Μια λαμπρή εξαίρεση

3' 54" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Μπορεί ένας κοινωφελής οργανισμός να λειτουργεί ευέλικτα, αξιοκρατικά και αποτελεσματικά; Είναι δυνατό να είναι και κοινωφελής και καινοτόμος και κερδοφόρος; Και αν ναι, γίνεται όλα αυτά να συμβαίνουν στην Ελλάδα; Η απάντηση στα ερωτήματα αυτά είναι αυτόματα καχύποπτη, αν όχι άμεσα αρνητική, καθώς εδράζεται στην επαναλαμβανόμενη εμπειρία μιας καθημερινότητας όπου έννοιες όπως «δημόσιο συμφέρον» και «συλλογικό όφελος» βιάζονται ανελέητα, ενώ χρόνια ανελέητης αριστερής προπαγάνδας έχουν καταστήσει την έννοια του κέρδους συνώνυμη της απάτης.

Υπάρχουν όμως εξαιρέσεις στον κανόνα που θέλει τους κοινωφελείς οργανισμούς να είναι αναποτελεσματικοί και σπάταλοι. Και αυτές είναι απαραίτητο να εντοπίζονται και να αναδεικνύονται, για δύο τουλάχιστον λόγους. Από τη μία, η ανάδειξή τους λειτουργεί παραδειγματικά: εμπνέει, διαρρηγνύοντας με τον τρόπο αυτό τον γενικευμένο κυνισμό που θέλει τίποτα να μην μπορεί να αλλάξει, ενισχύοντας ως αυτοεκπληρούμενη προφητεία την απραξία και τη στασιμότητα. Από την άλλη, λειτουργεί παιδευτικά: μας επιτρέπει να απομονώσουμε τα στοιχεία εκείνα που οδηγούν στην επιτυχία, έτσι ώστε να μπορέσουμε να την αναπαράγουμε σε άλλους τομείς.

Μια τέτοια εξαίρεση θέλω να επισημάνω σήμερα – και μάλιστα λαμπρή. Πρόκειται για έναν εκδοτικό οίκο, τις Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, έναν οργανισμό που δεν είναι ιδιαίτερα γνωστός έξω από τα όρια του πνευματικού κόσμου. Η αντίληψη που έχω για τις ΠΕΚ είναι από «πρώτο χέρι», αφού συνεργάζομαι μαζί τους εδώ και αρκετά χρόνια. Η υποκειμενική γνώμη μου επιτρέπει να έχω σχηματίσει μιαν ολοκληρωμένη αντίληψη, ενώ συγχρόνως ελέγχεται από το γεγονός πως τη μοιράζεται η μεγάλη πλειοψηφία όσων έχουν έρθει σε επαφή με τον οργανισμό αυτό, είτε άμεσα, ως συγγραφείς, επιμελητές, μεταφραστές κ.λπ. είτε έμμεσα, ως καταναλωτές των βιβλίων που εκδίδει.

Οι ΠΕΚ ήταν ένα πείραμα μεταφοράς στην Ελλάδα ενός θεσμού που ανθεί στα μεγάλα αγγλοσαξωνικά πανεπιστήμια. Ο ρόλος των πανεπιστημιακών εκδόσεων είναι να εκδίδει σημαντικά επιστημονικά βιβλία με αυστηρούς κανόνες επιλογής και παραγωγής, που το κόστος τους και η εξειδίκευσή τους θα τα καθιστούσε απαγορευτικά για την ελεύθερη αγορά. Το πείραμα αυτό φαινόταν καταδικασμένο να αποτύχει, γιατί οι μεγάλες πανεπιστημιακές εκδόσεις του εξωτερικού διαθέτουν εμπειρία που ξεπερνάει τον αιώνα και σημαντικά έσοδα από κληροδοτήματα και άλλες ενισχύσεις. Οχι μόνο αυτό, αλλά οι ΠΕΚ ιδρύθηκαν σε ένα νέο τότε πανεπιστήμιο δίχως παράδοση και μάλιστα στην ελληνική επαρχία! Και όμως. Καθώς πλησιάζει μια τριακονταετία δραστηριότητας, ο απολογισμός τους είναι εντυπωσιακά θετικός.

Οι αριθμοί είναι συντριπτικοί. Ενάμισι εκατομμύριο αντίτυπα, 1.500 πανεπιστημιακά μαθήματα όπου οι διδάσκοντες προτείνουν βιβλία των ΠΕΚ ως διδακτικά εγχειρίδια, 445 τίτλοι, εκ των οποίων 120 μονογραφίες σε θέματα ελληνικής ιστορίας και πολιτισμού, συνεχείς βραβεύσεις, συμπεριλαμβανομένων και τεσσάρων βραβείων της Ακαδημίας Αθηνών. Οι ΠΕΚ παράγουν εξαιρετικά προσεγμένα επιστημονικά και πολιτιστικά βιβλία, ακολουθώντας αυστηρές διαδικασίες επιλογής και αξιολόγησης που ανταποκρίνονται στη διεθνή επιστημονική πρακτική. Επιπλέον, είναι κερδοφόρες, ακόμα και στις σημερινές δύσκολες μέρες και παρά το γεγονός πως τιμολογούν τα βιβλία τους χαμηλότερα από ό,τι άλλοι εκδότες. Ως μη κερδοσκοπικός οργανισμός, οι ΠΕΚ έχουν τη δυνατότητα να επανεπενδύουν τα κέρδη τους στην παραγωγή νέων βιβλίων, εξυπηρετώντας με τον τρόπο αυτό τους στόχους τους. Επίσης, λειτουργούν με ένα μικρό και ευέλικτο σχήμα, μακριά από τη γραφειοκρατία που χαρακτηρίζει τη λειτουργία του ελληνικού Δημοσίου, αλλά και την προχειρότητα και την πλημμελή τήρηση των συναλλαγών που διακρίνει αρκετούς εμπορικούς εκδοτικούς οίκους.

Η επιτυχία των ΠΕΚ βασίζεται σε δύο παράγοντες. Ο πρώτος είναι η «μαγιά» μιας αρχικής οικονομικής υποστήριξης από το Ιδρυμα Τεχνολογίας και Ερευνας του Πανεπιστημίου Κρήτης και την Παγκρήτια Ενωση Αμερικής. Η επιδότηση αυτή επέτρεψε το στήσιμο και την ανάπτυξή τους, αλλά η διακοπή της αργότερα αποθάρρυνε τον εφησυχασμό και την εξάρτηση και οδήγησε στην εξωστρέφεια, τη δημιουργία πλεονασμάτων και την πλήρη αυτοχρηματοδότηση. Ο δεύτερος παράγοντας είναι η ορθή επιλογή της ηγεσίας από την πρώτη κιόλας στιγμή. Οι ΠΕΚ ευτύχησαν να βρουν στο πρόσωπο του Στέφανου Τραχανά, έναν ηγέτη που έθεσε τις σωστές βάσεις, συνδυάζοντας το όραμα με τη διοικητική ικανότητα. Το ότι οι ΠΕΚ δεν εξελίχθηκαν σε μια βαριά και άχρηστη γραφειοκρατία οφείλεται στο γεγονός πως επεδίωξαν και πέτυχαν να δημιουργήσουν ένα στελεχικό δυναμικό αποτελούμενο από ικανούς ανθρώπους που αγαπούν τη δουλειά τους και αισθάνονται περήφανοι γι’ αυτήν, πράγμα που προϋποθέτει μιαν ηγεσία που να μπορεί να εμπνεύσει πάνω απ’ όλα με το παράδειγμά της.

Στο σημερινό περιβάλλον του γενικευμένου κυνισμού και της μιζέριας, όπου το ελληνικό πανεπιστήμιο έχει πλήρως απαξιωθεί, οι Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης έρχονται να μας υπενθυμίσουν πως δεν χρειάζονται ούτε βαρύγδουπες πολιτικές αποφάσεις, ούτε τεράστια χρηματικά ποσά για να στηθεί και να επιτύχει ένας νέος θεσμός. Και συγχρόνως αποδεικνύουν πως η χώρα μπορεί να δημιουργήσει θεσμούς αριστείας, αρκεί να θέσει τις κατάλληλες βάσεις και να επιλέξει και να εμπιστευθεί τους κατάλληλους ανθρώπους. Το μεγάλο στοίχημα για τη χώρα είναι να φθάσει στο σημείο που οργανισμοί σαν τις Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης θα αποτελούν τον κανόνα και όχι την εξαίρεση.

* Ο κ. Στάθης Ν. Καλύβας είναι καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο Yale.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή