Δεν δόθηκε απάντηση ακόμα για τα βασανιστήρια

Δεν δόθηκε απάντηση ακόμα για τα βασανιστήρια

3' 55" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η δημοσίευση της πολυαναμενόμενης περίληψης της έκθεσης της Επιτροπής Πληροφοριών της Γερουσίας σχετικά με τα βασανιστήρια της CIA αποτελεί χρήσιμο εφαλτήριο για να εξετάσουμε τα διδάγματα από αυτό το θλιβερό κεφάλαιο της αμερικανικής ιστορίας, καθώς και τα μέτρα που μπορούν να ληφθούν για να αποφευχθεί η επανάληψή του. Αναμφίβολα θα γίνουν συζητήσεις επί συζητήσεων σχετικά με τη διαπίστωση ότι τα βασανιστήρια δεν «έπιασαν» – ότι έδωσαν λίγες χρήσιμες πληροφορίες, που ειδάλλως δεν θα είχαν βρεθεί με άλλα, νόμιμα, μέσα. Είναι απογοητευτικό το γεγονός ότι το έθνος θα πρέπει να μπει στη διαδικασία αυτής της συζήτησης, δεδομένης της ισχύος των νομικών και ηθικών απαγορεύσεων των βασανιστηρίων. Οι Συμβάσεις της Γενεύης, για παράδειγμα, τα απαγορεύουν απολύτως ακόμη και σε καιρό πολέμου. Αλλά όταν βρεθεί κανείς πρόσωπο με πρόσωπο με μια σοβαρή απειλή για την ασφάλεια, όπως ήταν οι επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου του 2001, μπορεί να είναι δελεαστικό να εξορθολογιστεί το παράνομο και ανήθικο ως αναγκαίο, ώστε αυτό το εύρημα να είναι σημαντικό. Η CIA αμφισβητεί κατηγορηματικά αυτό το συμπέρασμα. Επιμένει ότι τα βασανιστήρια, ή, για να χρησιμοποιήσουμε τον προτιμώμενο ευφημισμό της, οι «βελτιωμένες τεχνικές ανάκρισης» είχαν αποτελέσματα που μεταφράστηκαν σε δράσεις, αλλά φυσικά δεν μπορεί να μας πει τις λεπτομέρειες γι’ αυτές, διότι είναι χαρακτηρισμένες ως εμπιστευτικές. Αλλά αυτό που θα πρέπει να μας κάνει να απορήσουμε είναι το γεγονός ότι η πλειοψηφία της Επιτροπής Πληροφοριών της Γερουσίας, καθώς και σεβαστοί γερουσιαστές και από τις δύο πλευρές του πολιτικού φάσματος κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι τα βασανιστήρια ήταν αναποτελεσματικά, ενώ οι μεγαλύτεροι υποστηρικτές της χρησιμότητάς τους ήταν οι ίδιοι οι βασανιστές.

Η CIA αντιτίθεται σε κάθε ρεαλιστική πρόταση που αναφέρει ότι οι βελτιωμένες τεχνικές ανάκρισης θα μπορούσαν να αποτελούν βασανιστήρια. Υποστηρίζει ότι είχε το δικαίωμα να επικαλεστεί τις νομικές γνωμοδοτήσεις που εκδόθηκαν από το Γραφείο του Νομικού Συμβούλου του υπουργείου Δικαιοσύνης, που υποστήριζαν ότι οι τεχνικές αυτές δεν αποτελούν βασανιστήρια. Αλλά η έκθεση της Γερουσίας δείχνει ότι αυτές οι τεχνικές ήταν πιο σκληρές και βίαιες από ό,τι παραδεχόταν η CIA εκείνο το χρονικό διάστημα. Επιπλέον, όποιος διαβάσει αυτά τα περιβόητα «υπομνήματα βασανιστηρίων» θα δει εύκολα ότι είναι τραβηγμένα από τα μαλλιά, ως ανέντιμη προσπάθεια να δικαιολογηθούν τα αδικαιολόγητα. Στόχος τους ήταν να τεθούν τα θεμέλια γι’ αυτό ακριβώς, δηλαδή για τη νομική υπεράσπιση των βασανιστηρίων, που προωθεί επί του παρόντος η CIΑ ότι στηρίχθηκε σε νομική συμβουλή από το σχετικό τμήμα της κυβέρνησης, γι’ αυτό είναι άδικο να την αμφισβητούν τώρα. Αλλά κάθε στρατιώτης σε καιρό πολέμου ξέρει ότι είναι λάθος να ακολουθήσει μια καταφανώς παράνομη εντολή. Η ηγεσία της CIA θα έπρεπε να είχε πράξει κάτι παρόμοιο. Παρ’ όλα αυτά, είναι λυπηρό το γεγονός ότι οι ανώτεροι δικηγόροι της κυβέρνησης Μπους δεν έχουν λογοδοτήσει ακόμα για τη συνενοχή τους στα βασανιστήρια. Τουλάχιστον, θα έπρεπε να έχουν περάσει πειθαρχικό για αμέλεια, εφόσον δεν διώκονται ως συνεργοί. Η δίωξη θα πρέπει επίσης να συμπεριλάβει και τους ανώτερους αξιωματούχους της κυβέρνησης Μπους, οι οποίοι επέτρεψαν τα βασανιστήρια και επέβλεψαν τη χρήση τους. Προς τιμήν του, ο πρόεδρος Ομπάμα σταμάτησε τη χρήση των «ενισχυμένων τεχνικών ανάκρισης» από την πρώτη στιγμή που ανέλαβε τα καθήκοντά του. Αλλά έχει επίσης σθεναρά αρνηθεί να επιτρέψει μια ευρεία έρευνα για τη χρήση βασανιστηρίων μετά τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου 2001. Φάνηκε να θεωρεί τη δίωξη των υπευθύνων πάρα πολύ διχαστική, καθώς και πολύ πιθανό να δημιουργήσει αδιέξοδο στο Κογκρέσο. Οι συνέπειες αυτές δεν αποτελούν απλώς αποτυχία της δικαιοσύνης.

Η άρνηση του Ομπάμα να επιβάλει αυτήν την κατηγορηματική απαγόρευση σημαίνει ότι τα βασανιστήρια παραμένουν ουσιαστικά μια επιλογή πολιτικής και όχι ποινικό αδίκημα. Το μήνυμα για τους μελλοντικούς προέδρους που θα αντιμετωπίσουν μία σοβαρή απειλή στην ασφάλεια είναι ότι η εγχώρια και διεθνής απαγόρευση των βασανιστηρίων μπορεί να αγνοηθεί χωρίς συνέπειες. Αν δεν επιδιωχθούν διώξεις των υπευθύνων, το ελάχιστο που μπορεί να γίνει είναι να θεσπιστούν πολιτικές που θα καταστήσουν λιγότερο πιθανή την επανεμφάνιση των βασανιστηρίων. Η CIA, με παράδοση στη μυστικότητα και στην έλλειψη δημόσιας ευθύνης, θα πρέπει να αποσπαστεί από τις επιχειρήσεις κράτησης υπόπτων, αφήνοντας τέτοια θέματα για το υπουργείο Δικαιοσύνης (ή τον στρατό για τις εμπόλεμες συλλήψεις). Οταν οι ύποπτοι για θέματα ασφαλείας κρατούνται για ανάκριση, η Διεθνής Επιτροπή του Ερυθρού Σταυρού θα πρέπει πάντα να έχει άμεση και τακτική πρόσβαση χωρίς εξαίρεση. Με την παράδοση της Επιτροπής στην εμπιστευτικότητα, δεν θα έθετε σε κίνδυνο έρευνες σε ευαίσθητα θέματα, ενώ η παρουσία της θα απέτρεπε κάθε πειρασμό για βασανιστήρια. Οταν συμβαίνουν βασανιστήρια, ας βελτιωθεί η προστασία αυτών που δίνουν τις πληροφορίες, και αφήστε τα θύματα να μηνύουν για αποζημίωση στα δικαστήρια των ΗΠΑ. Τέλος, όλοι οι οργανισμοί θα πρέπει να επαναβεβαιώσουν την υποχρέωση να μη βασίζονται σε νομικές γνωμοδοτήσεις, όταν αυτές προορίζονται με τόσο προφανή τρόπο για τον εξορθολογισμό του εγκληματία.

* Ο κ. Kenneth Roth είναι διευθυντής του Παρατηρητηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή