Οι εκλογές-σταθμός στα χρόνια της μεταπολιτεύσεως διεξήχθησαν τον Οκτώβριο του 1981. Την εποχή εκείνη το δίλημμα που ετέθη στους πολίτες ήταν εάν η Ελλάς παρέμενε στο ΝΑΤΟ και στις Ευρωπαϊκές Κοινότητες, ή εάν ακολουθούσε την «οδό της απωλείας» – που επαγγελλόταν ο τότε αρχηγός του ΠΑΣΟΚ, Ανδρέας Παπανδρέου.
Και καταψήφισαν οι Ελληνες πολίτες την εποχή εκείνη τη Νέα Δημοκρατία, ο ηγέτης της οποίας, Γεώργιος Ράλλης, διεξήγαγε έναν σκληρό πλην όμως ευπρεπέστατο αγώνα, ενώ ο αντίπαλός του Ανδρέας Παπανδρέου φανάτιζε τα πλήθη υποσχόμενος τον επί γης Παράδεισο.
Οι φόβοι δεν επαληθεύθηκαν. Η Ελλάς παρέμεινε στο σύστημα της Δύσεως και το ΠΑΣΟΚ ως κυβέρνηση προκάλεσε απλώς μίαν όχληση στο ΝΑΤΟ και εξασφάλισε από την Κοινότητα τεράστια ποσά, που κατασπαταλήθηκαν με αφροσύνη και οδηγήθη τελικώς η χώρα στην καταστροφή.
Τριάντα τέσσερα χρόνια αργότερα η Ελλάς «εστράφη εις τα οπίσω» για άλλη μία φορά. Ανάλογο είναι το δίλημμα που θέτει η Ν.Δ. -το ΠΑΣΟΚ απλώς αποσυντίθεται- στην περίπτωση που ο κ. Αλέξης Τσίπρας αναδειχθεί νικητής στην παρούσα αναμέτρηση.
Δεν θα διακινδυνεύσουμε καμία πρόβλεψη ως προς το αποτέλεσμα των εκλογών της 25ης Ιανουαρίου. Ούτε προεξοφλούμε, φυσικά, ότι ο κ. Τσίπρας θα συμπεριφερθεί με τη μοναδική «ευελιξία» του Ανδρέα Παπανδρέου. Αρκεί απλώς η επισήμανση ότι με τη συνέργεια κάποιων από τα Μέσα Μαζικής Ενημερώσεως η προεκλογική σύγκρουση κινείται στο επίπεδο του μεγαλυτέρου ευτελισμού και βαρβαρότητος απ’ ό,τι γνώρισε ποτέ η χώρα.
Αλλά υπάρχει και η συμπαθής όψη του θέματος. Δεν αφορά, βεβαίως, την «υψηλή στρατηγική» που υιοθετούν οι ηγέτες των δύο μεγαλυτέρων κομμάτων. Ούτε και τη μειοψηφία των επιλέκτων στελεχών, που θα επιχειρηματολογήσουν από τις τηλεοράσεις πανελληνίου εμβελείας. Πρόκειται για τους βουλευτές -εθνικής ή τοπικής εμβέλειας- για τους «κυνηγούς» της ψήφου των Ελλήνων πολιτών.
Το κόμμα του οποίου ηγείται ο κ. Τσίπρας δεν διαθέτει κομματική οργάνωση αξιόλογη, δεν έχει παρουσία ισχυρή και αξιόλογο μηχανισμό στην τοπική αυτοδιοίκηση, δεν στελεχώνεται από βουλευτές μεγάλης εμπειρίας – εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων. Το όποιο αποτέλεσμα εξασφαλίσει ο ΣΥΡΙΖΑ θα οφείλεται πρωτίστως στον πρόεδρό του.
Το παράδοξο είναι ότι ο κ. Τσίπρας ανεδείχθη σε κεντρικό πολιτικό πρόσωπο αυτών των εκλογών, όχι χάρις στις όποιες ικανότητές του -αδιευκρίνιστες έως τώρα- αλλά εξαιτίας της πολεμικής που άσκησαν εναντίον του πρωτίστως ο κ. Αντώνης Σαμαράς και ο κ. Ευάγγελος Βενιζέλος – όποιο πολιτικό εκτόπισμα και εάν υποτεθεί πως διαθέτει ακόμη.
Για λόγους που είναι δύσκολο να εννοήσει κάποιος, οι προαναφερθέντες ηγέτες των δύο «συστημικών κομμάτων» κατέστησαν τον κ. Τσίπρα σημείο αναφοράς – ή εκφραστή «ανωμαλίας»- όχι απλώς σε ελλαδικό αλλά σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Προσέφεραν με άλλα λόγια στον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ μοναδική υπηρεσία.
Κατά συνέπεια οι «υψηλές στρατηγικές», τα τηλεοπτικά instantané, τα διαγγέλματα και άλλα συναφή δεν έχουν την παραμικρά σημασία. Τη μάχη για τη Ν.Δ. θα δώσουν οι υποψήφιοι και οι βουλευτές εκείνοι -επώνυμοι ή αφανείς σε εθνικό επίπεδο- που επί δυόμισι χρόνια εστήριξαν εκόντες άκοντες την ηγεσία του κόμματος, που αντιμετώπισαν τις διαμαρτυρίες και τις ύβρεις των παραδοσιακών τους ψηφοφόρων. Το όποιο ποσοστό εξασφαλίσει η Κεντροδεξιά θα οφείλεται σε αυτούς. Αξίζουν υποστήριξη και συμπάθεια.