ΑΠΟΚΡΙΣΕΙΣ

2' 55" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

ΝΤΟΡΙΝΑ ΠΑΠΑΛΙΟΥ
Το απαραίτητο φως
εκδ. Ικαρος

​​Λουίζ Χατζηλουκά είναι ζωγράφος, όπως ζωγράφος ήταν κι ο παππούς της, ένα από τα Glascow Boys του 19ου αιώνα στη Γλασκώβη, όπου μεγάλωσε και η εμπνευσμένη σχεδιάστρια κοσμημάτων μητέρα της. Η ανυπόγραφη αυτοπροσωπογραφία του κοσμούσε το σπίτι της στην αγαπημένη της Σμύρνη, όταν είναι μικρή, και στη συνέχεια το κοσμεί στην εξίσου λατρεμένη της Αθήνα, όπου η οικογένειά της καταλήγει με τη μικρασιατική καταστροφή. Μισή Σκωτσέζα, μισή Ελληνίδα, ξένη και μαζί πρόσφυγας στην Ελλάδα την οποία θεωρεί πατρίδα της, αγωνίζεται να εκφράσει τη δική της ελληνικότητα, μέσα από τη συναίρεση του φωτός όλων των τόπων που συναπαρτίζουν την ιδιαίτερη ταυτότητά της. Σε λίγο, όταν θα ξεσπάσει ο πόλεμος, η Λουίζ θα υπηρετήσει στον Ερυθρό Σταυρό ως νοσοκόμα και στη συνέχεια θα περάσει στην Αντίσταση, χάρη σε μια αίσθηση καθήκοντος απέναντι στον τόπο και στον εαυτό της. Θα βρεθεί παντρεμένη με έναν δικηγόρο που την πολιορκεί για πολύ καιρό, θα γεννήσει ένα παιδί και στη συνέχεια θα συλληφθεί από τους Γερμανούς για κατασκοπεία και θα εκτελεστεί. Ο άντρας της θα σκοτωθεί από μια σφαίρα λίγο αργότερα, και το παιδί, με το εύγλωττο όνομα Νικηφόρος, θα μεγαλώσει με τους παππούδες του και θα μεταφέρει αργότερα το παραμύθι της ζωής του στη μικρή του κόρη Λουίζα.

Η Λουίζα, ανθρωπολόγος αυτή και όχι καλλιτέχνης, ανασφαλής, κλειστή, μεγαλωμένη χωρίς αγάπη κι αρνούμενη κι αυτήν ακόμη που της προσφερόταν, έρχεται μετά τον θάνατο του πατέρα της στην Ελλάδα από την Αγγλία όπου ζει και βρίσκεται να αναζητεί κι αυτή, σαν τη γιαγιά της, την αλήθεια της μέσα από την ιστορία της οικογένειάς της. Ο πατέρας της τής κληροδότησε μια σειρά από αναπάντητα ερωτήματα: γιατί τελικά δεν σώθηκε από την εκτέλεση η μητέρα του, παρότι ο πατέρας του έδωσε την αυτοπροσωπογραφία του Ντόντσον σε έναν -τουλάχιστον αμφιλεγόμενο- έμπορο τέχνης για να δωροδοκήσει έναν Γερμανό αξιωματικό και να τη σώσει· πού βρισκόταν σήμερα πια ο πίνακας· ποια ήταν η σχέση της Λουίζ με τον Αλεξανδρινό Κωστή Σαββίδη και πώς σκοτώθηκε ο παππούς της.

Η Ντορίνα Παπαλιού είχε δείξει από το πρώτο της έργο, το «Γκάτερ», ότι ξέρει πολύ καλά να δημιουργεί σασπένς, κι επαληθεύει τις ικανότητες αυτές στο νέο της μυθιστόρημα. Το φως είναι εξαιρετικά σημαντικό για τη δόμηση του μυθιστορήματός της, καθώς από τη μια βρίσκεται στο επίκεντρο της ζωγραφικής και της αγωνίας της ελληνικότητας της Λουίζ, όπως και της αγωνίας του παππού της κάποτε, με όρους εντελώς διαφορετικούς· από την άλλη, λειτουργεί συμβολικά, ως η στιγμή εκείνη της συνείδησης και της αυτοσυνειδησίας που μπορεί να διευκολύνει ή και να ακυρώσει μια επιλογή. Καθώς όμως η επιλογή αυτή είναι ζωτική, η επαναφορά της δεν μπορεί παρά να γίνει στα έσχατα όρια, της ζωής και του θανάτου, με οποιοδήποτε τίμημα. Ενώ τελικά σχετίζεται και με την ίδια την εξιχνίαση των πολλαπλών αινιγμάτων που με δεξιοσύνη παρουσιάζει.

Μορφή που παραπέμπει σαφώς στους λογοτέχνες και ποιητές της γενιάς του ’30 και στα αιτήματά τους, διατηρώντας ωστόσο την ιδιοπροσωπία της διπλά ξένης, η Λουίζ και η ζωή της αποτυπώνονται εξαιρετικά, πέρα από το εύκολο καλό και κακό, με βάθος και πλαστικότητα. Η δύσκολη Λουίζα επίσης σκιαγραφείται με πολύ ενδιαφέροντα τρόπο, παρότι η συναισθηματική μεταστροφή της θα χρειαζόταν μεγαλύτερη υποστήριξη. Εξαιρετικό είναι το δέσιμο της πλοκής, με τα νήματα να πλέκονται αριστοτεχνικά, φανερώνοντας κάθε φορά όσα χρειάζεται μέχρι το τέλος, που αναδεικνύει και αυτό το απαραίτητο για τον κάθε καλλιτέχνη φως.

Αντίθετα, οι ιστορικές κατά κύριο λόγο και εν μέρει οι περί τέχνης μακροσκελείς παρεκβάσεις θυμίζουν σχολικές εκθέσεις διδακτικού περιεχομένου, χωρίς ευτυχώς να ακυρώνουν την πολύ ωραία ατμόσφαιρα του κειμένου.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή