Εχασε η Βενετιά βελόνι

4' 0" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Με αυτή τη ζέστη να λειώνει τη σκέψη και να παραλύει το σώμα, ποιος έχει όρεξη για τα σοβαρά και περισπούδαστα; Γι’ αυτό, ας μου επιτραπεί να αγνοήσω την παραίνεση του πάντα σοβαρού Δημητρίου Λουδοβίκου Ερνέστου Ραϋμόνδου Ουμβέρτου Αβραμόπουλου, που μας προέτρεψε να ασχοληθούμε με σοβαρότερα θέματα, όταν ρωτήθηκε για την παραίτηση Νικολόπουλου. Και αφού δεν μπορώ (επί του παρόντος…) να βρίσκομαι σε μια παραλία και να διαβάζω το αστυνομικό μου, λέω να καταπιαστώ με τη λύση του μυστηρίου της παραίτησης του τέως υφυπουργού Εργασίας.

Καλά, δεν ήξερε αυτός ο άνθρωπος σε ποια θέση πήγαινε, όταν δεχόταν να γίνει υφυπουργός στο Εργασίας; Δεν μετείχε στα διαβούλια, εκεί στη Συγγρού; Εφημερίδες δεν διάβαζε; Τηλεόραση και ραδιόφωνο δεν άνοιγε ποτέ; Στους διαδρόμους της Βουλής δεν συζητούσαν ό,τι συζητεί όλος ο κόσμος; Πώς είναι δυνατόν να μην είχε ιδέα τι τον περίμενε στο υπουργείο Εργασίας; Αρνούμαι να πιστέψω ότι ήταν εκτός πραγματικότητας. Οπως επίσης αρνούμαι να πιστέψω ότι έτρεφε την ψευδαίσθηση ότι κάπως θα κατάφερνε να επιβάλει την πολιτική των ονείρων του. Οχι· αυτά τα δύο, η πραγματικότητα και οι δυνατότητες να την αλλάξεις, πάνε μαζί. (Ακόμη και στο μυαλό του Νικολόπουλου…) Εξάλλου, ο άνθρωπος είχε εξαρχής υπαινιχθεί την αδυναμία του να ανταποκριθεί: αμφέβαλλε αν οι ώμοι του θα άντεχαν το βάρος των καθηκόντων του – αυτές τις λέξεις είχε χρησιμοποιήσει στις δηλώσεις την ημέρα που ανέλαβε τα καθήκοντά του.

Συνεπώς, γιατί δέχθηκε; Ως οπαδός της θεωρίας ότι οι λύσεις των μυστηρίων υπάρχουν σε στοιχεία της πραγματικότητας που δεν έχουμε εκτιμήσει, υποστηρίζω ότι την απάντηση βρίσκουμε στην ορκωμοσία του ως υφυπουργού. Ισως να μην το πρόσεξαν πολλοί, αλλά ο Ν. Νικολόπουλος συνοδευόταν από τη σύζυγο και τα παιδιά του. Αυτός ήταν, λοιπόν, ο λόγος για τον οποίο αποδέχθηκε τον διορισμό του: για να πάει η οικογένειά του στο προεδρικό μέγαρο! Τόσο απλό.

Μα, αν ισχύει αυτό που υποστηρίζεις, δεν διακινδύνευσε τη σοβαρότητά του; Φαντάζομαι ότι αυτό είναι το ερώτημα που θα θέλατε να μου κάνετε. Θα απαντήσω με ένα δικό μου: Και πότε την είχε για να τη χάσει;

Γλυκούλι

Είναι από αυτά τα πράγματα όπου το γλυκό συναντά το σιχαμένο και συνυπάρχουν ως ένα· και, βεβαίως, δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι το σχετικό παράδειγμα που έχω κατά νου το βρίσκω στο ίζημα της πολιτικής ζωής, εκεί όπου μαζεύονται όλα τα περιττά και η νεκρή ύλη. Λοιπόν, ο παραιτηθείς Ν. Νικολόπουλος είχε φτιάξει επισκεπτήρια ως βουλευτής, στα οποία εικονιζόταν ο ίδιος στο πλευρό ενός χαμογελαστού Αντώνη Σαμαρά. Μόνο που αν εξέταζε κανείς προσεκτικά τη φωτογραφία, διαπίστωνε αμέσως ότι ήταν φωτομοντάζ. (Ο καημενούλης μωρέ! Μπορεί να ήταν οι τύψεις για τα κακά λόγια που είχε πει τότε που ο Αντώνης είχε εγκαταλείψει τη Ν.Δ. για να φτιάξει την Πολιτική Ανοιξη…)

Αναπόφευκτο

Αδυνατώ, παρ’ όλα αυτά, να αποφύγω τη σοβαρή διάσταση της υπόθεσης Νικολόπουλου και γι’ αυτό επισημαίνω απλώς ότι τέτοιου είδους φάρσες είναι αναπόφευκτες, όταν μια κυβέρνηση όπως η σημερινή, με τόσο δύσκολα καθήκοντα, σχηματίζεται με κριτήρια παλαιοκομματικά. Αυτό οι Νικολόπουλοι της πολιτικής μπορεί να μην το καταλαβαίνουν, αλλά ο πρωθυπουργός οφείλει να το αντιλαμβάνεται πλήρως…

Ελυσε τη σιωπή του

Από το κελί του, όπου μονάζει υποχρεωτικά, ατενίζει την πολιτική κατάσταση και, με τη νηφαλιότητα που του δίνει η απόσταση, λέγει: «Η Ελλάδα διέρχεται μια δραματική κατάσταση. Είναι ευθύνη των ηγεσιών των δύο κομμάτων τα τελευταία τρία χρόνια γιατί φτάσαμε εδώ που φτάσαμε. […] Από την τραγική κατάσταση αποδείχθηκε ότι και η πολιτική ηγεσία και οι δυνατότητες της χώρας συνολικά ήταν κάτω του αναγκαίου. Δεν ήταν ικανοί ούτε να διαπραγματευτούν σοβαρά, ισότιμα και απαιτητικά με τους Ευρωπαίους». Δεν θα έλεγα ότι συμμερίζομαι την παραπάνω εκτίμηση – είναι κοινότοπη, απλουστευτική και αγνοεί το γεγονός της ελληνικής χρεοκοπίας. Ωστόσο, την ακούω με τον δέοντα σεβασμό, καθώς προέρχεται από τον Ακη Τσοχατζόπουλο, του οποίου τη σοφία κάποιοι ίσως αμφισβητούν, αλλά το ήθος ουδείς! (Νομίζω… Θέλω να πω, έχω την εντύπωση… Μήπως κάνω λάθος;)

Ενα μυαλό

Στη συζήτηση των προγραμματικών δηλώσεων, ο πρόεδρος των Ανεξάρτητων Ελλήνων κατήγγειλε ότι το κράτος δεν εισπράττει από την Χόχτιφ (του «Ελ. Βενιζέλος») τα 500 εκατομμύρια ευρώ ΦΠΑ που χρωστά στο Δημόσιο. Το περίεργο της υπόθεσης είναι ότι πέρυσι τέτοια εποχή (14/7/2011), οι τότε βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας Π. Καμμένος και Κ. Μαρκόπουλος είχαν υποβάλει ερώτηση προς το υπουργείο Οικονομικών με το ίδιο περιεχόμενο και είχαν λάβει σαφή απάντηση ότι τέτοια οφειλή της Χόχτιφ δεν υπάρχει. Αυτό που υπάρχει, ωστόσο, είναι νομική διαφορά της εταιρείας και του κράτους, η οποία εκκρεμεί στα δικαστήρια, σχετικά με τον καταλογισμό ΦΠΑ ύψους 44 εκατομμυρίων για την περίοδο 1998-2009, ποσό το οποίο με τις προσαυξήσεις έχει φθάσει τα 163 εκατομμύρια. Το βέβαιο, πάντως, είναι ότι χρέος 500 εκατομμυρίων δεν υφίσταται. Πώς εξηγείται, επομένως, ότι ο πρόεδρος επανέλαβε την καταγγελία; Πολύ απλό: είχε ξεχάσει ότι το ρώτησε πέρυσι, όπως είχε ξεχάσει και την απάντηση που έλαβε. Ανθρώπινο, το καταλαβαίνω. Ενα μυαλό είναι αυτό του Καμμένου. Τι να συγκρατήσει;

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή