Ο διεθνής ζόφος και το μήνυμα των αγορών

Ο διεθνής ζόφος και το μήνυμα των αγορών

3' 41" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Οι προβλέψεις είναι εξαιρετικά δύσκολες, ιδιαίτερα αν αφορούν το μέλλον -όπως έλεγε με χιούμορ ο Niels Bohr- αλλά το βέβαιο είναι ότι ο αποπληθωρισμός στην Ευρώπη, η μείωση τιμών σε διεθνή εμπορεύματα και η μείωση των τιμών του πετρελαίου, ψαλιδίζουν τις προσδοκίες για παγκόσμια ανάπτυξη και προκαλούν άγχος στις αγορές. Που, όπως επιβεβαιώνεται, εύκολα γίνεται πανικός στην αγέλη. Ακόμα και στις ΗΠΑ, τα κεφάλαια βγαίνουν από τις μετοχές (πρακτικά, μόνο όσες σχετίζονται με την επιδημία του ιού Εμπολα ανεβαίνουν…) αναζητώντας ασφαλές καταφύγιο για να κρυφτούν, τα κρατικά ομόλογα – των οποίων, αν και λήγει το πρόγραμμα επαναγοράς της FED, οι αποδόσεις πέφτουν αντί να ανεβαίνουν.

Ο πυρήνας της ζοφερής διεθνούς κατάστασης βρίσκεται στην Ευρώπη. Μετά τα αρνητικά στοιχεία για τη βιομηχανική παραγωγή και τις εξαγωγές της Γερμανίας, την Τετάρτη ανακοινώθηκε μείωση της βιομηχανικής παραγωγής της Ευρωζώνης 1,8% τον Αύγουστο και, την Πέμπτη, απροσδόκητη μείωση των εξαγωγών της κατά 3%. Παράλληλα, ο αποπληθωρισμός προχωρά. Τον Σεπτέμβριο, η γενική άνοδος τιμών στην Ευρωζώνη ήταν μόνο 0,3% ενώ όλες οι προβλέψεις συγκλίνουν σε περαιτέρω μείωση, με συνέπειες που έχουν εξηγηθεί ήδη στη 10ετία του 1920: Οταν όλοι προσδοκούν πτώση τιμών, αναστέλλουν κάθε δραστηριότητα και περιμένουν την πτώση. Η στασιμότητα εμπεδώνεται.

Η κατάσταση επιβαρύνεται από τρεις αιτίες: (α) Η Γερμανία, αντί να αντλήσει διδάγματα, εμμένει με αδιαλλαξία στην πολιτική της απόλυτης πειθαρχίας και της λιτότητας. (β) Η ΕΚΤ, που μπορούσε εύκολα να κάνει ό,τι απαιτείται όταν το πρόβλημα ήταν η έλλειψη φτηνής ρευστότητας, δεν μπορεί να αντιδράσει αποτελεσματικά όταν όλη η Ευρωζώνη είναι παγιδευμένη στον αποπληθωρισμό. Απαιτείται ταυτόχρονη δράση σε τρία επίπεδα: Δημοσιονομικό, ισορροπημένες μεταξύ ευρωπαϊκού Βορά και Νότου διαρθρωτικές αλλαγές, ρευστότητα από την ΕΚΤ. Ωστόσο, (γ) οι 3 ισχυρότερες δυνάμεις, Γερμανία, Γαλλία και Ιταλία, όχι μόνο αδυνατούν να χαράξουν κοινή γραμμή ευρωπαϊκής πλεύσης αλλά ακολουθούν αποκλίνουσες πορείες, χωρίς καν να εμπιστεύονται η μία την άλλη. Οταν η διεθνής και η ευρωπαϊκή κατάσταση είναι τόσο δύσκολη, αυτό που μία μικρή χώρα (που είναι σε ειδικό πρόγραμμα και έχει αδύναμη οικονομία) πρέπει να αποφύγει να κάνει, είναι να φερθεί σαν τον «μάγκα λαγό» στο γνωστό ανέκδοτο με το λιοντάρι.

Γιατί μπήκαμε σε Μνημόνιο; Επειδή οι αγορές αρνήθηκαν να μας δανείσουν και δεν υπήρχε εναλλακτική. Οι αγορές μας έστειλαν το εισιτήριο για το Μνημόνιο, αυτές θα εκδώσουν και το εξιτήριο.

Η Ιρλανδία και η Πορτογαλία, τις είχαν τεστάρει κι είχαν πάρει το εξιτήριο, ενώ ήταν σε Μνημόνιο. Βγήκαν στις αγορές πολύ πριν βγουν από τα Μνημόνια και είχαν δανειστεί από αυτές όλα τα κεφάλαια που θα χρειάζονταν για τον πρώτο χρόνο από τη λήξη του Μνημονίου τους. Τα υπόλοιπα, οι αποφάσεις του ΔΝΤ και του Eurogroup, ήταν τυπικές διαδικασίες – ασφαλώς, χωρίς σαφή υπονοούμενα από τους εταίρους («παίρνετε μεγάλη και αχρείαστη ευθύνη»…) και, βεβαιότατα, χωρίς νταραβέρια του τύπου «θα χάσουμε τις εκλογές και θα ’χετε να κάνετε με άλλη κυβέρνηση».

Τι έκαναν οι καθ’ ημάς ιθύνοντες;

Πρώτον, έκαναν ότι δεν καταλαβαίνουν. Δανειστήκαμε 3 δισ. για 5ετία με 4,95% (τριπλάσιο από της Πορτογαλίας) σε μια περίοδο άκρατης διεθνούς ευφορίας, μετά ζητήσαμε 3 δισ. και μας έδωσαν μόνο τα μισά, ενώ η δευτερογενής αγορά ομολόγων πάντα έδειχνε ότι δεν αρέσουμε: Ποτέ δεν υπήρξε ουσιαστική ζήτηση για τα ελληνικά ομόλογα. Παρότι το 85% του χρέους μας το κατέχουν δημόσιοι φορείς του εξωτερικού, δηλαδή έχει αποσυρθεί από την αγορά, οι αγορές έβλεπαν κίνδυνο στην Ελλάδα. Η Αθήνα ήθελε να βλέπει λαμπερά success stories. Δεύτερο και χειρότερο, παρά την απροθυμία των αγορών να μας δανείσουν, άρχισαν οι λεονταρισμοί, διαλαλώντας ότι θα βγούμε από το Μνημόνιο και αγωνιστικά θα βρούμε από τις αγορές τα κεφάλαια που χρειαζόμαστε. Αποτέλεσμα ήταν ότι το επιτόκιο του 10ετούς ομολόγου, από 5,47% στις αρχές Σεπτεμβρίου, μετά τις σχετικές διακηρύξεις στη ΔΕΘ άρχισε να σκαρφαλώνει και μάλιστα να ξεπεράσει το 8% προ ημερών. Οι αγορές επανέλαβαν αυτό που τα επίσημα ώτα αρνιόνταν να ακούσουν: Δεν μας εμπιστεύονται.

Οποιος κυβερνά ή πρόκειται να κυβερνήσει θα πρέπει να νιώθει ρίγη στη σκέψη των προβλημάτων που ορθώνονται. Χρειαζόμαστε μια νέα διαπραγμάτευση με τους εταίρους μας. Ωστόσο, στις συνθήκες διεθνούς και ευρωπαϊκού ζόφου, κάθε ενέργεια και κάθε κουβέντα της χώρας μας πρέπει να είναι (αποφασιστική, αλλά…) μετρημένη και ζυγιασμένη. Γιατί κάθε λάθος, μπορεί να επιβαρύνει δυσανάλογα το κόστος που θα κληθεί να πληρώσει ο άνεργος, η επιχείρηση που πασχίζει να ζήσει παρά τα τερατώδη επιτόκια και τους άνισους όρους ανταγωνισμού, όλοι όσοι ήδη λυγίζουν από τη φορολογία που πληρώνουν έναντι όλο και χειρότερης ποιότητας υπηρεσιών. Και συμβαίνει μερικές φορές, η σύνεση να λείπει, όταν περισσότερο παρά ποτέ είναι αναγκαία.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή