Ο παθός και μη μαθός

2' 16" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Φυσικά και δεν μαθαίνει όποιος παθαίνει. Φυσικά και η επανάληψη ενός παθήματος δεν γίνεται μητέρα μαθήματος. Κι ας επιμένει περί του αντιθέτου τόσο η προσωπική ιδιοφυΐα, του Αισχύλου, στην «Ορέστεια», όσο και η λαϊκή σοφία, με τις παροιμίες της. Αν όντως μαθαίναμε από τα παθήματά μας, και σαν άτομα και σαν κοινότητα, ίσως η διαχείριση της καθημερινότητάς μας να ήταν λίγο πιο εύκολη, λίγο πιο αποτελεσματική. Και δεν θα ξοδεύαμε το μέλλον μας πολύ πριν έρθει.

Και ας μην το ομολογεί, το ξέρει καλά ο καθένας μας, και από την ατομική του διαδρομή και από τη διαδρομή των οικείων του, ότι πολύ πιο εύκολα ξεχνάς και παραγράφεις παρά συνετίζεσαι και κάνεις πράξη τις αυθόρμητες, εν θερμώ αποφάσεις. Λες, για παράδειγμα, από μέσα σου ή και στους φίλους σου, «πάει και τελείωσε, δεν θα ξαναοδηγήσω ψιλοπιωμένος», όπου το «ψιλο-» μπορεί να καλύπτει δύο προκαταρκτικές μπιρίτσες, έξι-εφτά τσίπουρα, διπλά προς τριπλά, κι ένα ρακόμελο στο τέλος, γερή δόση, για τη χώνεψη.

Και όμως. Οδηγείς και πάλι. Και όχι τόσο επειδή ξέχασες την αυτοδέσμευσή σου, αλλά επειδή είναι πολύ πιο γερά τα δεσμά που σε δένουν με την πεποίθηση πως είσαι άριστος οδηγός, το δε αλκοόλ, ειδικά εσένα, σου καθαρίζει το μυαλό, δεν σου το σκοτίζει. Λες «κομμένο το τηλέφωνο στο τιμόνι». Βρίσκεις όμως τη δικαιολογία ότι το κινητό είναι γραμματικώς τμήμα του αυτοκινήτου και συνεχίζεις να το χρησιμοποιείς καθ’ οδόν. Λες «δεν θα ξαναφήσω να με κάνει δούλο του ο θυμός στο κουβεντολόι με τους γύρω μου», μόνο που και στην αμέσως επόμενη συζήτηση «σε πνίγει το δίκιο σου», ως συνήθως, και τσαντίζεσαι· επαναλαμβάνεις έτσι ό,τι είπες πως πρέπει να απορρίψεις. Γιατί απλώς το είπες.

Λες –λέμε σχεδόν όλοι μας δηλαδή– όταν πεθαίνει κάποιος γνώριμος ότι τη ζωούλα μας τη μικραίνει ακόμα περισσότερο και τη δηλητηριάζει η πολλή κουτοπονηριά, η πολλή καχυποψία και η ζήλια, η πολλή ματαιοδοξία, άρα κάπως πρέπει να ξαναβρούμε τα μέτρα μας. Το προσπαθούμε, είναι η αλήθεια, για λίγες μέρες, κι ύστερα μας αρπάζει και πάλι το ρεύμα της καθημερινότητας. Και μας επαναφέρει στις συνήθειές μας. Στην ψυχική μας ρουτίνα. Γιατί το μάθημά μας ήταν επιπόλαιο. Απλώς υποσχεθήκαμε ότι θα μαθητεύσουμε και θα φρονιμέψουμε. Σαν πολιτικάντες που ξεγελάμε τον ίδιο μας τον εαυτό.

Από το ρεύμα στα ρέματα τώρα. Που, μπαζωμένα και κατά τόπους χτισμένα, έπνιξαν την Κοκκινιά, τα Λιόσια, το Περιστέρι. Ούτε η «θεομηνία» μάς φταίει ούτε η «εκδίκηση της φύσης». Το κεφάλι μας φταίει· και το κεφάλι όσων μοιράζονται την εξουσία, δηλαδή (αυτό θα ’πρεπε να σημαίνει) την ευθύνη έναντι του συνόλου. Το ξέρουμε και αυτό, μα προτιμάμε τους μελοδραματικούς ανθρωπομορφισμούς. Ανοίγοντας έτσι τον δρόμο για να επαναληφθεί το πάθημα. «Εχει ξαναγίνει πάλι. Επανειλημμένα», είπε κάποιος Κοκκινιώτης το βράδυ της καταιγίδας. Ναι, ναι, και «ξανά» και «πάλι» είναι πλεονασμός. Είναι σίγουρα;

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή