Το εγκώμιο της συγχώρησης

2' 41" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ποιος δεν θα δάκρυζε με την ιστορία μιας μητέρας που της αποσπούν βίαια το τρίχρονο αγόρι της για να το δώσουν σε μια παρένθετη οικογένεια, ενώ εκείνη, νεαρή κοπέλα, σπαράζει πάνω στην κλειστή σιδερένια πύλη του μοναστηριού στο οποίο φιλοξενείται, ως «έκπτωτη γυναίκα»;

Η σκηνή είναι μία από τις αιχμές του δράματος που χειρίζεται ο Βρετανός Στίβεν Φρίαρς στην τελευταία του ταινία «Φιλομένα» (θα προβάλλεται από την ερχόμενη Πέμπτη). Είχα παρακολουθήσει την ταινία σε μια κατάμεστη αίθουσα, χωρητικότητας περίπου 1.000 ατόμων, τον περασμένο Σεπτέμβριο στο Τορόντο, στο πλαίσιο του Διεθνούς Φεστιβάλ της πόλης. Ηταν μια ανοιχτή πρωινή προβολή για κοινό, το οποίο στη συντριπτική πλειονότητά του ήταν Καναδοί συνταξιούχοι, άντρες και γυναίκες. Παρατηρούσα τα πρόσωπα. Συγκινημένα αλλά όχι δακρυσμένα.

Ο Φρίαρς, αξιοποιώντας το υποκριτικό μέγεθος της Τζούντι Ντεντς, γυρίζει μια ταινία πάνω στη συγχώρηση (βασισμένη στο βιβλίο του Μάρτιν Σίξσμιθ «The lost child of Philomena Lee – A mother, her son and a 50 year search», το οποίο με τη σειρά του στηρίζεται σε πραγματικό γεγονός). Η ηρωίδα, Φιλομένα Λι, έφηβη ακόμη, τη δεκαετία του ’50, έμεινε έγκυος, και η οικογένειά της την έστειλε σε καθολικό μοναστήρι για να την προσέχουν. Μετά την αγοραπωλησία του παιδιού της από τις μοναχές, εξαναγκάζεται να υπογράψει ότι «ποτέ δεν θα ψάξει να μάθει» τι έκανε η εκκλησία με τον γιο της. Υστερα από 50 χρόνια άκαρπων ερευνών, ηλικιωμένη πια, ξεκινάει ένα ταξίδι στην Ουάσιγκτον, όπου ενδεχομένως να βρίσκεται ο γιος της, μαζί με ένα δημοσιογράφο που ενδιαφέρεται να γράψει την ιστορία της.

Θα μπορούσε να είναι ένα (ακόμη) κινηματογραφικό αφήγημα, που κατακεραυνώνει τη θρησκευτική αναλγησία και υποκρισία, εξαίροντας την αγάπη και τον ψυχικό πόνο που μετατρέπεται σε σοφία και ανοχή. Δεν είναι η μόνη ταινία πάνω στις σχέσεις (ή στην απουσία σχέσεων) γονέων – παιδιών, στη διαχείριση της απώλειας και του θυμού. Ομως η Φιλομένα εξελίσσεται μέσα από την αναμονή, αρνείται τη θυματοποίηση, με απλότητα δίνει χώρο στην αντίθετη άποψη, το δράμα της ζωής της την οδηγεί στην ενσυναίσθηση και στη γαλήνη. «Σε συγχωρώ, γιατί δεν θέλω να παραμείνω θυμωμένη», λέει στην ηγουμένη του μοναστηριού, επιστρέφοντας σε αυτό ύστερα από πολλές δεκαετίες για να βρει απαντήσεις σε ερωτήματα που την ταλανίζουν. Και όταν ο δημοσιογράφος – συνοδός και στενός φίλος της, πλέον, εκδηλώνει για πρώτη φορά τον θυμό του, για την ανελέητη σκληρότητα και τον μισανθρωπισμό των μοναχών, φωνάζοντας ότι είναι «έξω φρενών», εκείνη απλώς τον κοιτάζει και παρατηρεί: «Θα πρέπει να είναι εξουθενωτικό».

Ολο και πιο συχνά, όλο και πιο πυκνά, ο κινηματογράφος μιλάει για τη «συγχώρηση». Πριν από λίγες εβδομάδες διασχίσαμε τη «Νεμπράσκα» του Αλεξάντερ Πέιν, ένα μαυρόασπρο τοπίο στο οποίο ανοίγει μια βεντάλια λεπταίσθητων συναισθηματικών αποχρώσεων, για τις οικογενειακές σχέσεις, την αποδοχή και την κατανόηση. Ο 70χρονος, βρετανικής κοπής και σχολής, Στίβεν Φρίαρς παίρνει το κακό ως δεδομένο, αυτή είναι η βάση εκκίνησης, και μας συμφιλιώνει με την απεχθή όψη του μέσα από την πορεία της ηρωίδας του. Η συγχώρηση απελευθερώνει, μας βοηθάει να δούμε τον εαυτό μας, να είμαστε περισσότερο ανεκτικοί με τον άλλον. Σε έναν κόσμο που καλπάζει οργισμένος, φοβισμένος, ταπεινωμένος, ετοιμοπόλεμος, πολλαπλασιάζοντας το μίσος και τους εχθρούς, ο κινηματογράφος αντιτάσσει τη θαλπωρή των αισθημάτων. Οχι επίπλαστων και παροδικών. Αλλά εκείνων πάνω στα οποία θεμελιώνονται οι ανθρώπινες σχέσεις. Στη «Φιλομένα», ο Φρίαρς πλέκει το εγκώμιο της συγχώρησης.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή