Ούτε χωρίς πείσμα ούτε μόνο με πείσμα

Ούτε χωρίς πείσμα ούτε μόνο με πείσμα

2' 35" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Αν υπάρχει ένας κοινός τόπος στα δύο ντοκιμαντέρ που προβάλλονται μαζί αυτή την εβδομάδα, δεν είναι τόσο το κοινό θέμα τους, το θέατρο, αλλά το πείσμα. Αν υπάρχει ένας λόγος να στρέψει κανείς την προσοχή του στην ενιαία αυτή προβολή, είναι το πείσμα που χρειάστηκε για να γυριστούν και οι δύο ταινίες. Τρία χρόνια για να ολοκληρώσει ο Δημήτρης Κουτσιαμπασάκος τους «Ηθοποιούς: Ημερολόγιο σπουδής» και δύο η Κατερίνα Πατρώνη (και η παραγωγός της Ιλια Παπασπύρου) για την «Τέχνη της κρίσης, η περίπτωση του θεάτρου».

Πριν θεωρηθεί το θέμα αυτονόητο και περιττή η αναφορά, καλό είναι να αναλογιστούμε σε τι μεταφράζεται. Πόσες εργατοώρες αφιερώνονται δωρεάν –και χωρίς την αναμονή της μελλοντικής απόσβεσης– τις οποίες προσπερνάμε υπό τον γενικό τίτλο «η χαρά της δημιουργίας». Τα δύο ντοκιμαντέρ είναι ενδεικτικό παράδειγμα. Με τον ίδιο τρόπο, περίπου, εξακολουθεί να παράγεται έργο στον κινηματογράφο και στο θέατρο τα τελευταία χρόνια. Και επειδή η κρίση μπορεί να οδηγήσει στη νομιμοποίηση της κρίσης ως κινητήριου μοχλού έμπνευσης, ευρηματικότητας και φαντασίας, τα δύο ντοκιμαντέρ είναι μια ευκαιρία για έναν πρώτον απολογισμό. Γιατί ανάμεσα στην κρατικοδίαιτη τέχνη και στην απουσία οποιασδήποτε κρατικής στήριξης (όχι κατ’ ανάγκη και μόνον οικονομικής) της τέχνης, η απόσταση δεν γεφυρώνεται. Δεν είναι μόνο η (πρώην) ΕΡΤ που χρωστάει περίπου 4 εκατ. ευρώ στους Ελληνες παραγωγούς κινηματογράφου και τηλεόρασης, είναι ότι δεν διαφαίνεται από την Πολιτεία καμία διάθεση να κινήσει ή να αλλάξει τους μηχανισμούς της ώστε να βρεθεί με την πλευρά των δημιουργών και όχι απέναντί τους. «Με την πλευρά» σημαίνει και συμβολική ενθάρρυνση, παρουσία, ενεργητική στάση, δεν μεταφράζεται μόνο σε επιχορήγηση. Στο ντοκιμαντέρ της Κατερίνας Πατρώνη, για παράδειγμα, κάποιος από τους καλλιτέχνες που «έχτισαν» με τα χέρια τους παράσταση και θέατρο την τελευταία τριετία δηλώνει ότι προτίθεται να κάνει ό,τι χρειάζεται μόνος αλλά να μην έρχεται και εκ των υστέρων το κράτος να μοιραστεί το αποτέλεσμα ως μέτοχος στην όποια επιτυχία.

Στην ταινία του Δ. Κουτσιαμπασάκου παρακολουθούμε μια ομάδα νέων που φοιτούν σε δραματική σχολή τα τρία χρόνια των σπουδών τους. Πώς δουλεύουν, πώς σκέφτονται, τι περιμένουν, τι φοβούνται, τι τους απασχολεί περισσότερο. Νέους ανθρώπους σε έναν καθημερινό μόχθο για να συνθέσουν τον πιο απαιτητικό ρόλο: τον εαυτό. Αντιπαλεύοντας με πολλαπλάσιες, λόγω κρίσης, αντιξοότητες, με την ευθραυστότητα μιας εποχής που κάνει τα συναισθήματα πιο ευάλωτα, αυξάνει το άγχος και τον φόβο, έρχονται αντιμέτωποι με μια πραγματικότητα όλο και πιο δύσκολη γιατί είναι όλο και πιο απροσδιόριστη.

Και τα δύο αυτά ντοκιμαντέρ –όποιες επιμέρους ενστάσεις κι αν έχει κανείς για το αποτέλεσμα– είναι μαρτυρίες μιας πολύ πρόσφατης εποχής, την οποία ακόμη διανύουμε, μέσα από τον πολυσήμαντο χώρο της τέχνης του θεάτρου. Το πείσμα είναι αξιοθαύμαστο αλλά δεν αρκεί. Μπορεί να είναι η κύρια οδηγία στο manual της επιβίωσης αλλά δεν μπορεί να διαφημίζεται ως κατ’ εξοχήν εργαλείο δουλειάς. Γεννάει θαύματα αλλά και εξαντλεί, θυμώνει, συμβαίνει άπαξ και δεν διαιωνίζεται. Είναι ωραίο να επαινούμε το πείσμα γιατί στηρίζει και δίνει κουράγιο, είναι η πιο αποτελεσματική και συντροφική –βρίσκεις φίλους συνοδοιπόρους– συνταγή επιτυχίας, αλλά δεν πρέπει να μετατραπεί σε άλλοθι. Τα δύο αυτά ντοκιμαντέρ, στην επικίνδυνη στροφή της μετάβασης, βοηθούν στον σχεδιασμό της επόμενης μέρας: όχι χωρίς πείσμα αλλά όχι και μόνο με πείσμα.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή