Ο Αρης, η «πρόκglηση» και η αισθητική

Ο Αρης, η «πρόκglηση» και η αισθητική

4' 6" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ολοι θυμούνται τη δήλωση Σπηλιωτόπουλου με την οποία αποδέχθηκε την «πρόκglηση-πρόσκglηση» της υποψηφιότητάς του στην Αθήνα. Τη θυμούνται, όχι μόνον διότι είναι συντομότατη, αλλά και επειδή ο ίδιος έχει φροντίσει να την επαναλαμβάνει διαρκώς (με ελαφρές παραλλαγές κάθε φορά) ώστε όλοι την έχουν μάθει πια. Ο Αρης Σπηλιωτόπουλος προτάσσει την ανάγκη «για μια Αθήνα υψηλής αισθητικής». Τα άλλα όλα -ασφάλεια, δημιουργικές δυνάμεις και τα τοιαύτα- έπονται. Η αυξημένη αισθητική, όπως την εννοεί ο υποψήφιος, είναι η προτεραιότητά του. (Ας μου επιτραπεί εδώ μία παρένθεση, για να εκτονώσω το αλλόκοτο μείγμα των συναισθημάτων που μου προκαλεί ο συσχετισμός των εννοιών «Αρης Σπηλιωτόπουλος» και «αισθητική»: Ιου!..)

Δεν είναι τυχαίο, ωστόσο, ότι προτάσσει την αισθητική. Είναι στοιχείο το οποίο κατά κάποιο τρόπο προδίδει την προέλευση της ιδέας να είναι ο Αρης υποψήφιος. Ποιος είναι ο δικαιωματικά θεωρούμενος μαιτρ ντ’ οτέλ, ντεκορατέρ και τελετάρχης της κυβέρνησης; Μα ποιος άλλος; Ο Δημήτριος Αβραμόπουλος! Ο αντιπρόεδρος της Ν.Δ. είχε τη λαμπρή ιδέα να διεκδικήσει τον δήμο της πρωτεύουσας ο Αρης. Μόνο που, επειδή η υποψηφιότητα δεν προκάλεσε το αναμενόμενο κύμα ενθουσιασμού, τώρα τηρεί αποστάσεις και κάνει τον ανήξερο. Λογικό από πλευράς του. Η νίκη έχει πολλούς πατέρες, η ήττα είναι πάντα ορφανή.

Δεν προεξοφλώ με αυτό την ήττα του Αρη Σπηλιωτόπουλου, αλλά την ήττα της Νέας Δημοκρατίας που τον έχρισε υποψήφιο. Είτε κερδίσει είτε όχι ο Αρης, το κόμμα του έχει ήδη χάσει τη μάχη των εντυπώσεων. Εκείνοι που τον διάλεξαν μέτρησαν ενδεχομένως κάποια πλεονεκτήματά του (τα οποία εγώ δεν βλέπω, αλλά δέχομαι καλόπιστα ότι μπορεί να υπάρχουν…) και αγνόησαν τα εμφανή μειονεκτήματά του. Η Νέα Δημοκρατία ώς τώρα έχει πληρώσει ακριβά την περίοδο της κυβερνητικής αμεριμνησίας της την περασμένη δεκαετία. Το δε κόστος αυτό πολλαπλασιάσθηκε εξαιτίας της αδυναμίας του κόμματος να αντιμετωπίσει τις ευθύνες του.

Εν πάση περιπτώσει, αρκετός καιρός πέρασε έκτοτε και μπορεί να ελπίζει κάποιος ότι το μεγαλύτερο μέρος της ζημίας που ήταν να γίνει έγινε. Στις επόμενες βουλευτικές εκλογές, η κυβέρνηση θα κριθεί για την επιτυχία ή μη του σχεδίου της να αντιμετωπίσει τη σημερινή κατάσταση. Επομένως, βάσει ποίου συμφέροντος, με τη στενή έννοια του όρου, μπορεί η Ν.Δ. να θυμίζει στους ψηφοφόρους της στην Αθήνα εκείνο που θα ήταν καλύτερο για την ίδια αν το ξεχνούσαν επί του παρόντος; Ποιος ο λόγος να ανασύρει από τα αζήτητα της Β΄ Αθηνών το σύμβολο της εποχής του βλαχομπαρόκ και της αστακομακαρονάδας; Πολύ περισσότερο, δε, όταν στην εικόνα προστίθεται και ο Νικήτας Κακλαμάνης, για να την κάνει απεχθέστερη;

Μερικές φορές έχω την εντύπωση ότι ορισμένοι από τη Ν.Δ., οι περί την προηγούμενη ηγετική κατάσταση, επίσης κάποιοι που παίζουν για τον εαυτό τους μόνο και, τέλος, μια τρίτη κατηγορία, εκείνων που αγωνίζονται να διασώσουν μηχανισμούς για τη διανομή πολιτικής εύνοιας, που λειτουργούσαν μέσα στον Δήμο Αθηναίων μέχρι να έρθει η σημερινή δημοτική αρχή, κάνουν το λάθος να διαχωρίζουν το συμφέρον της κυβέρνησης (το οποίο οπωσδήποτε υπηρετούν…) από το συμφέρον του πρωθυπουργού. Νομίζουν ότι το ένα μπορεί να υπάρξει χωρίς το άλλο. Μερικές φορές τα σκέπτομαι αυτά – σπανίως, σπανιότατα. Διότι φυσικά τίποτε δεν ισχύει στην πραγματικότητα. Κακές σκέψεις είναι που περνάνε από το μυαλό και μένουν για λίγο. Είναι πασίγνωστο ότι στη Ν.Δ. είναι όλοι αγαπημένοι. Είναι μια οικογένεια – και αυτή με το δικό της δράμα, όπως η καθεμιά…

Το μόνιμο δίλημμα

Αυτό που δεν κατάφερε ο Λαφαζάνης με τις παρεμβάσεις που συστηματικά πετάει στο κεφάλι του Τσίπρα δίκην σφαλιάρας, αυτό που κατάφερε μέχρι τώρα να αποφύγει ο Τσίπρας με την αξιοσημείωτη υπομονή που δείχνει απέναντι στην Αριστερή Πλατφόρμα, φαίνεται ότι θα το προκαλέσει ένας περιπλανώμενος στα κόμματα της ευρύτερης Αριστεράς: ο Οδυσσέας Βουδούρης. Η επιμονή της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ να επιβάλει την αντιμνημονιακή υποψηφιότητά του για την περιφέρεια Πελοποννήσου προκαλεί εντάσεις, οι οποίες αναδεικνύουν το υπαρξιακό δίλημμα που προσπαθεί μάταια, εδώ και καιρό, να κρύψει ο ΣΥΡΙΖΑ. Πρόκειται για το εξής: Γιούργια να γκρεμίσουμε τον καπιταλισμό ή πάμε να γίνουμε η νέα πασοκαρία στη θέση της παλιάς;

Το δίλημμα σχηματίζεται από την ώρα που άρχισαν να φουσκώνουν τα ποσοστά του ΣΥΡΙΖΑ και να γίνονται διψήφια. Από τη μια πλευρά, έχουμε τους οπορτουνιστές περί τον Τσίπρα που ονειρεύονται εξουσία και γι’ αυτό κολακεύουν τις ανεδαφικές φαντασιώσεις των ψηφοφόρων που συρρέουν στον ΣΥΡΙΖΑ. Από την άλλη, έχουμε τους αμετακίνητους νεοκομμουνιστές που προέρχονται από τον πυρήνα του στελεχικού δυναμικού του κόμματος και ονειρεύονται ευκαιρίες για να ανατρέψουν τον καπιταλισμό. Οι καυγάδες με αφορμή την αντίσταση της αριστερής πτέρυγας στην υποψηφιότητα, η οξύτητα των εκατέρωθεν αιτιάσεων, φέρνουν την αντιπαράθεση ξανά στην επιφάνεια.

Μεταξύ μας, απορώ με το μένος που τους χωρίζει· διότι, στην πραγματικότητα, οι διαφορές μεταξύ τους δεν είναι τόσο μεγάλες. Διαφωνούν μόνον ως προς την κατεύθυνση που θέλουν να κάνει το επόμενο βήμα του το κόμμα τους, αν θα είναι δηλαδή προς τα δεξιά ή προς τα αριστερά. Είτε στη μία είτε στην άλλη περίπτωση, όμως, το αποτέλεσμα θα είναι το ίδιο καταστροφικό για τη χώρα. Η διαφωνία τους περιορίζεται στην πλευρά του γκρεμού από την οποία θέλουν να βουτήξουμε. Αυτό είναι όλο! Προς τι το μένος;

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή