Οταν χάθηκε η εμπιστοσύνη

1' 57" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Από τα είκοσι τέσσερα τρίμηνα της εξαετίας 2008-2013, η οικονομία έχανε έδαφος τα 22. Μόνον δύο τρίμηνα, το πρώτο του 2008 και το δεύτερο του 2009 ήταν θετικά. Πρόκειται για τη μακρότερη ύφεση σε καιρό ειρήνης: οικονομική καθίζηση, κυριολεκτικώς. Ανάκαμψη είχαμε τα πρώτα τρία τρίμηνα του 2014. Μέχρι που τα δύο προηγούμενα τρίμηνα γύρισαν ανάποδα.

Ομως, στους δώδεκα προηγούμενους μήνες δεν είχαμε «μνημονιακά μέτρα». Υπήρξε, μάλιστα, μικρή βελτίωση της απασχόλησης, σταθεροποίηση της χρηματοοικονομικής θέσης επιχειρήσεων και νοικοκυριών, αύξηση εισοδήματος θυλάκων της οικονομίας, επειδή βρήκαν εξαγωγικές ευκαιρίες, στηρίζονται στο τουριστικό προϊόν, βελτιώθηκαν οι συνθήκες ανταγωνισμού του κλάδου, ολοκλήρωσαν την εσωτερική αναδιάρθρωσή τους.

Επομένως, η επιστροφή στην ύφεση, όπως καταγράφεται με τη μείωση του διαθέσιμου εθνικού εισοδήματος, δεν οφείλεται σε κανένα μνημόνιο ή σε άλλα παρόμοια. Ούτε μπορεί να αποδοθεί σε παλαιότερα μέτρα προσαρμογής της οικονομίας, οι αρνητικές επιδράσεις των οποίων έχουν, πλέον, πλήρως ενσωματωθεί στο σώμα της οικονομίας.

Αυτό που δεν κατάλαβαν οι κυβερνώντες, ειδικότερα μετά τον περσινό Σεπτέμβριο, είναι ότι πως το κύριο προωθητικό υλικό μιας οικονομίας που βγαίνει από μια μακρά και βαθιά καθίζηση είναι η εμπιστοσύνη. Είναι πολύ λίγα τα λάθη οικονομικής πολιτικής που μπορεί να κοστίσουν πανάκριβα, και η απώλεια της ελπίδας πως «τα πράγματα πάνε καλύτερα» είναι ένα από τα κυριότερα.

Η εμπιστοσύνη άρχισε να χάνεται μόλις κατέστη σαφές ότι η χώρα οδηγείτο σε εκλογές, από τις οποίες μάλιστα θα προέκυπτε μια νέα κυβέρνηση, που θα επιχειρούσε την ανατροπή όσων, καλύτερων και λιγότερο καλών, στοιχείων προόδου είχε ενσωματώσει κατά τη μακρά περίοδο προσαρμογής. Η εγκατάσταση της νέας κυβέρνησης ενέτεινε τις αμφιβολίες για το αποτέλεσμα των συζητήσεων. Η επίκληση του δημοψηφίσματος, μιας νέας εκλογικής αναμέτρησης, των ρηματικών απειλών της κομματικής νομενκλατούρας, η παρενόχληση της προέδρου της Βουλής και η αδυναμία της αντιπολίτευσης διέλυσαν και την τελευταία ελπίδα επιστροφής στην ανάκαμψη.

Η σύγκριση με όσα συμβαίνουν στην Ισπανία είναι διαφωτιστική. Μέχρι τον προηγούμενο Νοέμβριο, οι δύο χώρες βρίσκονταν σε παράλληλη πορεία, καταγράφοντας αύξηση ΑΕΠ, σε ετήσια προοπτική, στο 2,3%. Η Ισπανία υπολογίζει ότι θα ξεπεράσει το 3% ετησίως, ενώ η Ελλάδα το πολύ να αποφύγει την ύφεση. Η διαφορά είναι τεράστια. Θα χαθούν τουλάχιστον 100 χιλιάδες θέσεις εργασίας, τουλάχιστον 5 δισ. για το ΑΕΠ και την κατανάλωση, 2 δισ. έσοδα για το κράτος και τα ταμεία και ένα τεράστιο ποσό νέων επενδύσεων, που θα μεγάλωναν την «πίτα». Αναρωτιέται κανείς τι εννοούν οι πολιτικοί όταν μιλούν για «κόκκινες γραμμές»!

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή