Ολίγον φως και μακρινό

4' 15" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Αν είσαι πολιτικός αρχηγός μιας μικρής πτωχευμένης χώρας –μην πάει ο νους σας στο κακό– και ξέρεις πως απ’ το πρωί ώς το βράδυ οι μεγάλοι του κόσμου τούτου θερμομετρούν τις διαθέσεις σου, ζυγίζουν το βάρος των λέξεών σου και παλεύουν να αποκρυπτογραφήσουν τις εκφράσεις του προσώπου σου και τον τόνο της φωνής σου, είναι απολύτως φυσικό να αισθάνεσαι πως η καρδιά της Ευρώπης χτυπάει για σένα. Δεν είναι και λίγο πράγμα να πιστεύεις, ή να σε κάνουν να πιστεύεις, πως φτάνει μια απόφασή σου για να κλονίσει ένα οικοδόμημα που χρειάστηκε μισόν αιώνα να χτιστεί και όσο κι αν οι γύρω σου το υποτιμούν, εξακολουθεί να συγκαταλέγεται στα ισχυρά πολιτικά και οικονομικά οικοδομήματα του εικοστού πρώτου αιώνα. Μια ενδεχόμενη άρνηση της Ελλάδας να προσαρμοστεί στις ευρωπαϊκές συνθήκες, πολλώ μάλλον μια αποχώρησή της, είναι βέβαιο πως θα κλονίσει την υπόλοιπη Ευρώπη.

Μέχρι πριν από λίγα χρόνια, οι ελληνικές εκλογές και τα αποτελέσματά τους δεν ήσαν παρά μια είδηση ανάμεσα στις άλλες, σίγουρα λιγότερης σημασίας από τους κυκλώνες ή τις διακυμάνσεις των μετοχών στα χρηματιστήρια, γιατί δεν επηρέαζαν ούτε τον καιρό ούτε τις μετακινήσεις του πλούτου. Οι εκλογές του Ιανουαρίου 2015 και η επομένη ημέρα τους είναι στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος. «Αρχή άνδρα δείκνυσι», ας πω το κοινότοπον. Η πορεία της χώρας θα κριθεί από τον τρόπο με τον οποίον η ηγεσία που θα προκύψει από τις εκλογές θα διαχειρισθεί αυτό το ενδιαφέρον. Και πώς αυτό το ενδιαφέρον συμβιβάζεται με τις προσδοκίες που έχει δημιουργήσει στους ίδιους της τους ψηφοφόρους.

Τα νεύρα της ελληνικής κοινωνίας είναι σπασμένα, για να το πούμε απλά. Είναι σπασμένα από την απότομη μεταβολή του βιοτικού επιπέδου, από τη μακροχρόνια λιτότητα, από την αδυναμία αντιμετώπισης της ανεργίας, από την ανασφάλεια που προκαλεί η επαφή με το σύστημα υγείας, από την κατάντια της παιδείας, από την αδυναμία της πολιτικής τάξης να δημιουργήσει πειστικές προοπτικές και από τη συνεχή σύγκρουση με ένα κράτος κακόβουλο, στείρο και εκδικητικό, το οποίο διοχέτευσε την πτώχευσή του στους πολίτες του. Αν σε όλα αυτά προσθέσουμε και το «ευρωπαϊκό κενό» –το αίσθημα δηλαδή πως αυτός ο μεγάλος πολιτισμός μπορεί να μας βοηθάει να επιβιώσουμε, αλλά δεν μας προσφέρει ηθικά και ψυχολογικά ερείσματα ζωής–, τότε αντιλαμβανόμαστε γιατί το ψυχολογικό κενό που χωρίζει τον έναν από τον άλλον μοιάζει αξεπέραστο.

Τα νεύρα της ελληνικής κοινωνίας είναι σπασμένα, γιατί η ελληνική κοινωνία είναι κουρασμένη από τον ίδιο της τον εαυτό. Είναι κουρασμένη από τις φαντασιακές διχοτομίες που την έφεραν ώς εδώ. Η ευρωπαϊκή ένταξη λειτούργησε σαν χωνευτήρι των φαντασιώσεων που μας κληροδότησε ο εθνικός διχασμός, μια «συγγενής διαμαρτία» που αναπαράγεται με διαφορετικούς τρόπους από τα πρώτα κιόλας χρόνια της εθνεγερσίας τον δέκατο ένατο αιώνα, οι διαφορές Δεξιάς και Αριστεράς έβρισκαν τρόπο να αναχθούν στην κοινή ευρωπαϊκή μοίρα έως την ημέρα που ήρθε το Μνημόνιο, η Ευρώπη μεταμορφώθηκε σε τύραννο και η κοινή μοίρα σε καταναγκαστικό έργο. Για πολλούς στην Ελλάδα του 2015 επαναδραστηριοποιούνται τα παλιά χάσματα, το αποτέλεσμα των εκλογών δεν θα σημάνει πολιτική αλλά καθεστωτική αλλαγή, και οι παλιές καλές διαφορές Αριστεράς και Δεξιάς είναι και πάλι μπροστά μας. Αυτές ξέρουμε και αυτές μας κάνουν να αισθανόμαστε ασφαλείς με τον εαυτό μας.

Οποιος κι αν είναι ο νικητής αυτών των εκλογών, όμως, το πρώτο που πρέπει να λάβει υπ’ όψιν του είναι τα σπασμένα νεύρα και την κοινωνική κόπωση. Αν στην Ελλάδα της δεκαετίας του ογδόντα με τη σαρωτική άνοδο του ΠΑΣΟΚ το ρήγμα Δεξιάς και Αριστεράς ήταν προσχηματικό, όπως και η αντιδυτική ρητορεία του παπανδρεϊσμού, σήμερα είναι πλασματικό. Η ηγεσία της Ν.Δ. μπορεί να το αντιλαμβάνεται, αλλά δεν μοιάζει ικανή να το αναδείξει και να το χειριστεί. Ούτως ή άλλως, η πολιτική της επιβίωσης στην οποία στηρίχθηκε τόσα χρόνια αποδείχθηκε κοινωνικά στείρα και είχε ως προνομιούχο θύμα της τις μεσαίες τάξεις. Η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ, που μοιάζει εσωτερικά διχασμένη ανάμεσα στη ρητορική της ριζοσπαστικής ρήξης και τη διαπραγμάτευση μιας διαφορετικής πορείας μέσα στο χωνευτήρι της Ευρώπης, οφείλει να το ξεκαθαρίσει. Ο κ. Τσίπρας, που φιλοδοξεί από τη μικρή Ελλάδα να αρχίσει η μεταμόρφωση της μεγάλης Ευρώπης, θα πρέπει να αντιληφθεί πως το σημερινό ενδιαφέρον θα εκφυλισθεί σε αυριανή αδιαφορία εάν η χώρα απομονωθεί. Ακόμη και όταν μιλάει για συμμαχία των χωρών του Νότου, ξέρει ότι μιλάει για συμμαχία των χωρών του ευρωπαϊκού Νότου. Ξέρει, εξάλλου, πως ο χώρος της Κεντροαριστεράς είναι κενός όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και σε ολόκληρη την Ευρώπη.

Φοβούμαι ότι αυτό που θα βαρύνει περισσότερο στους επόμενους μήνες δεν θα είναι τόσο οι ιδεολογικές ή οι πολιτικές διαφορές, όσο η κοινωνική αδράνεια, η κόπωση, η γερασμένη δημιουργικότητα και τα σπασμένα νεύρα μας. Το 1981, με όλα του τα προβλήματα, το Δημόσιο λειτουργούσε και γι’ αυτό μπόρεσε να το αλώσει το τότε ΠΑΣΟΚ. Στο σημερινό σκορποχώρι, οι πολιτικές ηγεσίες ξέρουν ότι θα βρουν άδειες αποθήκες από προμήθειες και ξερόχορτα. Το 1981, το ρήγμα ανάμεσα στη Δεξιά και την Αριστερά ήταν ακόμη ενεργό. Ακόμη κι αν ήταν προσχηματικό, ήταν αξιοποιήσιμο. Σήμερα δεν είναι παρά το φάντασμα μιας πραγματικότητας, η οποία κινδυνεύει να εξελιχθεί σε πόλεμο όλων εναντίον όλων. Γιατί το ξέρουμε πως στην κρίση αυτή δεν υπάρχουν νικητές και ηττημένοι. Ή, μάλλον, υπάρχουν μόνον ηττημένοι, οι μεσαίες τάξεις, η ιστορική ψυχή της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή