Ετος κρίσιμων επιλογών

4' 4" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Το 2014 θα είναι έτος κρίσιμων επιλογών σε Ελλάδα και Ευρώπη. Δεν υπάρχει αμφιβολία πως στη διάρκεια του έτους αυτού θα επιχειρηθούν ποικίλοι ελιγμοί, αφού η κατάσταση, ειδικά στη δική μας περίπτωση, είναι οριακή. Ωστόσο το κρίσιμο ερώτημα είναι αν οι όποιοι ελιγμοί θα είναι τακτικισμοί για να συνεχισθεί η ίδια πολιτική ή αν θα υπάρξει ρήξη με αυτή την πολιτική, επανατοποθέτηση του ελληνικού προβλήματος, ανακαθορισμός των σχέσεών μας με εταίρους και πιστωτές, και αναπροσανατολισμός της πολιτικής.

Το δίλημμα αυτό δεν μπορεί να παρακαμφθεί αλλά ούτε μπορεί η λύση του να αναβληθεί, αφού η συνέχιση της σημερινής πολιτικής οδηγεί σε μεγάλες οικονομικές και κοινωνικές καταστροφές με απρόβλεπτες συνέπειες. Το δίλημμα θα είναι κεντρικό διακύβευμα στις επερχόμενες ευρωεκλογές, εκτός και αν η κυβέρνηση μεθοδεύσει τελικά βουλευτικές εκλογές πριν από τις ευρωεκλογές.

Διατυπώνεται ο ισχυρισμός –τον διατύπωσε προ ημερών και ο κ. Μπαρόζο– ότι η αλλαγή πολιτικής στη φάση αυτή θα ακύρωνε τις έως τώρα θυσίες. Δεν πρόκειται για επιχείρημα αλλά για τέχνασμα. Διότι τη μόνιμη λιτότητα την εμφανίζει ως προσωρινή.

Ομως, ειδικά σε περιπτώσεις που, όπως στη δική μας, η κρίση αποκτά τη μορφή φαύλου κύκλου, η έννοια της «ολοκλήρωσης της προσαρμογής» δεν υφίσταται καν. Διότι η λιτότητα και η ύφεση αυξάνουν το χρέος, και το χρέος απαιτεί περισσότερη λιτότητα, αφού η εξυπηρέτησή του έχει συνδεθεί με το πλεόνασμα και όχι με την ονομαστική αύξηση του ΑΕΠ. Είναι γνωστό άλλωστε ότι κατά τον ΟΟΣΑ το ελληνικό δημόσιο χρέος θα βρίσκεται, με τα σημερινά δεδομένα, το 2020 στο 160% του ΑΕΠ και όχι στο 124%.

Το θέμα μοιάζει τεχνικό, αλλά αποτελεί μια κρίσιμη πτυχή της παγίδευσής μας σε ένα τυφλό τούνελ, σε μια αδιέξοδη πορεία.

Συγκεκριμένα, τόσο το μνημόνιο όσο και η απόφαση του Eurogroup της 27/11/2012 προβλέπουν ότι όλο το πρωτογενές πλεόνασμα του προϋπολογισμού πρέπει να διατίθεται για την εξυπηρέτηση του υφιστάμενου δημόσιου χρέους. Μόνο αν ο στόχος του πλεονάσματος υπερκαλύπτεται, ένα μέρος του υπερβάλλοντος πλεονάσματος μπορεί να χρησιμοποιείται για άλλους σκοπούς.

Αν όμως όλο το πλεόνασμα διατίθεται για το χρέος δεν θα υπάρχουν δημόσιοι πόροι για να στηρίξουν την ανάπτυξη. Και με στάσιμη οικονομία πρωτογενή πλεονάσματα μπορούν να δημιουργηθούν μόνο με λιτότητα, περικοπές δημόσιων δαπανών και υπερφορολόγηση. Η λιτότητα και η υπερφορολόγηση όσων πληρώνουν φόρους δεν αποτελούν επομένως παρένθεση. Η μόνιμη λιτότητα και η διαρκής και άνιση υπερφορολόγηση αποτελούν τη νέα κανονικότητα. Η συνεπής καταπολέμηση της φοροδιαφυγής θα μετρίαζε τον άνισο χαρακτήρα της υπερφορολόγησης, δεν θα μπορούσε όμως να την εξαλείψει.

Δεν είναι μόνον αυτό. Αφού κάθε αύξηση των φόρων στόχο θα έχει την εξυπηρέτηση του παλαιού χρέους, η κοινωνική ανταποδοτικότητά τους θα βαίνει μειούμενη. Το ίδιο και η κοινωνική νομιμοποίησή τους. Αρα η λιτότητα και η υπερφορολόγηση μόνο με βία και αυταρχισμό θα μπορούν να επιβάλλονται.

Ποιο το μέλλον στ’ αλήθεια της δημοκρατίας αν αυτή η προοπτική δεν αποτραπεί;

Ασφαλώς οι γενεσιουργές αιτίες της κρίσης είναι ενδογενείς και η αντιμετώπισή τους είναι δική μας ευθύνη. Χρειάζεται λοιπόν να τεθεί σε εφαρμογή ένα συνολικό ανορθωτικό πρόγραμμα με βασικούς στόχους τη διασφάλιση της δημοσιονομικής σταθερότητας και του αξιόχρεου του ελληνικού κράτους, την παραγωγική ανασυγκρότηση της οικονομίας, τον δημοκρατικό μετασχηματισμό του κράτους, την ανακατανομή των βαρών, την εμπέδωση της κοινωνικής δικαιοσύνης και την αντιμετώπιση σε πρώτο χρόνο της ανθρωπιστικής κρίσης.

Η κρίση όμως επιδεινώθηκε και από παράγοντες εξωγενείς. Και από πολλές απόψεις είναι μέρος της ευρύτερης ευρωκρίσης.

Για να σπάσει ο φαύλος κύκλος της λιτότητας απαιτείται ο συνδυασμός τριών τουλάχιστον προϋποθέσεων:

α) Διαγραφή μέρους του συσσωρευμένου χρέους.

β) Μη δανειακή αναπτυξιακή χρηματοδότηση στο αρχικό στάδιο.

γ) Ρήτρα ανάπτυξης, δηλαδή εξυπηρέτηση του συμφωνημένου χρέους ανάλογα με την ονομαστική αύξηση του ΑΕΠ και όχι ανάλογα με το πλεόνασμα.

Είναι τα τρία συστατικά του Σχεδίου Μάρσαλ με το οποίο –στο πλαίσιο του τότε Ψυχρού Πολέμου– βοηθήθηκε η Γερμανία το 1953 από τις ΗΠΑ και τους συμμάχους της.

Στις σημερινές συνθήκες, οι παραπάνω προϋποθέσεις θα μπορούσαν να εκπληρωθούν από μια κοινή ευρωπαϊκή πολιτική για το χρέος και ένα New Deal για την Ευρώπη.

Τόσο οι εσωτερικοί όσο και οι εξωτερικοί όροι της λύσης του προβλήματος είναι φυσικά αλληλένδετοι. Και συγκροτούν ένα συνολικότερο σχέδιο το οποίο θα πρέπει να αποτελέσει τη βάση των συμμαχιών που πρέπει να αναζητήσουμε, των διεκδικήσεων που πρέπει να προβάλλουμε, των αλλαγών και των ανατροπών που πρέπει να κάνουμε.

Στην κατεύθυνση αυτή εργάζεται ήδη ο ΣΥΡΙΖΑ. Και σύντομα φιλοδοξεί, με βάση τις επεξεργασίες του, να συμβάλλει στο άνοιγμα ενός μεγάλου διαλόγου με ευρύτερες κοινωνικές και επιστημονικές δυνάμεις, ακόμη και παράγοντες της πολιτικής και της δημόσιας ζωής.

Διότι το ερώτημα τελικά είναι ποιες δυνάμεις, ποιος τελικά συνασπισμός εξουσίας μπορεί να αναλάβει αυτό το έργο. Μπορούν οι δυνάμεις που οδήγησαν στην κρίση να οδηγήσουν και στην έξοδο από αυτήν; Μπορούν οι δυνάμεις που μετέτρεψαν μια οικονομική κρίση σε κοινωνική καταστροφή να εμπνεύσουν την κοινωνία για την αναγκαία, ηθική, πολιτισμική και οικονομική αναγέννησή της;

Είπαμε, το 2014 θα είναι μια χρονιά κρίσιμων επιλογών για όλους, για κάθε πολίτη ξεχωριστά.

* Ο κ. Γιάννης Δραγασάκης είναι βουλευτής της Β΄ Αθηνών του ΣΥΡΙΖΑ.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή