ποιητικός είναι ο λόγος της προφητείας αλλά και ο λόγος της αληθείας, αφού μόλις τώρα, έτη πολλά μετά την Πολιτική Ανοιξη επικυρώνονται όσα με απροσδόκητη γενναιοδωρία έλεγε τότε ο Οδυσσέας Ελύτης, πως «από μιαν τέτοιαν άνοιξη έχει ανάγκη ο τόπος. Εύχομαι και ελπίζω, για το καλό της Ελλάδας, να τη γνωρίσει»;

Φαντάζομαι, τέλος, τον τρίτο της καλής παρέας, τον προς διετίας απελθόντα εν μέσω καγχασμών και αναθεμάτων, αποκηρυγμένος και από τον ίδιο του τον κομματικό χώρο. Καθρεφτίζεται κι αυτός. Με σεμνότητα και ταπεινότητα φυσικά. Και βλέπει έκπληκτος πόσο γρήγορα γιατρεύτηκε ο θρυμματισμένος καθρέφτης του. Πόσο γρήγορα ο αποπομπαίος τράγος προσκαλείται να ξαναγίνει ταγός.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή