Οι «ομορφιές» ενός σύγχρονου κοτζάμπαση

Οι «ομορφιές» ενός σύγχρονου κοτζάμπαση

5' 21" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Πριν από μερικά χρόνια, καθώς πλησίαζε η εξηκονταετηρίδα από τη λήξη του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, οι Βρετανοί άνοιξαν στο κοινό ένα ακόμη μουσείο για την περίοδο αυτή. Βρίσκεται στο υπόγειο του υπουργείου Οικονομικών και πρόκειται για τον χώρο όπου συνεδρίαζε το υπουργικό συμβούλιο, όταν οι βόμβες των γερμανικών αεροπλάνων έπεφταν νυχθημερόν στο Λονδίνο. Εχει διαμορφωθεί κατάλληλα, με τον τοίχο της μιας πλευράς σε κάθε δωμάτιο να έχει αντικατασταθεί από υαλοπίνακες, ώστε ο επισκέπτης να μπορεί να δει τα πάντα: από το ιδιόμορφο τραπέζι του υπουργικού συμβουλίου σε σχήμα μαιάνδρου ώς το κρυφό κέντρο επικοινωνιών, από το οποίο ο Τσώρτσιλ επικοινωνούσε τηλεφωνικώς με τον Ρούσβελτ. (Κρυφό, καθότι μόνο πέντε άνθρωποι γνώριζαν τι εγκαταστάσεις περιείχε, όλοι οι άλλοι νόμιζαν ότι ήταν η προσωπική τουαλέτα του πρωθυπουργού…)

Το συναρπαστικό στοιχείο της εμπειρίας -και ο λόγος για τον οποίον αναφέρω το συγκεκριμένο μουσείο- είναι ότι σχεδόν όλα τα έπιπλα και τα αντικείμενα στα δωμάτια είναι τα αυθεντικά: από το δοχείο νυκτός, που μόλις διακρίνεται κάτω από το κρεβάτι στο υπνοδωμάτιο της Κλημεντίνης Τσώρτσιλ, ώς τους λιγοστούς κύβους της ζάχαρης που ο επισκέπτης βλέπει τοποθετημένους επάνω σε ένα γραφείο, μισοτυλιγμένους σε χαρτί εφημερίδας. Τους ξέχασε σε ένα συρτάρι κάποιος από τους αξιωματικούς που υπηρετούσε εκεί· όταν πέρασε ο κίνδυνος το υπουργικό συμβούλιο επέστρεψε στην κανονική έδρα του. Βέβαια, τα μικροαντικείμενα προσωπικής χρήσης έχουν προστεθεί αργότερα από τους ειδικούς που έστησαν το μουσείο όμως πώς κατάφεραν οι Βρετανοί και διατήρησαν έπιπλα, εξοπλισμό γραφείων, τηλεφωνικές συσκευές, όλα άθικτα επί εξήντα χρόνια; Εκανα μία μικρή έρευνα, όταν επισκέφθηκα το μουσείο και η απάντηση στο ερώτημα ήταν απλούστατη: διότι όλα αυτά είναι δημόσια περιουσία και δεν τα πείραξε κανείς. Μου εξήγησαν ότι, όταν εγκαταλείφθηκε το υπόγειο του πολεμικού συμβουλίου, έγινε καταγραφή του εξοπλισμού και ο χώρος σφραγίσθηκε. Στα χρόνια που πέρασαν, αφαιρούσαν πότε πότε κάποιο γραφείο ή μια πολυθρόνα για τις ανάγκες του υπουργείου, αλλά ό,τι έφευγε καταγραφόταν, οπότε όταν αποφασίστηκε η δημιουργία του μουσείου δεν ήταν δύσκολο να τα εντοπίσουν.

Ολα αυτά με εντυπωσίασαν όταν τα είδα. Ωστόσο, δεν περίμενα ότι θα τα σημείωνα ποτέ εδώ, αν δεν το έφερναν τα πράγματα να δω προ ημερών το υπουργικό γραφείο που παρέλαβε μέλος της κυβέρνησης. Στην αρχή με έπιασε ακατάσχετο νευρικό γέλιο από το κραυγαλέα νεοπλουτίστικο γούστο του προκατόχου του γραφείου. Σταδιακά όμως το εκτόπισε η λύπη για την άσκοπη και κακόγουστη σπατάλη. Ηταν θλιβερό όσο και τα γκράφιτι που καλύπτουν μνημεία και δημόσιους χώρους. Επίσης, ήταν εξίσου αποκαλυπτικό των αντιλήψεών μας για τη δημόσια περιουσία. Ο κάθε καράβλαχος υπουργός, που δαπανά ποιος ξέρει πόσες δεκάδες χιλιάδες ευρώ των φορολογουμένων για να στήσει το μνημείο της κακογουστιάς του, δεν βλέπω σε τι διαφέρει επί της ουσίας από τον κοτζαμπάση, που αγόραζε από τον Σουλτάνο το δικαίωμα είσπραξης των φόρων από μια περιοχή και μαζί με αυτό το δικαίωμα να κάνει ό,τι θέλει σε αυτήν, εφόσον καταβάλλει στην Πύλη το συμφωνημένο ποσόν κάθε χρόνο. Δεν βλέπω, όμως, ούτε σε τι διαφέρει από τον λεγόμενο «ανώνυμο» πολίτη, τον χιλιοτραγουδισμένο φουκαρά της καθημερινότητας, που δεν έχει μεν τη δυνατότητα να στήσει με πόρους του Δημοσίου μια «ομορφιά» για την πάρτη του, αλλά μπορεί να βεβηλώσει και να ρυπάνει αυτό που είναι δημόσιο. Το μόνο που ξεχωρίζει τους δύο είναι η δυνατότητα της παρέμβασης. Ως προς την αντίληψη, όμως, ταυτίζονται απολύτως. Ο καθένας αντιλαμβάνεται αυτό που ανήκει σε όλους σαν να είναι δικό του και το διαχειρίζεται αναλόγως.

Θα αποφύγω την περιγραφή του υπουργικού γραφείου, για να μην προδώσω την εμπιστοσύνη του ανθρώπου που με δέχθηκε εκεί, καθώς και από σεβασμό προς την απόφασή του να μη δαπανήσει ούτε ευρώ για την επαναφορά του χώρου στα ανθρώπινα μέτρα. Πάντως, καθώς έφευγα και επειδή συναισθανόμουν την αμηχανία του για τη μεγαλειώδη κακογουστιά του χώρου, του συνέστησα να βάλει μια επιγραφή στην είσοδο: «Ο κάτοχος του γραφείου ουδεμία σχέση έχει με τη διακόσμηση του χώρου. Η ευθύνη βαρύνει αποκλειστικά τον προκάτοχό του». Νόμισε ότι αστειευόμουν, αν κατάλαβα καλά την αντίδρασή του. Ομως εγώ το εννοούσα…

Θέλεις να γίνουμε φίλοι;

Με κάπου 150 νεοεκλεγέντες βουλευτές, η ατμόσφαιρα στην πρώτη συνεδρίαση της Βουλής, την περασμένη Πέμπτη, θύμιζε την πρώτη ημέρα στο σχολείο. Αμηχανία, αλλά και αυθόρμητες συμπάθειες που ανθίζουν αμέσως και εξελίσσονται σε ωραίες φιλίες. Σε αυτήν τη δεύτερη περίπτωση εντάσσεται η γνωριμία του υφυπουργού Ανάπτυξης Νότη Μηταράκη με τον εξωκοινοβουλευτικό υφυπουργό Παιδείας Θεόδωρο Παπαθεοδώρου. Κάθισαν σε διπλανές θέσεις στη δεύτερη σειρά των υπουργικών και δεν έβαλαν γλώσσα μέσα. Οσοι τους έβλεπαν χαίρονταν, αλλά συγχρόνως απορούσαν: Μα πώς τα βρήκαν αμέσως αυτά τα δύο! Μόλις σηκώθηκαν, οι πάντες διεπίστωσαν ότι ο υφυπουργός Παιδείας είναι κατά τι χαμηλότερος στο ανάστημα από τον υφυπουργό Ανάπτυξης.

Επειτα, στο διάλειμμα, δεν ξέρω τι έκαναν. Ως «απλή καρδιά», κατά την έννοια του Φλωμπέρ, θέλω να φαντάζομαι ότι πήγαν χεράκι χεράκι στο κυλικείο, όπου αγόρασαν σοκοφρέτες και ύστερα βγήκαν στο προαύλιο και έπαιξαν μπάλα. Θα ήταν υπέροχο αν από Δευτέρα τους βλέπαμε να προσέρχονται στις συνεδριάσεις με σακίδιο και κοντά παντελονάκια, καταλαβαίνω όμως ότι είναι απίθανο…

Μαγκνήσια Πελλεγκρίνι

Περιττεύει η αγωνία για το μέλλον του νόμου-πλαισίου για τα πανεπιστήμια. Το μέλλον του έχει ήδη κριθεί από τη στιγμή όπου ο υφυπουργός Παιδείας Θ. Παπαθεοδώρου απεφάνθη ότι «το ελληνικό πανεπιστήμιο είναι ποιοτικό». (Επομένως, γιατί να το αλλάξουμε; Σε πηγαίνει παντού. Ξεκινάς ως «Ιμέλντα» και καταλήγεις υπουργός, που λέει ο λόγος…) Η ηγεσία του υπουργείου προσανατολίζεται στην παράταση της θητείας των πρυτάνεων που είχαν εκλεγεί με το προηγούμενο σύστημα και, κάπως έτσι, σταδιακά και σιωπηρά, ο νόμος θα περιέλθει σε αχρησία, οπότε και επισήμως πια θα μπορεί να κριθεί ανεφάρμοστος. Η μόνη δυσκολία για την πλήρη αποκατάσταση του προηγούμενου καθεστώτος είναι η επαναφορά της συμμετοχής των φοιτητοπατέρων στην εκλογή πρυτανικών αρχών. Αλλά και γι’ αυτό θα βρεθεί η ευκαιρία ώστε να παρεισφρήσει μια ακατάληπτη από τους κανονικούς ανθρώπους τροπολογία σε κάποιο νομοσχέδιο.

Η ανάθεση του υπουργείου Παιδείας στο δίδυμο Κωνσταντίνου Αρβανιτόπουλου και Θ. Παπαθεοδώρου είναι το άδοξο τέλος της μόνης σοβαρής προσπάθειας για τον εκσυγχρονισμό της Ανωτάτης Παιδείας, αφότου επικράτησε η εποχή της πασοκαρίας. Ως εκ τούτου και δεδομένου του υψηλού περιεχομένου της έννοιας «παιδεία», ανατρέχω στους Διδασκάλους του Γένους για να κλείσω αυτό το σύντομο σημείωμα και, συγκεκριμένα, σε εκείνον που απεδείχθη ότι άσκησε τη μεγαλύτερη επιρροή στη διαμόρφωση του νέου ελληνικού κράτους. Λέει, λοιπόν, κάπου ο Καραγκιόζης: «Κι αν δεν βγω, θα πάρω Μαγκνήσια Πελλεγκρίνι και θα βγω καλύτερα». Για όσους δεν έχουν ακούσει ξανά για Μαγκνήσια Πελλεγκρίνι, πρόκειται για καθαρτικό. Για την περίπτωση, όμως, συντεχνιακών συστημάτων που θέλουν να αποβάλουν ένα βαρύ νομοθέτημα διά της φυσιολογικής οδού χορηγείται στη μορφή Αρβανιτόπουλος – Παπαθεοδώρου…

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή