Ανοικτά εθνικά θέματα: διαπραγματεύσιμα ή μη;

Ανοικτά εθνικά θέματα: διαπραγματεύσιμα ή μη;

3' 25" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Σε εποχές βαθιάς οικονομικής, κοινωνικής και πολιτικής κρίσης, σκόπιμο είναι, ίσως και απαραίτητο, να προσεγγίσουμε τις επιμέρους εκφάνσεις της κατά τρόπο νηφάλιο και ολοκληρωμένο. Οι επιμέρους συνιστώσες της κρίσης δεν οφείλονται μόνο στις ακολουθηθείσες πολιτικές στους τομείς της οικονομίας, της δημόσιας διοίκησης, της εκπαίδευσης, της υγείας, στα φαινόμενα διαφθοράς, πελατειακών σχέσεων και ξεπερασμένων νοοτροπιών, αλλά και σε άλλες μη ακόμη ορατές διά γυμνού οφθαλμού ελλείψεις και παραλείψεις μας.

Ας στρέψουμε λίγο την προσοχή μας στον χώρο των εξωτερικών σχέσεων της χώρας. Τι παρατηρούμε σ’ αυτόν κατά τα τελευταία σαράντα χρόνια τουλάχιστον, δηλαδή στην περίοδο της λεγόμενης μεταπολιτεύσεως;

Παρατηρούμε δύο βασικά φαινόμενα: αφενός μια σταθεροποίηση των βασικών εξωτερικών προσανατολισμών της χώρας με βάση γεωπολιτικές και γεωστρατηγικές παραμέτρους (Ε.Ε., ΝΑΤΟ, σχέσεις με ΗΠΑ, θετική ανάπτυξη σχέσεών μας με τον γειτνιάζοντα χώρο, Μ. Ανατολή, Βαλκάνια και Καύκασο, αξιοποίηση της λεγόμενης ενεργειακής διπλωματίας) και, αφετέρου και σε αντιδιαστολή, μια έκδηλη στασιμότητα στην αντιμετώπιση των μεγάλων ανοικτών εθνικών ζητημάτων που η χώρα αντιμετώπιζε και προ του 1974, και στα οποία προσετέθησαν και νέα. Με ελάχιστες αναλαμπές και αυτές αμφισβητούμενες στα εν λόγω ανοικτά ζητήματα, η χώρα κατόρθωσε να σημειώσει καταγραφή θέσεων ή το πολύ την απλή διαχείρισή τους.

Στο σημείο αυτό καλόν είναι να προβούμε σε δύο παρατηρήσεις. Κατ’ αρχάς ελλείπει ένας κοινά αποδεκτός ορισμός του όρου «εθνικά θέματα». Και επειδή ελλείπει (εννοούμε πάντοτε στον χώρο της εξωτερικής πολιτικής), ο πειρασμός της προσθήκης και νέων εκκρεμών ζητημάτων, τα οποία ηθελημένα ή και αβασάνιστα βαπτίζονται ως εθνικά, είναι μεγάλος. Οι συνέπειες είναι ευνόητες και δεν χρήζουν αναλύσεως.

Χωρίς να παίζουμε με τις λέξεις, αλλά κινούμενοι σε μια πιο πραγματιστική προσέγγιση, θεωρούμε ότι η αντικατάσταση του όρου «εθνικά θέματα» από τον λιγότερο δραματοποιημένο όρο «ζητήματα εθνικού ενδιαφέροντος» θα παρουσίαζε εννοιολογικά αλλά και πρακτικά πλεονεκτήματα.

Καθ’ όσον αφορά το εύλογο ερώτημα για το ποια ζητήματα εμπίπτουν στην προαναφερθείσα κατηγορία, θα την ορίζαμε ως εξής: «Ζητήματα εθνικού ενδιαφέροντος» είναι εκείνα τα ζητήματα εξωτερικής πολιτικής, τα οποία άπτονται ζωτικών δικαιωμάτων και συμφερόντων της χώρας, στο πεδίο της κυριαρχίας, των κυριαρχικών δικαιωμάτων, της εδαφικής ακεραιότητος, της πολιτικής ανεξαρτησίας και της ευημερίας του λαού της».

Η αναζήτηση τίτλου και ορολογίας για τα ζητήματα αυτά δεν αποτελεί ακαδημαϊκή ή γλωσσική άσκηση, αλλά αποβλέπει στον προσδιορισμό, οριοθέτηση και ουσιαστική αντιμετώπιση των ζητημάτων αυτών που, όπως προσημειώθηκε, παραμένουν ανοικτά επί δεκαετίες και επηρεάζουν την ασφάλεια και την ευημερία της χώρας.

Επηρεάζουν όμως και τον διατυπούμενο πολιτικό λόγο των πάσης φύσεως ταγών της χώρας (όχι μόνον των κατ’ επάγγελμα πολιτικών) και παρέχουν ευρύ πεδίο και φάσμα διχογνωμιών, διαιρέσεων, διαστρεβλώσεων και εκτοξεύσεως κατηγοριών, συνήθως με ιδιοτελή κίνητρα, από κύκλους που έχουν την άνεση της μη συμμετοχής, εναντίον των πραγματικών χειριστών και διαχειριστών τους.

Μία εγγύτερη ματιά στον χαρακτήρα των ανοικτών τούτων ζητημάτων εθνικού ενδιαφέροντος θα μας έδινε μια καθαρότερη εικόνα: Ολα χωρίς εξαίρεση έχουν χαρακτήρα σύνθετο (από ιστορικής, πολιτικής, αμυντικής κ.ά. απόψεως), διαχρονικό, πολιτικά βεβαρημένο, διαπερατικό και διαχεατικό σε ευρέα στρώματα της elite του τόπου και τέλος, και το σπουδαιότερο, επιδεκτικό εμπλοκής της χώρας σε εντάσεις και κρίσεις με αβέβαιες εξελίξεις και αποτελέσματα.

Υπό τις προεκτεθείσες διευκρινίσεις η έγερση ερωτήματος για το εάν τα ζητήματα αυτά υπόκεινται σε διαπραγμάτευση ή όχι απαιτεί προσεκτική προσέγγιση. Η εύκολη προσέγγιση θα ήταν αρνητική με δικαιολογητική βάση την αναγνώριση των εθνικών δικαίων από το Διεθνές Δίκαιο, με διατάξεις αυστηρές και υφιστάμενες εξ υπαρχής (ab initio). Η αρνητική όμως αυτή προσέγγιση, η οποία συχνά ερωτοτροπεί με τις λεγόμενες «κόκκινες γραμμές» στις θέσεις μας ή στη μη εκ μέρους μας αναγνώριση καν της υπάρξεως ενός ζητήματος ή μιας διαφοράς, συγκρούεται λογικά, επιστημονικά, αλλά και πολιτικά με το ίδιο το Διεθνές Δίκαιο, που θέτει όρους, όρια και προϋποθέσεις στην άσκηση όλων των εθνικών δικαιωμάτων.

Το ίδιο επίσης Διεθνές Δίκαιο και οι Διεθνείς Οργανισμοί παρέχουν τα μέσα για την επίλυση διεθνών ζητημάτων που χρονίζουν μέσω ειρηνικών μεθόδων ή διαδικασιών τρίτου μέρους.

Βασικό και απαραίτητο στοιχείο του στόχου αντιμετωπίσεως (όχι κλεισίματος όπως όπως) των ανοικτών ζητημάτων εθνικού ενδιαφέροντος είναι η ύπαρξη και εκδήλωση πολιτικής βουλήσεως για την επίλυσή τους. Και ο εν προκειμένω ρόλος μιας εθνικής κοινής γνώμης κατάλληλα και έγκαιρα ενημερωμένης δεν είναι απλώς συνοδευτικός αλλά πρωταρχικής σημασίας.

*Ο κ. Γ. Σαββαΐδης είναι πρέσβης ε.τ. και πρ. γεν. γραμματεύς του ΥΠΕΞ.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή