Η χαμένη αξιοπρέπεια της Ν.Δ.

Η χαμένη αξιοπρέπεια της Ν.Δ.

3' 55" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Στην ψηφοφορία για την εκλογή του νέου Προέδρου, προχθές το βράδυ, ο Κυριάκος Μητσοτάκης, αρνούμενος να υπερψηφίσει την υποψηφιότητα του Προκόπη Παυλόπουλου, προσπάθησε να σώσει την αξιοπρέπεια της Ν.Δ. Δεν το κατάφερε, διότι κανείς δεν τον ακολούθησε από την Κ.Ο. της Ν.Δ. Ωστόσο, έσωσε την προσωπική του αξιοπρέπεια και αυτό δεν είναι μικρό πράγμα―υπό την προϋπόθεση, βέβαια, ότι η αξιοπρέπεια συναρτάται με τις προσωπικές αρχές του καθενός και τα όριά τους, όχι με τις επευφημίες του πλήθους των λαοσυνάξεων.

Παρότι υποθέτω ότι πρέπει να αισθάνεται κάπως μόνος αυτές τις μέρες, στην πραγματικότητα ο Μητσοτάκης βγαίνει κερδισμένος από τη διαφοροποίησή του. Ο άλλοτε παντοδύναμος στην Α΄ Αθηνών Προκόπης Παυλόπουλος, παρά τις χιλιάδες των διορισμών και, γενικώς, την ευδόκιμο θητεία του στον λαϊκισμό, είχε πάψει προ πολλού να είναι αρεστός σε εκείνους που κάποτε τον ψήφιζαν. Ο Π. Παυλόπουλος στις τελευταίες εκλογές, απέφυγε να θέσει καν υποψηφιότητα, καθώς αντιλαμβανόταν ότι δεν θα μπορούσε να εκλεγεί.

Ο Μητσοτάκης, λοιπόν, με τη γενναία στάση του δεν απέκτησε καινούργιους εχθρούς. Ολοι αυτοί οι συνάδελφοί του από την Κ.Ο., που διοχέτευαν αργότερα ανώνυμες διαρροές εναντίον του, δεν ήσαν ποτέ πολιτικοί φίλοι του. Αντιθέτως, ήσαν πάντοτε απέναντί του και, απλώς, τώρα τους δόθηκε η ευκαιρία να το εκφράσουν―ορισμένοι μάλιστα χωρίς να καταφέρουν να συγκρατήσουν, για τα προσχήματα έστω, το ταξικό κόμπλεξ τους. Εντούτοις, κέρδισε νέους πολιτικούς φίλους, οι οποίοι ώς τώρα αμφέβαλλαν για την επάρκεια του μεγέθους των γεννητικών αδένων του.

Είμαι σε θέση να γνωρίζω πως η επιλογή Παυλόπουλου προκάλεσε δυσφορία σε αρκετούς βουλευτές της Ν.Δ., ορισμένοι μάλιστα σκέφθηκαν πολύ σοβαρά να απουσιάζουν ή, απλώς, να πουν ένα «παρών». Δεν το έκαναν και έχουν τους λόγους τους, οι οποίοι είναι σεβαστοί. Ο Αντώνης Σαμαράς, στην προσπάθειά του να κρατήσει το τιμόνι του κόμματος, επισείει τον κίνδυνο των πρόωρων εκλογών που μπορούν να συμβούν πολύ σύντομα―ακόμη και σε ένα ή δύο μήνες από τώρα, έτσι όπως εξελίσσεται η διαπραγμάτευση με τους εταίρους. Οσοι λοιπόν ψήφισαν Παυλόπουλο με βαριά καρδιά, το έκαναν φοβούμενοι την πιθανότητα να διαγραφούν από την Κ.Ο. και να βρεθούν ανέστιοι κομματικά στις επόμενες εκλογές, που υποτίθεται ότι δεν θα αργήσουν. Γι’ αυτούς, δηλαδή, ήταν ζήτημα αυτοσυντήρησης. Δεκτό…

Η επιμονή του Αντώνη Σαμαρά να παραμείνει στην αρχηγία του κόμματος συνδέεται, προφανώς, με την περηφάνια και τον πληγωμένο εγωισμό του. («Εγώ δεν χάνω από τον Τσίπρα», φέρεται ότι έλεγε κατ’ ιδίαν στο διάστημα προ των εκλογών.) Περί αυτού πρόκειται, λοιπόν, και ας μην αναζητούμε περίπλοκες απαντήσεις. Τίποτε στον κόσμο ολόκληρο δεν εμπόδιζε τη Ν.Δ. να αλλάξει την ηγεσία της γρήγορα και με σεβασμό στο καταστατικό του κόμματος, υπό την απαραίτητη προϋπόθεση, βέβαια, ότι θα το επιθυμούσε ο τέως πρωθυπουργός. Δεν το επιθυμεί όμως και γαντζώνεται στην καρέκλα ελπίζοντας στην ευκαιρία της ρεβάνς. Κρίμα, διότι με την επιμονή του το πιθανότερο είναι να την παραδώσει στον επόμενο με το επονείδιστο ποσοστό του Μαΐου του 2012 ή ακόμη χειρότερα.

Ο αντίλογος στη στάση του Μητσοτάκη έχει και μια ελάχιστα συγκεκαλυμμένη ταξική διάσταση όμως, που αξίζει να τη διερευνήσουμε λιγάκι. Ο Μητσοτάκης, λένε, είχε τη δυνατότητα της πολυτέλειας να αρνηθεί την ψήφο στον Παυλόπουλο. Διότι προέρχεται από ισχυρή και πλούσια οικογένεια, είναι και ο ίδιος πλούσιος (για τα μέτρα των περισσοτέρων μας), ανήκει σε εκείνους που την επομένη της καταστροφής φεύγουν στο εξωτερικό και γλιτώνουν. Επομένως, γι’ αυτόν ήταν ευκολότερο να αρνηθεί.

Προσυπογράφω κάθε λέξη από τα παραπάνω, διότι αυτή είναι η πραγματικότητα. Ομως σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να αποτελεί κριτική για τη στάση του. Διότι το επιχείρημα αυτό μεταφέρει το κέντρο βάρους της πολιτικής στον σκοπό της προσωπικής επιβίωσης, ενώ θα έπρεπε να βρίσκεται στην επιδίωξη του κοινού συμφέροντος. Το επιχείρημα αυτό, ουσιαστικά, δικαιώνει τον οπορτουνισμό των κάθε λογής Παυλόπουλων (μετά συγχωρήσεως, κύριε Πρόεδρε…). Στην πραγματικότητα όμως, αυτό που ισχύει είναι το αντίστροφο: αν οι «μεγάλοι», εκείνοι που μπορούν να ορθώσουν ανάστημα, δεν το πράξουν, τότε γιατί να περιμένουμε ότι θα ακολουθήσουν οι «μικροί»; Στο κάτω κάτω, αυτή δεν υποτίθεται ότι είναι η υποχρέωση της αστικής τάξης;

Εδώ όμως σταματώ, διότι έφθασα στην ουσία του ζητήματος, για την οποία κανείς μας δεν μπορεί να κάνει τίποτε. Η Ελλάδα, ιδίως μετά το 1981, έπαψε να έχει αστική τάξη. Αυτό που υφίσταται στη θέση της αποδίδεται καλύτερα με έναν όρο, τον οποίον εισήγαγε στην πολιτική ορολογία μας ο τρομοκράτης Αλέξανδρος Γιωτόπουλος: lumpen αστική τάξη…

Κότες και παλικάρια

Αν ο απίθανος Μιχελογιαννάκης δεν ανήκε στη φυλή που βγάζει μόνο παλικάρια, θα διακινδύνευα τη γνώμη ότι είναι κότα. Δέχομαι, επομένως, ότι ήταν τόσο άρρωστος ώστε δεν μπορούσε καν να γράψει σε ένα παλιόχαρτο ότι στηρίζει Παυλόπουλο, για τα προσχήματα και μόνον. Επίσης, όμως, φαίνεται ότι τελικά εκείνο το περίφημο «κινητό φαρμακείο Μιχελογιαννάκη» (για το οποίο μας έλεγε όταν τον τσάκωσε η κάμερα να μασουλάει παξιμάδια ως απεργός πείνας…) δεν μπόρεσε να κάνει τίποτε για να τον σώσει…

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή