ΑΝΤΙ-ΘΕΣΕΙΣ: Αναγκαίο ή άχρηστο το ΥΠΠΟ;

ΑΝΤΙ-ΘΕΣΕΙΣ: Αναγκαίο ή άχρηστο το ΥΠΠΟ;

5' 22" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Πρώτος πρέπει να το είχε γράψει ο Μάνος Χατζιδάκις: η απόδειξη ότι στην Ελλάδα δεν έχουμε πολιτισμό είναι η ύπαρξη υπουργείου Πολιτισμού. Η αλήθεια είναι ότι με εξαίρεση ελάχιστα πρόσωπα που ανέλαβαν το χαρτοφυλάκιο, για την πολιτική ελίτ της χώρας γενικά το ΥΠΠΟ λογίζεται περίπου σαν υπουργείο «δευτέρας διαλογής» ή «αγρανάπαυσης». Συχνά δε εξυπηρετεί τον εκάστοτε πρωθυπουργό στην κάλυψη κομματικών υποχρεώσεων. Ο πρόσφατος ανασχηματισμός επανέφερε τη συζήτηση περί μιας ακόμα υποβάθμισης του εν λόγω υπουργείου – όσο κι αν μια βασική αρχή λέει ότι κάθε υπουργός κρίνεται εκ του αποτελέσματος. Μήπως όμως ο Μάνος Χατζιδάκις είχε δίκιο; Μήπως η Ελλάδα θα έπρεπε να αναζητήσει άλλους τρόπους πολιτιστικής πολιτικής; Ζητήσαμε επ’ αυτού την άποψη δύο ανθρώπων των γραμμάτων, αμφότεροι με δυναμικές παρεμβάσεις στο κοινωνικοπολιτικό γίγνεσθαι της χώρας.

Ενα υπουργείο δεν φέρνει την άνοιξη

Του Νικου Δημου*

Ας δηλώσω αρχικά ότι κάθε ανάμειξη της εξουσίας στα του πνεύματος με ωθεί σε καχυποψία. Ο πνευματικός άνθρωπος και ιδιαίτερα ο δημιουργός είναι φύσει και θέσει ελευθεριακός αν όχι αναρχικός – με την έννοια ότι δεν συμπλέει με εξουσίες. Είναι χαρακτηριστικό ότι στα ολοκληρωτικά καθεστώτα η παραγωγή έργων τέχνης υπήρξε μηδαμινή. Στα εβδομήντα χρόνια της Σοβιετικής Ενωσης ή τα δεκαπέντε του ναζισμού, η μόνη αξιόλογη παραγωγή έγινε από εξόριστους ή αντιφρονούντες. Η λεγόμενη «στρατευμένη τέχνη» μόνο ως παράδειγμα προς αποφυγήν χρησιμεύει. Και δεν είναι μόνον η εξουσία, αλλά και η γραφειοκρατία που είναι αντιπνευματική.

Κράτη με μεγάλο πολιτιστικό έργο δεν διαθέτουν υπουργείο Πολιτισμού – παράδειγμα η Γερμανία που ξοδεύει περισσότερα χρήματα από οποιαδήποτε άλλη χώρα, συντηρεί δεκάδες όπερες (51 μεγάλες, με πλήρες ρεπερτόριο), 133 συμφωνικές ορχήστρες, εκατοντάδες θέατρα, μουσεία, βιβλιοθήκες, ερευνητικά κέντρα κ.λπ. Τα ομόσπονδα κράτη έχουν το καθένα έναν τοπικό υπουργό-συντονιστή για το πολιτισμικό έργο, αλλά η ίδρυση, οργάνωση, χρηματοδότηση, συντήρηση των θεσμών, επαφίεται στην Τοπική Αυτοδιοίκηση.

Σε πολλές χώρες, εκτός από την Τοπική Αυτοδιοίκηση, παίζει σημαντικό ρόλο, η ιδιωτική πρωτοβουλία, αλλά και η επιχειρηματικότητα. Στις ΗΠΑ απλώς δεν υπάρχουν ομοσπονδιακοί κρατικοί θεσμοί. Μερικές από τις διασημότερες ορχήστρες και όπερες του κόσμου, τα μεγαλύτερα μουσεία, είναι κοινωφελή ιδρύματα, μη κερδοσκοπικές εταιρείες, σύλλογοι, αλλά ακόμα και επιχειρήσεις. Αυτό επεκτείνεται και στην Ευρώπη. Π.χ. η μεγαλύτερη όπερα της Γερμανίας (του Μπάντεν-Μπάντεν, με 2.500 θέσεις) είναι ιδιωτική επιχείρηση.

Πουθενά δεν έχει αποδειχθεί πως η παρουσία ενός υπουργείου Πολιτισμού προάγει τον πολιτισμό. Φυσικά ούτε το αντίθετο αποδεικνύεται. Πάντως, οι πιο δημιουργικές εποχές της ανθρωπότητας (είτε ήταν η αρχαία Αθήνα, η Φλωρεντία της Αναγέννησης, το Παρίσι της Μπελ Επόκ, ή η Βιέννη του Μεσοπολέμου) δεν είχαν πίσω τους κρατικό διαχειριστή. Σύγκριση ανάμεσα σε χώρες με συγκεντρωτικό πολιτιστικό μάνατζμεντ (παράδειγμα Γαλλία) και χώρες με αποκεντρωμένο σύστημα δεν είναι εφικτή γιατί το πολιτιστικό προϊόν δεν βαθμολογείται ούτε αξιολογείται και επιπλέον η παρουσία του οφείλεται σε πολλαπλούς αστάθμητους παράγοντες.

Και για να έρθουμε στα δικά μας. Μόνο η Μελίνα είχε ένα προσωπικό όραμα για τον πολιτισμό. Προσωπικά διαφωνούσα με αρκετές από τις απόψεις της και είχα τότε δημοσιεύσει τις ενστάσεις μου. Αλλά, εν πάση περιπτώσει, είχε μία άποψη. Ολοι οι άλλοι υπουργοί, είτε δεν μπόρεσαν είτε δεν πρόλαβαν να αφήσουν κάτι πίσω τους. Με αποκορύφωση τον τελευταίο, που θα μείνει στη μνήμη μας για ηροστράτειους λόγους: ως ο άνθρωπος που κατάργησε το Εθνικό Κέντρο Βιβλίου. (Ηταν ο πρώτος εν ψυχρώ αποκεφαλισμός – ακολούθησε η ΕΡΤ).

Πάντως, η υπενθύμιση ότι το ελληνικό υπουργείο Πολιτισμού υπήρξε δημιούργημα της χούντας, δεν έχει μόνον ιστορική σημασία. Η εξουσία γύρευε τότε ένα άλλοθι. Νόμιζε ότι με την ίδρυση του υπουργείου θα δημιουργούσε πνευματικό χώρο. Απέδειξε όμως ότι ένα υπουργείο δεν φέρνει την άνοιξη. Εκτοτε η απόδειξη επιβεβαιώθηκε πολλές φορές.

* Ο κ. Νίκος Δήμου είναι συγγραφέας.

Υπουργείο εμψυχωτής

Του Χρηστου Α. Χωμενιδη*

Στη Γαλλία, το υπουργείο Πολιτισμού δημιουργήθηκε το 1958 από τον στρατηγό Ντε Γκωλ. Ως πρώτος υπουργός επελέγη ο εμβληματικός συγγραφέας και διανοούμενος Αντρέ Μαλρό. Στην Ελλάδα, το υπουργείο Πολιτισμού ξεκίνησε το 1971, από τη χούντα, με προσωπική «έμπνευση» του Γεωργίου Παπαδοπούλου. Εάν το άστρο της γέννησής σου επηρεάζει το μέλλον σου, αυτό και μόνο το γεγονός εξηγεί πολλά…

Ο καλλιτέχνης είναι φύσει εχθρικός απέναντι στην οποιανδήποτε εξουσία. Εφόσον ιερή του προτεραιότητα αποτελεί το έργο του, δεν ανέχεται κανενός είδους ποδηγέτηση και νιώθει άβολα απέναντι στις κολακείες των εστεμμένων, ακόμα δε και των εκλεγμένων αρχόντων. Ο καλλιτέχνης -απ’ την άλλη- αναπτύσσει συχνά ένα παράξενο δέος μπροστά στην πολιτική ισχύ. Ο Μπετόβεν αφιέρωσε την Τρίτη Συμφωνία του στον Ναπολέοντα Βοναπάρτη, άλλο εάν αργότερα έσκισε την αφιέρωση. Στα καθ’ ημάς, ο Γιάννης Ρίτσος σχεδόν αυτολογοκρινόταν για να μη δυσαρεστήσει το Κόμμα, για να μην αμφισβητηθεί η ιδιότητά του τού καλού κομμουνιστή. Σάμπως οι γούνες που του χάριζαν στη Σοβιετική Ενωση και οι γιορτές που του οργάνωναν εδώ να είχαν μεγαλύτερη για εκείνον σημασία από τη συγκλονιστική «Σονάτα του Σεληνόφωτος»…

Ευλογημένος ο καλλιτέχνης που δεν έχει την παραμικρή ανάγκη, ψυχική και υλική, από έξωθεν βοήθεια. Είτε επειδή είναι εύπορος -χάρη στην οικογένειά του ή στην απήχηση των έργων του- είτε επειδή είναι εξαιρετικά λιτός. Είτε επειδή για να δημιουργήσει τού αρκεί ένα χαρτί και ένα στυλό, ένας καμβάς έστω και μια παλέτα… Υπάρχουν ωστόσο μορφές τέχνης που για να ευδοκιμήσουν απαιτούν σημαντική οικονομική υποστήριξη. Μια κοινωνία που επιθυμεί να διαθέτει βάθος και προοπτική (και δίχως βάθος και προοπτική δεν νοείται καν κοινωνία μα απλό άθροισμα ατόμων) οφείλει να υποστηρίζει, έστω και από το υστέρημά της, εκείνες τις μορφές τέχνης.

Αλίμονο εάν η λειτουργία μιας ορχήστρας κλασικής μουσικής, το ανέβασμα του αρχαίου δράματος, η επιβίωση της βυζαντινής τέχνης και μουσικής επαφίετο αποκλειστικά στην προσδοκία κέρδους κάποιου επιχειρηματία. Αλίμονο εάν το λυρικό τραγούδι, ο κλασικός -ή πειραματικός- χορός αφήνονταν να μαραζώσουν με τη δικαιολογία πως «δεν είναι δημοφιλείς». Η πλήρης κυριαρχία της εμπορικότητας αποτελεί μονόδρομο προς το απολύτως εκλαϊκευμένο, το τετριμμένο, τελικά το ευτελές.

Επιβάλλεται να υπάρχει υπουργείο Πολιτισμού, προκειμένου να ενισχύει -με μοναδικό κριτήριο το καλλιτεχνικό ενδιαφέρον που παρουσιάζουν, χωρίς να ζητάει ιδεολογικά ή άλλα διαπιστευτήρια από κανέναν- όλες τις παραπάνω μορφές τέχνης.

Ευχής δε έργον θα ήταν ο εκάστοτε υπουργός να μην είναι κάποιος πολιτικός καριέρας, κάποιος που καθ’ έξιν παίζει με τις ψήφους και με τους κομματικούς συσχετισμούς. Αλλά ένας σαν εκείνους τους φωτισμένους εμψυχωτές που ευτυχήσαμε να έχουμε στον τόπο μας. Ενας σαν τον Γιώργο Κατσίμπαλη -τον Κολοσσό του Μαρουσιού και βιβλιογράφο του Παλαμά- σαν τον Νίκο Καρύδη του Ικαρου, τον Αλέκο Πατσιφά της Λύρας, τον Τάσσο Φαληρέα του Ποπ 11. Σαν τη Μάνια Καραϊτίδη, τη μεγάλη κυρία της Εστίας. Ή σαν τον Γιώργο Λούκο.

Πρέπει να υπάρχει υπουργείο Πολιτισμού – υπουργείο Εμψυχωτής. Και πρέπει, πάνω από όλα, να διατίθενται κονδύλια για τον Πολιτισμό.

* Ο κ. Χρήστος Α. Χωμενίδης είναι συγγραφέας.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή