Σχολική ορθογραφία, σχολική ιστορία κ.ο.κ.

Σχολική ορθογραφία, σχολική ιστορία κ.ο.κ.

4' 46" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ενα υποτονικό έθιμο είναι οι εθνικές επέτειοι, ακόμα κι αυτή της κοντινής 28ης Οκτωβρίου 1940, που τη βλέπει ο καθείς υποστασιοποιημένη μέσα στο σπίτι του: στο πρόσωπο γονιών και παππούδων, που θα είχαν να του πουν ιστορίες, όχι την Ιστορία. Από συνήθεια αποδίδουμε τιμές, σαν άγημα βαργεστημένο, που περιμένει να τελειώσει η υποχρέωση. Εθιμικά επίσης οι παρελάσεις χαρακτηρίζονται δοξαστικά «μεγαλειώδεις» ακόμα κι όταν οι αστυνομικοί που κινητοποιούνται προς διαφύλαξιν της τάξεως υπερτερούν κατά πολύ των θεατών, που οφείλουν πια να διαθέτουν προσκλήσεις και διαπιστεύσεις. Εθιμική είναι και η προτροπή των σοφών κεφαλών «να μελετάμε την ιστορία μας, διότι ένας λαός που δεν ξέρει την ιστορία του» κτλ. Το λιγότερο και το ηπιότερο που έχει να πει κανείς είναι το «δάσκαλε που δίδασκες». Αλλιώς θα έπρεπε, λ.χ., να συζητήσουμε στα σοβαρά τα γλωσσικά με τον κ. Αρη Σπηλιωτόπουλο, ο οποίος εξαπέλυσε την πληθωριστική παραίνεση «να ανακτήσουμε ξανά την…» (δεν θυμάμαι ποια), παραλείποντας να συμπληρώσει «να την ανακτήσουμε ξανά και πάλι». Αλήθεια, πόθεν αντλεί το κύρος ένας απλός υποψήφιος, νεόκοπος ή φωτογενώς αποτυχημένος όπως ο πρώην υπουργός Τουρισμού, ώστε να εκτοξεύει και αυτός διάγγελμα καταπάνω στο έθνος;

Εθιμική επίσης είναι η έριδα που ξεσπάει λίγο πριν από κάθε επέτειο και ο απόηχος της οποίας κρατάει μέρες, ιδίως αν η αναψηλάφηση συμπεριλαμβάνει ευαίσθητα ζητήματα. Πάλι καλά, από μια άποψη, για την 28η έχουμε να σφαζόμαστε κυρίως (αν όχι αποκλειστικά) για το ποιος είπε το ΟΧΙ, ο λαός ή ο Μεταξάς. «Μας εκπλήσσει που είπε όχι ο Μεταξάς», δογμάτισε κάποιος κάποτε μα ξεχνάω ποιος, «επειδή ήταν ο μόνος Ελληνας που θα μπορούσε να πει ναι»· και μάλλον τον αδίκησε τον εφευρέτη του «τρίτου ελληνικού πολιτισμού», γιατί και άλλοι ευπατρίδες θα συναινούσαν. Αλλά πιστεύουμε όντως ότι αν ο δικτάτορας έλεγε ναι, ο λαός θα περίμενε με βάγια Ιταλούς και Γερμανούς; Να το πιστεύουν αυτό οι μηδίσαντες, γερμανίσαντες, μαυραγορίτες και οι γόνοι αυτών, εντάξει. Αλλά τα παιδιά και τα εγγόνια όσων πολέμησαν στα βουνά, κι ύστερα και στις πόλεις, και σκοτώθηκαν ή απόλαυσαν τελικά σε προτουριστικές νήσους την ελευθερία για την οποία πολέμησαν, ποιον λόγο έχουν να κατατρίβονται σε ένα ερώτημα στο οποίο την τελεσίδικη απάντηση την έδωσαν οι γονείς και οι παππούδες τους;

Με την 25η Μαρτίου, αντίθετα, οι πηγές της έριδας είναι σαφώς περισσότερες, παρότι θα περίμενε κανείς ότι όσο απομακρυνόμαστε από ένα ιστορικό γεγονός τόσο λαγαρίζουν οι γνώσεις μας και κατασταλάζουν οι απόψεις μας. Δηλαδή έρχεται πιο κοντά η «επίσημη» ιστορία στην επιστημονική. Διότι έχουμε και αυτό το διχοτομικό μαράζι. Ως γνωστόν, διαθέτουμε δύο (τουλάχιστον) ορθογραφίες: τη «σχολική» και την άλλη, την επιστημονικότερη, τη σωστή. Επειδή αδυνατούμε να συνεννοηθούμε αν πρέπει να γράφουμε ξιπόλητος, ξυπόλητος ή ξυπόλυτος, τσιπούρα ή τσιππούρα κτλ., ταλαιπωρούμε τα παιδιά, που άλλα βλέπουν στο σχολικό βιβλίο, άλλα στο λογοτέχνημα που ίσως διαβάζουν ή στην εφημερίδα του σπιτιού, όπου συμβαίνει τέτοιο θαύμα, και άλλα διδάσκονται ανεβαίνοντας τάξεις. Με τον ίδιο ακριβώς τρόπο διαθέτουμε δύο (και πάλι: τουλάχιστον) ιστορίες: τη σχολική, την «ορθή» που ταυτίζεται με την επίσημη, την κρατική, ας πούμε την καταγόμενη από τον Παπαρρηγόπουλο, και την επιστημονική. Στην επιστημονική παραχωρούμε το δικαίωμα να είναι πιο ανήσυχη, να έχει λιγότερες σιγουριές και πιο πολλές αμφιβολίες. Και, βασισμένη στην έρευνα (που δεν σταμάτησε στον Παπαρρηγόπουλο, ούτε βέβαια στον Ηρόδοτο), να έχει εντελώς διαφορετικές σιγουριές από τις ενδοσχολικά, ενδοεκκλησιαστικά και ενδοστρατιωτικά διακινούμενες. Αρκεί να μην τις ανακοινώνει.

Αλλά ακόμα και όταν στα σχολικά βιβλία περνάει κάποια στιγμή ένα κομμάτι της αποσιωπημένης ή απωθημένης αλήθειας, για το «Κρυφό Σχολειό» λ.χ., τον ηθικό τους πανικό τον έχουν πανέτοιμο όσοι έχουν αποφασίσει πως η μοναδική ιστορική αφήγηση που έχει αξία είναι «του παππού και της γιαγιάς τους»· και δεν πρόκειται ποτέ να την παραμερίσουν. Είναι όμως ασόβαρο να μην ακούμε τι έχει να μας πει ο παππούς μας για το 1940 που το έζησε, και να θεωρούμε ότι για το 1821 την πάσαν αλήθεια την έχει πει η γιαγιά μας, που την έμαθε από τη γιαγιά της κ.ο.κ. Υπάρχει πράγματι και μια τέτοια εκδοχή της ιστορίας, λαϊκή, προφορική. Ιστοριογράφοι και λαογράφοι την τιμούν, χρησιμοποιούν στοιχεία της, αλλά την τοποθετούν στο κεφάλαιο «Θρύλοι και παραδόσεις».

Δεν θα ήταν τόσο περίπλοκο το ζήτημα με την «προφορική ιστορία των γερόντων» αν τα τελευταία χρόνια δεν είχαμε αντικαταστήσει μαζικά τους εξ αίματος συγγενείς μας γέροντες με τους εκ πνεύματος. Δηλαδή με τους «γέροντες» που, θρονιασμένοι σαν αφηγητές ή επικοί νέου τύπου στο επίσης νέου τύπου «τζάκι», την τηλεόραση, μας μαθαίνουν και αυθεντική ιστορία, πλην της συνταγματολογίας, της σεισμολογίας, της αεροπλανολογίας κτλ. Αυτοί θα μας πουν, παρεμπιπτόντως ή σε στρογγυλά τραπέζια στημένα με στόχο τον θόρυβο, για τον Παλαιών Πατρών Γερμανό (ήταν εκεί; δεν ήταν;)· για την άλωση της Τριπολιτσάς (την έχουν ακουστά από το τραγούδι «Σαράντα παλικάρια από τη Λεβαδειά, πάνε για να πατήσουνε την Τριπολιτσά», που κι απ’ αυτό, μόνο την αρχή ξέρουν)· για τον Ζάλογγο (έπεσαν; δεν έπεσαν; και τραγουδούσαν ή όχι οι Σουλιώτισσες, που δεν είναι βέβαια λιγότερο ή περισσότερο ηρωίδες, ανάλογα με την απάντηση)· για το Ναυαρίνο, για… για… Η γιαγιά που λέγαμε. Γιατί και αυτοί που άρχουν τηλεοπτικώς και διαμορφώνουν κλίμα (όταν υποτίθεται ότι «ηγεμονεύει η Αριστερά»), από τον κ. Λιακόπουλο και τον τσολιά κ. Τράγκα έως τον κ. Γεωργιάδη, λιανοπωλητή της ιστορίας (δεν εννοώ το εμπόριο βιβλίων, την εμπορία «Αληθειών» εννοώ), από τη γιαγιά τους τα έχουν μαθημένα· που παραμύθια ήξερε ότι λέει η έρμη, ανασχημάτιζε δηλαδή τη συλλογική μνήμη, αλλού ισχνή, αλλού γερή, σε παραμύθι· όχι σε Ιστορία.

Και επειδή πορευόμαστε με τους κοινούς τόπους της επιστήμης να μένουν εκτός εκπαίδευσης και κοινωνίας, σε κάθε επέτειο φαντάζει ριζοσπαστικό το αυτονόητο, νεωτερικό το ήδη παλιό και αμφισβητησιακό το κοινότοπο, για το μακελειό στην Τριπολιτσά π.χ., που το ιστόρησαν όλοι οι αυτόπτες. Και του χρόνου, λοιπόν, τα ίδια θα έχουμε: «Αποκαλύψεις», ηθικούς πανικούς, καταγγελίες περί προδοσίας, απαιτήσεις λιθοβολισμού… Για να μη χαθεί το έθιμο. Μια και είμεθα των παραδόσεων.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή