Ή καλώς ζην ή καλώς τεθνηκέναι

Ή καλώς ζην ή καλώς τεθνηκέναι

3' 26" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Το πρόσφατο «κείμενο των 58» άνοιξε εκ νέου τη συζήτηση για το μέλλον της Κεντροαριστεράς. Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία πως αυτή η από καιρό προετοιμασμένη πρωτοβουλία αποτελεί μια θετική εξέλιξη. Οι υπογράφοντες συνιστούν ένα σημαντικό πνευματικό και πολιτικό κεφάλαιο που δεν μπορεί κανείς να αγνοήσει. Η πρωτοβουλία τόσων σοβαρών ανθρώπων δεν μπορεί παρά να ταρακουνήσει τα μάλλον στάσιμα νερά του πολιτικού αυτού χώρου.

Αρκετοί παρατήρησαν πως το κείμενο δεν είναι τολμηρό και «στρογγυλεύει» τα πράγματα προκειμένου να μη «θιγούν υπολήψεις», ενώ σκοπίμως αποφεύγει να προτείνει συγκεκριμένη μεθοδολογία ενοποίησης των δυνάμεων της Κεντροαριστεράς, υποθέτω σε ό,τι αφορά αυτό το τελευταίο για να μην κατηγορηθούν οι υπογράφοντες για αλαζονεία και πατερναλισμό.

Κατά τη γνώμη μου, το ζήτημα δεν βρίσκεται στο κείμενο. Στην πραγματικότητα, η κίνηση αυτή μοιάζει να υπονομεύεται από τους αρχικούς περιορισμούς της, στην ουσία τη μία και βασική: το ΠΑΣΟΚ. Η ύπαρξη του οποίου δυσχεραίνει τις πολιτικές διεργασίες και καθιστά εξ αντικειμένου δύσκολη κάθε διαδικασία ενοποίησης του προοδευτικού κεντρώου χώρου.

Ας το πούμε χωρίς περιστροφές και περιττές ευγένειες. Το ΠΑΣΟΚ έκλεισε τον ιστορικό του κύκλο. Ιδεολογικά στο κενό, δημογραφικά και εκλογικά γηρασμένο και με την πολιτική του αξιοπιστία να βρίσκεται στο ναδίρ, δεν δείχνει πως μπορεί να ξανασταθεί με αξιοπρέπεια στα πόδια του. Το όνομά του, παρά τις θετικές πλευρές της παρουσίας του, είναι ταυτισμένο με την πορεία χρεοκοπίας της χώρας, τη διόγκωση της διαφθοράς, την επέκταση του πελατειασμού και του μεγάλου και άχρηστου κράτους.

Είναι αλήθεια πως υπάρχουν κάποιες δυνάμεις που επιθυμούν να διατηρήσουν αυτόν το πολιτικό οργανισμό τεχνητά στη ζωή. Φέρ’ ειπείν, ένας αριθμός στελεχών του συνεχίζει να αντλεί από αυτό πολιτικό κεφάλαιο. Επιπλέον, ένα ΠΑΣΟΚ σε μια τέτοια κατάσταση είναι ένας βολικός σύμμαχος για τη Ν.Δ. αλλά και ένας ιδανικός αντίπαλος για τον ΣΥΡΙΖΑ.

Φαίνεται πως η ηγεσία του ΠΑΣΟΚ δείχνει να αντιλαμβάνεται το πρόβλημα, όπως τουλάχιστον δείχνουν οι τελευταίες της κινήσεις -η απόφαση να κατέλθει το ΠΑΣΟΚ στις ευρωεκλογές με τη σημαία του Ευρωπαϊκού Σοσιαλιστικού Κόμματος κινείται προς αυτή την κατεύθυνση- αλλά οι εσωτερικές ισορροπίες και οι ανησυχίες που εκπορεύονται από αυτές την κάνουν διστακτική και αμφίθυμη.

Το ΠΑΣΟΚ έχει μπροστά του έναν και μόνο δρόμο, αυτόν της αυτοδιάλυσης και της ανάληψης πρωτοβουλίας για την ανασυγκρότηση του προοδευτικού κεντρώου χώρου από δικά του άφθαρτα και νεότερης γενιάς στελέχη που θα μπορέσουν να δράσουν χωρίς τα βαρίδια του παρελθόντος και τις άγονες αντιπαραθέσεις των ηγεσιών (παπανδρεϊκοί, σημιτικοί και βενιζελικοί). Δυστυχώς για το ΠΑΣΟΚ η παραμονή του στην κυβέρνηση, απολύτως απαραίτητη για τη χώρα, δεν του επιτρέπει να έχει αφθονία κινήσεων ούτε και άπλετο χρόνο, καθώς οι επερχόμενες ευρωεκλογές συνιστούν ένα αρχικό σημείο αναφοράς, ενώ οι επόμενες εθνικές εκλογές αποτελούν καθοριστικής σημασίας στοίχημα. Εως τότε ο χώρος αυτός πρέπει να λύσει κρίσιμης σημασίας πολιτικά θέματα και πάνω απ’ όλα το ζήτημα της ηγεσίας, που όσο και αν παρακάμπτεται αριστοτεχνικά παραμένει το υπ’ αριθμόν ένα πρόβλημά του και μια από τις βασικές αιτίες της κακοδαιμονίας του.

Το ΠΑΣΟΚ είναι πλέον ένας κλινικά νεκρός πολιτικός οργανισμός. Παραφράζοντας ένα στίχο από τον «Αίαντα» του Σοφοκλή, πρέπει ή με αξιοπρέπεια να ζει ένα κόμμα ή να πεθαίνει αξιοπρεπώς. Και όπως σε όλους τους νεκρούς, έτσι και στο ΠΑΣΟΚ αξίζει μια αξιοπρεπής ταφή από τους δικούς του ανθρώπους, από αυτούς δηλαδή που το συνόδευσαν και ταυτίστηκαν μαζί του όλες αυτές τις δεκαετίες. Οι συνθήκες είναι ώριμες γι’ αυτή την επιλογή, απλώς η ηγεσία του πρέπει να αρθεί στο ύψος των περιστάσεων. Οσο το ΠΑΣΟΚ παραμένει ένα άταφο πτώμα, τόσο μολύνει το πολιτικό περιβάλλον και δεν αφήνει τίποτε να αναπτυχθεί στη θέση του.

Η πολιτική, όπως και η φύση, απεχθάνεται το κενό. Αν ο προοδευτικός κεντρώος χώρος δεν μπορέσει να ανασυγκροτηθεί, να ενοποιηθεί και να αποτελέσει τον πραγματικό τρίτο πόλο, τότε απλώς το κενό της παρουσίας του θα το καλύψει η προς τα αριστερά διεύρυνση της Νέας Δημοκρατίας και η προς τα δεξιά επέκταση του ΣΥΡΙΖΑ. Αν μια τέτοια εξέλιξη θα είναι για καλό ή για κακό θα το δείξει η ζωή, σίγουρα όμως τα δάκρυα των περισσοτέρων μας για κεντροαριστερά θα έχουν ώς τότε στερέψει.

* Ο κ. Νίκος Μαραντζίδης είναι αναπληρωτής καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας και επισκέπτης καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Καρόλου στην Πράγα και στο Πανεπιστήμιο της Βαρσοβίας.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή