Η επανίδρυση που δεν έγινε ποτέ

Η επανίδρυση που δεν έγινε ποτέ

3' 55" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Μέσα σε λίγους μήνες δύο ηγεσίες της δημόσιας τηλεόρασης ή αποπέμφθηκαν ή παραιτήθηκαν. Τον Μάιο του 2014 το εποπτικό συμβούλιο ζήτησε την απομάκρυνση του διευθύνοντος συμβούλου Γιώργου Προκοπάκη. Σε δηλώσεις του, τότε, ο κ. Προκοπάκης είχε πει μεταξύ άλλων ότι «τα δύο κόμματα θέλουν το κανάλι της ΝΕΡΙΤ ως λιβανιστήρι, όχι για προπαγάνδα αλλά για απαξίωση. Θέλουν τον φορέα εκεί, απαξιωμένο, με λεφτά όμως. Για να εξυπηρετεί το πολιτικό σύστημα, να αναλαμβάνει το κόστος κάλυψης και να μοιράζει εικόνα σε όλους». Είχε προσθέσει, επίσης, περιγράφοντας τις «δραστηριότητες» εντός του Ραδιομεγάρου, τα εξής: «Ποιος θα πάρει μαύρα κάνα πεντοχίλιαρο, ποιος θα είναι παράγων χωρίς να προσφέρει, τίνος ο γαμπρός θα γίνει διευθυντής Πληροφορικής, ποιος όταν μένει χωρίς δουλειά θα γίνεται σύμβουλος με απολαβές γενικού διευθυντή, τίνος η εκπομπή θα σπρωχτεί». Πολλά βέβαια είχαν ακουστεί και για τη θητεία του κ. Προκοπάκη στη δημόσια τηλεόραση, για το ανεξέλεγκτο θυμικό του και εν γένει τους χειρισμούς του. Την εβδομάδα που πέρασε, αιφνιδίως, υπέβαλαν τις παραιτήσεις τους ο νέος διευθύνων σύμβουλος Αντώνης Μακρυδημήτρης και ο αναπληρωτής του Ροδόλφος Μορώνης. Επίσημη ανακοίνωση για τους λόγους δεν εκδόθηκε, αλλά «σύμφωνα με πληροφορίες, ήδη από καιρό και τα δύο στελέχη εξέφραζαν με κάθε τρόπο τη δυσφορία τους για σωρεία παρεμβάσεων στις ειδήσεις, αλλά και στο πρόγραμμα της ΝΕΡΙΤ εκ μέρους στελεχών της κυβέρνησης». Ο κ. Μορώνης, επιπλέον, στο προφίλ του στο Facebook έγραψε: «Αν διακηρύττεις ότι θέλεις να φτιάξεις κάτι ανεξάρτητο, αντικειμενικό και ποιοτικό αλλά δεν το εννοείς, μη το αναθέτεις σε κάποιον που το εννοεί…».

Κάθε προσπάθεια ανακεφαλαίωσης της διαδρομής της δημόσια τηλεόραση τον τελευταίο ενάμιση χρόνο προκαλεί μόνο ντροπή και θυμό. Κατάθλιψη. Αφού έχει επαναληφθεί πολλές φορές ότι όσο αδιανόητο για τις δημοκρατικές πεποιθήσεις ήταν το γεγονός του «μαύρου στην ΕΡΤ» άλλο τόσο αδιανόητος ήταν και ο τρόπος λειτουργίας της, διαβρωμένος βαθύτατα από το πελατειακό καθεστώς, απομένει να συζητήσουμε το επόμενο βήμα. Οχι μόνο, όμως, δεν διαγράφεται η προοπτική μιας αναβαπτισμένης δημόσια τηλεόραση, τουναντίον. Ο,τι προβάλλεται, τσάτρα πάτρα, ως πρόγραμμα, συμπεριλαμβανομένης της εξουθενωτικής και ακυρωτικής για κάθε κανάλι διαδικασίας των επαναλήψεων (μόνιμο σχεδόν το σήμα Ε επί της οθόνης), είναι θλιβερό απομεινάρι περασμένων δεκαετιών. Η «νέα» δημόσια τηλεόραση δεν προσπαθεί απελπισμένα να αναβιώσει την προ κρίσης εποχή όπως τα ιδιωτικά κανάλια. Εκπέμπει από μια ιδιότυπη σήραγγα του χρόνου. Μια ιδιοκατασκευή, που συνθέτουν κάποιες -ελάχιστες- καλές σειρές, ένα τοπικό, χωρίς χαρακτήρα, εκτός πραγματικότητος ως προς την αξιολόγηση των γεγονότων, δελτίο ειδήσεων, και εκπομπές άνισες και αμήχανες. Αλλά και οτιδήποτε καλό εξαφανίζεται μέσα σ’ έναν απροσδιόριστο χυλό.

Εν ολίγοις, η «νέα» δημόσια τηλεόραση, ως εικόνα, είναι στη χειρότερη στιγμή της μεταδικτατορικής ζωής της. Με συμμαζεμένα, βέβαια, οικονομικά. Αλλά κι αυτό, τι σημαίνει; Πάγωσαν οι προσλήψεις 132 δημοσιογράφων, ύστερα από καταγγελίες που αφορούν τη διαδικασία πρόσληψης. Ηδη διατάχθηκε η διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης από την Εισαγγελία Πρωτοδικών. «Διαδικασίες που είχαν προχωρήσει είναι πάλι σαν να μην έγιναν», λέει έμπειρος δημοσιογράφος. «Κι αυτό χωρίς να υπάρχει καμία λογοδοσία από τους υπεύθυνους. Δεν συντάσσομαι με καμία θεωρία συνωμοσίας. Η ΝΕΡΙΤ είναι καθρέφτης της ελληνικής γελοιότητας. Από τη μια πλευρά μια κυβέρνηση που αγνοεί τι σημαίνει σύγχρονη τηλεόραση και από την άλλη, μια αντιπολίτευση που υπονομεύει τον καινούργιο φορέα, και, αφηνιασμένη για εξουσία, υπόσχεται ότι το ζόμπι θα ξαναγίνει άνθρωπος».

Το τηλεοπτικό κοινό ασφαλώς και αδιαφορεί για τον αριθμό των υπαλλήλων. Εκείνο που το απασχολεί είναι το ανταποδοτικό τέλος που καταβάλλει για ένα κανάλι το οποίο όχι μόνο δεν «επανιδρύθηκε», όχι μόνο δεν προχώρησε σε μια ριζοσπαστικά διαφορετική αντίληψη λειτουργίας, αλλά εγκαταλείφθηκε στη χειρότερη μοίρα του. Κάτι μεταξύ φουστανέλας και ράσου.

Κομματικά στελέχη εξακολουθούν να διαγκωνίζονται ποιος θα έχει το επάνω χέρι στη διαχείριση ενός, επί της ουσίας, πτώματος. Κι εν μέρει έχουν δίκιο· η δημόσια τηλεόραση, ασχέτως τηλεθέασης, παίζει αποφασιστικό ρόλο, διεισδύοντας θεσμικά στην ελληνική κοινωνία καθώς παράγει πρότυπα και διαχειρίζεται σύμβολα. Είπαμε, όμως, εν μέρει. Γιατί, από την άλλη, το τηλεοπτικό τοπίο έχει αλλάξει δραματικά. Η πολυθέαση έχει υποκαταστήσει το παραδοσιακό τηλεχειριστήριο: Ιντερνετ, social media, τηλεόραση μέσω Διαδικτύου κ.ο.κ. Η πληροφορία δεν έχει μόνο μια πηγή προέλευσης. Είναι πολυεστιακή όπως και η επιρροή που ασκείται στον θεατή. Η προσπάθεια για κυβερνητική προπαγάνδα μέσω της δημόσιας τηλεόρασης είναι έννοια τόσο παλιά και φθαρμένη όσο και η εικόνα που εκπέμπει η ΝΕΡΙΤ.

Οσο η δημόσια τηλεόραση αποστρέφεται την αξιοκρατία, χρησιμεύει ως μηχανισμός μονόπλευρης ενημέρωσης, φοβάται την εξωστρέφεια, θρέφεται από τα «ενδοοικογενειακά» πισωμαχαιρώματα και στελεχώνεται με βύσματα, αποκαρδιώνει και απομακρύνει τους ικανούς και γνώστες, προσελκύοντας αμαθείς περί τα τηλεοπτικά και αδύναμους. Το σοβαρό ζήτημα είναι ότι οι γενναίοι και υπεύθυνοι είναι ελάχιστοι και οι συνένοχοι και συμπλεκόμενοι απελπιστικά πολλοί.

«Υπάρχει ελπίδα για τη δημόσια τηλεόραση;», ρώτησα παλιό στέλεχος της ΕΡΤ και γνώστη των τηλεοπτικών πραγμάτων. «Πιθανόν μετά τον θάνατό της», απάντησε. Χαμογελάσαμε και οι δύο πριν ακολουθήσει μια στενόχωρη παύση. Το τέχνασμα για να ξεγλιστρήσουμε ήταν κι αυτό παρωχημένο.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή