Ποιος τελικά πληρώνει τα χρέη στις τράπεζες;

Ποιος τελικά πληρώνει τα χρέη στις τράπεζες;

1' 49" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Τίποτε δεν δικαιολογεί την αποστροφή «ας πληρώσουν οι τράπεζες». Την χρησιμοποιούν λαοπλάνοι εκμεταλλευτές των προβλημάτων που έχουν χιλιάδες νοικοκυριά και επιχειρήσεις λόγω υπερβολικής έκθεσης σε τραπεζικό δανεισμό. Τους κοροϊδεύουν. Βεβαίως και θα διαγραφούν χρέη. Μόνον όμως στις περιπτώσεις που αποδεδειγμένα το επιβάλλει το δίκαιο. Είναι, επίσης, προφανές ότι οι διαγραφές θα πρέπει να αφαιρεθούν από τα μελλοντικά κέρδη των τραπεζών και όχι από τα κεφάλαια τα οποία τους δανείζουν σήμερα οι φορολογούμενοι. Κάποιοι κάνουν πως δεν καταλαβαίνουν ότι ο φορολογούμενος, που είναι ο νέος μέτοχος, κινδυνεύει να χάσει χρήματα, όπως ακριβώς τα έχουν ήδη χάσει οι παλαιοί μέτοχοι.

Το σχέδιο του υπουργείου Ανάπτυξης είναι στη σωστή κατεύθυνση. Ο εφαρμοζόμενος νόμος Κατσέλη δεν εξυπηρετεί. Ομως, η νέα μέθοδος πρέπει να είναι δίκαιη προς όσους σφίγγονται, αλλά πληρώνουν. Για να είναι δίκαιες οι νέες ρυθμίσεις, δεν πρέπει να υπάρχει διαφθορά των υπαλλήλων και να γίνεται αυστηρός έλεγχος της περιουσιακής κατάστασης των δανειοληπτών. Πρέπει επίσης να περιοριστεί το όφελος που αποκομίζουν δικηγορικές ενώσεις, υπό τον μανδύα καταναλωτικών ενώσεων, επιδιώκοντας, πάντως, τη δικαστική εμπλοκή δύσμοιρων δανειοληπτών.

Η αξία των τραπεζών, σήμερα, προκύπτει από το άθροισμα τεσσάρων στοιχείων. Πρώτον, τις καταθέσεις που έμειναν στο σύστημα. Μειωμένες, βεβαίως, στα 154 δισ. (Σεπτ. 2012), από το υψηλότατο σημείο των 237 δισ. (Σεπτ. 2009). Δεύτερον, το εξαιρετικό ανθρώπινο δυναμικό, ειδικώς συγκρινόμενο με άλλους κλάδους της οικονομίας. Κυρίως, μάλιστα, όσων τραπεζών αναπτύχθηκαν αμιγώς στον ιδιωτικό τομέα. Το χαρακτηριστικό αυτό κατοχυρώνει και την ποιότητα διοίκησης, την οποία θεωρεί κριτήριο και το Μνημόνιο.

Τρίτον, την ενεχυριασμένη αξία που έχουν εγγράψει στα βιβλία τους, έναντι των δανείων με τα οποία έχουν υποστηρίξει επιχειρήσεις και νοικοκυριά. Ας σημειωθεί ότι η χρηματοδότηση του ιδιωτικού τομέα είχε μειωθεί τον προηγούμενο Σεπτέμβριο «μόνον» κατά 11%, στα 231 δισ., από το υψηλότατο σημείο των 260 δισ. που είχε εμφανιστεί τον Ιούνιο 2010. Τέταρτον και εξίσου σημαντικό, το μέγεθος των επενδύσεων και των μεριδίων αγοράς που κατέχουν οι ελληνικές τράπεζες στη Βαλκανική, την Τουρκία και αλλού. Η θέση αυτή δοκιμάστηκε σκληρά με την κρίση ρευστότητας και αναμένεται να δοκιμαστεί πάλι, με την αναδιοργάνωση του συστήματος σε τρεις πόλους.

Πάντοτε πίστευα ότι οι τράπεζες είναι ένοχες επειδή επέδειξαν βουλιμία κερδών. Οι μέτοχοι μάτωσαν. Πρέπει, όμως, να γλιτώσουμε τους φορολογουμένους. Οσο είναι αυτό δυνατόν, τουλάχιστον.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή