«Δεν είναι το νόμισμα, βλάκα»

«Δεν είναι το νόμισμα, βλάκα»

4' 1" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Τα τελευταία χρόνια θεωρήσαμε τη θέση μας στη Δύση περίπου δεδομένη. Λίγο η κατάρρευση του ανατολικού μπλοκ, λίγο η απόσταση από τον εμφύλιο και τη «μοιρασιά του κόσμου», η σταθερή δημοκρατία μας μετά το ’74, η ταύτιση της Δύσης με τα κοινοτικά κονδύλια, αλλά και η μεγαλύτερη ώσμωση με την Ευρώπη συνέβαλαν καθοριστικά σε αυτό. Κι όμως, τους τελευταίους μήνες η θέση μας στην Ευρώπη και τον δυτικό κόσμο δεν είναι πια δεδομένη. Για την ακρίβεια, αυτές τις μέρες κρέμεται από λίγες κλωστές. Δεν θα υιοθετήσω την άποψη ότι η κυβέρνηση υλοποιεί σχέδιο αποδέσμευσης από το ευρώ, ακόμη τουλάχιστον.

Την ώρα που γράφεται το άρθρο αυτό η κατάσταση παραμένει θολή ως προς την προοπτική να μείνουμε ή να φύγουμε από το ευρώ. Κι όμως, η στροφή της χώρας από την πλήρη ενσωμάτωση στην Ευρώπη μέχρι τη σημερινή κατάσταση είναι φαινόμενο ανάλογο με την πτώση του κομμουνισμού μέσα σε λίγους μήνες στην Ανατολική Ευρώπη. Είναι αρκετοί οι παράγοντες που μας οδήγησαν στο οριακό σημείο όπου βρισκόμαστε σήμερα. Η κόπωση της ελληνικής κοινωνίας από την ύφεση και τη λιτότητα για πέντε χρόνια την έκανε να ρίχνει στην Ευρώπη την ευθύνη για το πρόβλημα. Ιδιαίτερα όταν τα προηγούμενα 30 χρόνια είχε γαλουχηθεί με την αυξανόμενη κυκλοφορία χρήματος, με κόστος υψηλό πληθωρισμό και μετά το 2001 υψηλό δημόσιο χρέος. Οι αναγκαίες μεταρρυθμίσεις που με τα χίλια ζόρια προχώρησαν δεν εκπροσωπήθηκαν ποτέ πολιτικά, ακόμη και από αυτούς που τις εφάρμοζαν, αφήνοντας ευάλωτη την κοινωνία να αισθάνεται «πειραματόζωο» στα χέρια των ισχυρών της Δύσης και μάλιστα της «Γερμανικής Ευρώπης». Ακόμη και η κατάρρευση του ΠΑΣΟΚ το 2012 που, παρά τις τριτοκοσμικές αναζητήσεις της νιότης του, υπήρξε στυλοβάτης της ένταξης στον στενό πυρήνα της Ευρώπης. Η πολιτική του εξαφάνιση άφησε σημαντικό τμήμα της κοινωνίας «άστεγο» πολιτικά και ιδεολογικά και ευάλωτο στην Αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ. Τις τελευταίες εβδομάδες το κενό ηγεσίας στη μείζονα αντιπολίτευση, μετά την αναπόφευκτη φθορά του κ. Σαμαρά, έφερε στην αγκαλιά της ρήξης με την Ευρώπη ακόμη και μερίδα κεντροδεξιών και δεξιών ψηφοφόρων, καθώς το αφήγημα Τσίπρα «δεν φταίμε εμείς, μας στραγγαλίζουν» περπάτησε χωρίς αντίλογο.

Το ίδιο το δημοψήφισμα, παρά την άποψη Τσίπρα ότι ψηφίζοντας «Οχι» δεν αρνούμαστε την Ευρώπη, αποτέλεσε κορυφαία στιγμή στην κατρακύλα της χώρας προς την έξοδο, αλλά και στην αρχή ενός νέου εθνικού διχασμού. Ταυτόχρονα, όμως, ανέκαμψε την αυτοπεποίθηση του κ. Τσίπρα και την ηγεμονία του στο πολιτικό σκηνικό. Η επιδείνωση των σχέσεων με τους εταίρους μας, βδομάδα βδομάδα από τον Ιανουάριο και μετά, εξαέρωσε κυριολεκτικά τα αποθέματα αξιοπιστίας και έκανε τους περισσότερους από τους «27» να μας βλέπουν σαν πρόβλημα παρά σαν εταίρο, μεγαλώνοντας το χάσμα ανάμεσά μας. Ενώ η προετοιμασία που έκαναν και αυτοί τα προηγούμενα χρόνια εξαφάνισε το συστημικό ρίσκο από τη δική μας έξοδο στη σταθερότητα των αγορών και στη νομισματική Ενωση, μειώνοντας, κατά συνέπεια, τα περιθώρια μεγάλων υποχωρήσεων από την πλευρά τους στη διαπραγμάτευση. Ηδη οι αγορές τον τελευταίο καιρό προεξοφλούν την έξοδο και δεν τρομάζουν από αυτήν, λύνοντας τα χέρια των πολιτικών. Ακόμη και η σύνθεση του Κοινοβουλίου σήμερα είναι η πλέον πρόσφορη για τον εκτροχιασμό της χώρας εκτός Ευρώπης. Το μεγαλύτερο μέρος των 149 βουλευτών ΣΥΡΙΖΑ, που θα ακολουθούσαν τον Τσίπρα «και στον θάνατο», συναθροιζόμενο με ΚΚΕ, ΑΝΕΛ και Χ.Α. δίνει ένα σύνολο άνω των 3/5 των βουλευτών με αντιευρωπαϊκό πρόσημο, αντίστροφο προς την εδραιωμένη φιλοευρωπαϊκή στάση των Ελλήνων. Η έξοδος από το ευρώ δεν είναι μόνον ότι επιτρέπει στην κυβέρνηση να ασκεί νομισματική πολιτική τυπώνοντας χαρτονόμισμα με φθίνουσα αξία. Αυτό είναι δευτερεύον. Το πρωτεύον θα ήταν ότι επιτρέπει στην Αριστερά να πετύχει τον μείζονα ιστορικό της στόχο: να βγάλει τη χώρα από το «Δυτικό πλαίσιο». Σήμερα αυτό βρίσκεται μπροστά μας είτε ως προϊόν σχεδίου είτε ως αποτέλεσμα αλληλουχίας αποτυχιών. Αν λοιπόν ένας πρωθυπουργός Τσίπρας ήθελε όντως να υλοποιήσει το όνειρο της Αριστεράς και να αναπροσανατολίσει τη χώρα προς άλλους γεωπολιτικούς προορισμούς, δεν θα μπορούσε να υπάρξει καλύτερη στιγμή στην Ιστορία μας από σήμερα. Ειδικά μπροστά στην υπογραφή του «Τρίτου Μνημονίου». Το ρεσάλτο προς το άγνωστο είναι εφικτό, ενώ για να είναι πιο ασφαλής ο κ. Τσίπρας θα το έντυνε με λαϊκή νομιμοποίηση με ένα νέο δημοψήφισμα: υποταγή στο ευρώ ή εθνική ανεξαρτησία; Και ο κόσμος πιθανότατα θα τον ακολουθούσε. Σύμφωνα με τα παραπάνω, από αύριο αν παραμείνουμε στο ευρώ θα το χρωστάμε στον κ.Τσίπρα. Από την άλλη, αν αυτός επιλέξει την έξοδο, παίρνει το ρίσκο να έχει σε λίγα χρόνια την τύχη του Τσαουσέσκου ή του Καντάφι από την μήνιν των Ελλήνων μετά τη φτώχεια που θα ακολουθήσει εκτός Ευρώπης. Συνολικά, όμως, η ιστορική αποτυχία του πολιτικού συστήματος και των κομμάτων να πείσουν την κοινωνία για την αξία της Ευρώπης, αλλά και να διαχειριστούν το κράτος με επιτυχία για τους πολίτες, ευθύνεται όντως για τη σημερινή κατάσταση. Και είναι ένας ακόμη λόγος που δεν αρκεί να αλλάξει η Νέα Δημοκρατία αρχηγό. Χρειάζονται πιο τολμηρές λύσεις.

* Ο κ. Μιχάλης Πεγκλής είναι Research Associate του Κέντρου Ευρωπαϊκών Μελετών «Martens Centre».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή