Ας είμαστε τουλάχιστον ειλικρινείς

Ας είμαστε τουλάχιστον ειλικρινείς

2' 24" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η απειλή ότι «κινδυνεύει με λουκέτο το Θεατρικό Μουσείο» εμφανιζόταν κατά τακτά χρονικά διαστήματα, εξ όσων θυμάμαι, από τη δεκαετία του ’90. Ισως και νωρίτερα. Συγκαταλεγόταν ανέκαθεν στους πολιτιστικούς οργανισμούς οι οποίοι αντιμετώπιζαν προβλήματα επιβίωσης. Ο τότε πρόεδρος του Δ.Σ. (από το 1976 έως το 1998), θεατρικός συγγραφέας Μανόλης Κορρές, έστελνε συχνά, σαν σταθερό τελετουργικό, μηνύματα κινδύνου στον Τύπο. Κουτσά-στραβά, με πιέσεις και χρέη, το Κέντρο Μελέτης και Ερευνας του Ελληνικού Θεάτρου (τίτλος με κύρος που ισχύει από το 1996) παρέμενε ανοιχτό. Και κάτι παραπάνω· όταν εγκαινιαζόταν κάποιο καινούργιο καμαρίνι, έχαιρε δημοσιότητας, το πολιορκούσαν φλας, το επισκέπτονταν επίσημοι. Τότε, το ακατάλληλο υπόγειο της οδού Ακαδημίας 50, που πλημμύριζε, θέτοντας σε κίνδυνο κειμήλια μεγάλης αξίας και ανεκτίμητα τεκμήρια, ήταν για λίγο λαμπερό και φωταγωγημένο.

Τα πιο πρόσφατα ρεπορτάζ δημοσιεύτηκαν το 2011. Πριν από τρία χρόνια, λοιπόν, Μάιο μήνα, επί υπουργίας Παύλου Γερουλάνου, είχαν συναντηθεί η γενική γραμματέας του ΥΠΠΟ Λίνα Μενδώνη και ο πρόεδρος του Δ.Σ. του μουσείου Κώστας Γεωργουσόπουλος, για να συζητήσουν εκτενώς το διαρκώς εκκρεμές θέμα, καταλήγοντας σε μια αρχική συμφωνία. Σύμφωνα με αυτή, το Θεατρικό Μουσείο θα εντασσόταν σε εποπτευόμενο από το υπουργείο Πολιτισμού φορέα – ενδεικτικά είχαν αναφερθεί το Εθνικό Θέατρο, η Λυρική Σκηνή ή και το Μέγαρο Μουσικής Αθηνών. Και θα μετακόμιζε.

Η τριετία που μεσολάβησε ήταν καταλυτική για όλη τη χώρα, όχι μόνο για το Θεατρικό Μουσείο της, το οποίο, ούτως ή άλλως, βρισκόταν και προ κρίσης σε δεινή κρίση. Την περασμένη Πέμπτη (27/3), ένα σχόλιο της Γιώτας Συκκά στις πολιτιστικές σελίδες ήταν καταλυτικό. Από το 2011 παραμένει κλειστό, λόγω επίσχεσης εργασίας του προσωπικού (χρειάζονται 500.000 για να ξεχρεωθούν μισθοδοσίες, ΙΚΑ κ.λπ.), παραδομένο «στην υγρασία και τα κειμήλιά του στις κατσαρίδες που έχουν τρυπώσει ακόμη και στο στρίφωμα των φουστανιών των μεγάλων πρωταγωνιστριών, με ταβάνια, ταπετσαρίες και δάπεδα μουχλιασμένα και παντού αραχνιασμένες γωνιές».

Δεν χρειάζονται διαμαρτυρίες και πύρινοι λόγοι. Το ζήτημα είναι απλό: ως χώρα δεν έχουμε ανάγκη ένα Θεατρικό Μουσείο. Αλλιώς, θα το συντηρούσαμε. Οι αρμόδιοι θα ενδιαφέρονταν, οι επισκέπτες δεν θα το εγκατέλειπαν, θα υπήρχαν τέλος πάντων ενδείξεις ότι μας απασχολεί η θεατρική μας παράδοση. Τι κι αν η βιβλιοθήκη του έχει πάνω από 70.000 τόμους, τι κι αν υπάρχουν χειρόγραφα του 19ου αιώνα, πολύτιμα αρχεία, χιλιάδες ώρες βιντεοσκοπημένων παραστάσεων. Ο νυν υπουργός Πολιτισμού απευθύνει επιστολές στον Τζορτζ Κλούνεϊ για τα Γλυπτά του Παρθενώνα, ο δε διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου είναι απορροφημένος με τον διαγωνισμό για τον καινούργιο λογότυπο. Το Μέγαρο είναι στο χείλος της οικονομικής καταστροφής, η Λυρική που διάγει επιτυχημένο βίο δύσκολα θα μπορούσε να «φιλοξενήσει» -προς το παρόν τουλάχιστον, στο θέατρο Ολύμπια- το Θεατρικό Μουσείο.

Τι απομένει; Να συνυπάρξουμε με την καταστροφή. Εξάλλου τρία χρόνια τώρα όλο και κάποιες σοβαρές φθορές θα έχουν επέλθει. Ας μην κάνουμε πολλή φασαρία και η ολοσχερής εγκατάλειψη θα κάνει τη δουλειά που δεν τολμούμε να ομολογήσουμε ότι κατά βάθος επιθυμούμε. Σε αυτούς τους ταραγμένους καιρούς, το υποκριτικό ενδιαφέρον μεγεθύνει απλώς τις πραγματικές προθέσεις. Ας είμαστε τουλάχιστον ειλικρινείς.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή