Ο βραχνάς της απελευθέρωσης

Ο βραχνάς της απελευθέρωσης

5' 44" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Μ​​ια κάθε μέτρο απελευθέρωσης της οικονομίας υπάρχουν δύο λογιών αντιδράσεις. Η μία συνοψίζεται στο «αλί, αλί και τρισαλί». Φωνασκούν για τους… τρομακτικούς κινδύνους που ελλοχεύουν: κόσμος θα φαρμακωθεί, αν τα Ντεπόν πωλούνται και στα σούπερ μάρκετ· μωρά θα χαθούν, αν το βρεφικό γάλα φύγει από τα φαρμακεία· οικογένειες θα διαλυθούν, αν επιτραπεί σε κάποιους καταστηματάρχες να ανοίγουν τα μαγαζιά τους την Κυριακή. Αν οι λιμοί, λοιμοί, σεισμοί, καταποντισμοί δεν τρομάξουν τον κόσμο, υπάρχει μια δεύτερη γραμμή άμυνας: «Ελα μωρέ τώρα! Από την απελευθέρωση του καμποτάζ θα σωθεί η ελληνική οικονομία; Αλλα είναι τα προβλήματα».

Βεβαίως, ποτέ δεν διευκρινίζεται ποια είναι τα «άλλα προβλήματα», αλλά γεγονός είναι ότι μπήκαμε στο τρίτο μνημόνιο και και στην τέταρτη κυβέρνηση της κρίσης, και οι συντεχνίες εξακολουθούν να κρατούν όμηρο την αγορά για τη δική τους βολή και τα δικά τους κέρδη σε βάρος όλων των υπολοίπων. Τι κι αν υπάρχει το παράδειγμα της Ιρλανδίας, που στη δεκαετία του ’80 ήταν πιο φτωχή από την Ελλάδα και σήμερα –σύμφωνα με το Bloomberg, 13.7.2015–, παρά την κρίση και τα μνημόνια, είναι κατά 83% πλουσιότερη. Στη χώρα μας το ιρλανδικό μοντέλο είναι πολύ «νεοφιλελεύθερο» για τα γούστα μας, επειδή επιτρέπεται σε όλους να κάνουν τη δουλειά που θέλουν χωρίς περιττές άδειες και άλλα γραφειοκρατικά εμπόδια.

Το καμποτάζ

Τι κι αν υπάρχει το ελληνικό παράδειγμα που με την απελευθέρωση της κρουαζιέρας και χιλιάδες τουρίστες αφήνουν τον οβολό τους στις τουριστικές περιοχές; Τα οφέλη έχουν περάσει στην αφάνεια. Μετά τον ορυμαγδό των «δεινών» που θα έφερνε η απελευθέρωση επικρατεί σιωπή για την επιπλέον οικονομική δραστηριότητα στη χώρα. Κι όμως τα στοιχεία της Cruise Lines International Association (CLIA, Διεθνής Ενωση Κρουαζιέρας) είναι αποκαλυπτικά: τα άμεσα οφέλη για την οικονομία ήταν πέρυσι 506 εκατομμύρια, υπήρξαν αμοιβές ύψους 190 εκατομμυρίων σε εργαζόμενους και δημιουργήθηκαν 10.136 νέες θέσεις εργασίας. Ναι! Τα νούμερα είναι ακόμη μικρά, διότι δεν υπάρχουν οι λιμενικές υποδομές, ώστε η χώρα μας –αν και είναι ένας από τους πιο ελκυστικούς προορισμούς– να κερδίσει μεγαλύτερο κομμάτι από την ευρωπαϊκή αγορά των 42 δισ. ευρώ. Αλλά πριν έρθει το «καταραμένο μνημόνιο», που εξανάγκασε τις κυβερνήσεις να απελευθερώσουν αυτή την αγορά, 10.136 άνθρωποι θα προστίθεντο στο 1,5 εκατομμύριο ανέργων, για τους οποίους όλοι χύνουν μαύρα δάκρυα και ουδείς τους επιτρέπει να δουλέψουν.

Υπάρχει ένα βασικό πρόβλημα με την απελευθέρωση των αγορών, όπως και με κάθε προοδευτικό μέτρο στην οικονομία. Το κόστος της απορρύθμισης είναι ορατό και δεδομένο, σε αντίθεση με τα οφέλη. Κανείς δεν ξέρει πώς θα χρησιμοποιήσουν την ελευθερία του επιχειρείν οι άνθρωποι, ειδικά οι νέοι που ασχολούνται σε τομείς που οι παλιότεροι δεν φαντάζονται καν την ύπαρξή τους.

Ουδείς γνωρίζει ποια θα είναι η επόμενη μεγάλη επιχειρηματική ιδέα, μέχρι αυτή να δοκιμαστεί και να αποδώσει, όπως κανείς δεν μπορούσε να φανταστεί ότι κάποιοι χίπις θα δημιουργούσαν την πληροφορική βιομηχανία στο γκαράζ του σπιτιού τους και στα πανεπιστημιακά αμφιθέατρα. Στη δεκαετία του 1960 και 1970 κυριαρχούσαν στις ΗΠΑ αντιλήψεις αντίστοιχες με τις εγχώριες σε ό,τι αφορά την απελευθέρωση της αγοράς των ταξί: «Πιστεύω πως μπορεί να υπάρξει μια παγκόσμια αγορά για πέντε ή και περισσότερα κομπιούτερ», είχε πει ο πρόεδρος της κραταιάς τότε ΙΒΜ Thomas Watson, ενώ ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της Digital Equipment Corp., Ken Olson, αποφαινόταν ότι «δεν υπάρχει κανείς λόγος για να έχει κάποιος έναν υπολογιστή σπίτι του».

Η μόνη διαφορά ήταν ότι οι ΗΠΑ δεν είχαν δομές σοβιετικής οικονομίας, που, στην ουσία, απαγορεύουν σε νέους ανθρώπους να δοκιμάσουν καινούργια πράγματα, μην τυχόν και πληγούν κατεστημένες επιχειρήσεις. Φυσικά, δεν πέτυχαν όλοι –η Σίλικον Βάλεϊ είναι σπαρμένη από νεκρές επιχειρήσεις–, αλλά χιλιάδες άνθρωποι είχαν την ελευθερία να δοκιμάσουν νέα πράγματα να επιτύχουν ή αποτύχουν, να προσλάβουν άλλους και να προκόψει η οικονομία.

Φυσικά, η Ελλάδα δεν πρόκειται να κάνει ποτέ μια νέα Σίλικον Βάλεϊ. Παρένθεση: είναι αστείο αλλά το επιχείρησε η κυβέρνηση του Ανδρέα Παπανδρέου τη δεκαετία του ’80. Στην υπό κρατικό σχεδιασμό «ελληνική κοιλάδα του πυριτίου», σπαταλήθηκαν δισεκατομμύρια δραχμές για να παραχθεί ένα PC της κακιάς ώρας που πέθανε εν τη γενέσει του, αφού μέχρι να συνεδριάσουν οι αναγκαίες επιτροπές, να βγουν οι σχετικές υπουργικές αποφάσεις κ.λπ., η αγορά είχε δημιουργήσει τα τρία επόμενα μοντέλα, που ήταν και πιο φθηνά από το απαρχαιωμένο πλέον ελληνικό. Κλείνει η παρένθεση.

Μπορεί να μην κάνουμε Σίλικον Βάλεϊ, αλλά κανείς δεν ξέρει ποιους δρόμους μπορεί να ακολουθήσει αυτή η καταπιεσμένη επιχειρηματικότητα των Ελλήνων. Υπάρχει ένα υπέροχο οικόπεδο που λέγεται Ελλάς, έχουμε καλά καταρτισμένο ανθρώπινο δυναμικό, διασυνδεδεμένο με κάθε γωνιά της οικουμένης, υπάρχουν ευκαιρίες. Δυστυχώς, όμως, υπάρχει κι ένα απαρχαιωμένο νομικό πλαίσιο της δεκαετίας του ’50, το οποίο δεν επιτρέπει στην οικονομία να ανταποκριθεί στις δυνατότητες που ανοίγουν τον 21ο αιώνα.

Οι γραφειοκράτες

Οσα δάνεια κι αν πάρει η Ελλάδα από τους εταίρους της, όσα προγράμματα σταθεροποίησης κι αν κάνει, ποτέ δεν πρόκειται να βγει από τον φαύλο κύκλο της υπανάπτυξης, αν δεν αφήσει τους ανθρώπους της να δοκιμάσουν νέες ιδέες, να δημιουργήσουν νέες επιχειρήσεις, να προσλάβουν εργαζόμενους για να παράγουν νέο πλούτο. Αυτό είναι εύκολο να λέγεται. Στην πράξη αποδείχθηκε ότι, παρά τη βαριά κρίση, τα μικρά και μεγάλα συμφέροντα, που έχουν πνίξει την ελληνική οικονομία, είναι κολλημένα σαν στρείδια στον βράχο και δεν θα επιτρέψουν κανέναν να προκόψει. Κινδυνολογούν ασυστόλως για το μέλλον για να κρύψουν το δύσμορφο παρόν.

Δεν είναι ένα το πρόβλημα της ελληνικής οικονομίας, δεν υπάρχει κουμπί να το πατήσει κάποιος για να έρθει η ανάπτυξη. Υπάρχει ένα πλέγμα συμφερόντων που αποτυπώθηκε σε χιλιάδες νομοθετικές ρυθμίσεις, οι οποίες απαγορεύουν να επιχειρήσουν οι νέοι. Οπως έγινε με τη κ. Δέσποινα Αντύπα, άνεργο δημοσιογράφο της «Ελευθεροτυπίας», που επιχείρησε να κάνει τα καλύτερα μακαρόν του κόσμου.

«Αντί να κλαίω από απόγνωση για το μαύρο μέλλον, δάκρυζα πάνω από τον φούρνο μου, επειδή οι μικρές λεπτεπίλεπτες δημιουργίες μου δεν μπορούσαν να κρατήσουν το σωστό σχήμα. Μετά από περισσότερες από 3.000 δοκιμές, κατάφερα να φτιάξω τα τέλεια μακαρόν. Ημουν πια έτοιμη να τα πουλήσω», έγραψε στους New York Times (2.7.2014). «Επένδυσα όλα τα λεφτά μου σε έναν καλό δικτυακό τόπο και σε υψηλής ποιότητας φωτογραφίες και έφτιαξα το “Le Macaron Grec”. Ηταν μεγάλη επιτυχία. Σύντομα η Huffington Post αφιέρωσε στη μικρή επιχείρηση ένα άρθρο τον Μάιο του 2013!… Ομως, όπως συμβαίνει συχνά στην Ελλάδα, οι γραφειοκράτες είχαν άλλα σχέδια. Σε μια χώρα όπου σε βλέπουν θετικά όταν ξοδεύεις χρήματα, αλλά θεωρείσαι εγκληματίας όταν βγάζεις χρήματα, το να στήσεις μια επιχείρηση είναι εφιάλτης… Οι απαιτήσεις ήταν εξωπραγματικές και συμπεριελάμβαναν προκαταβολή φόρων ύψους 50% των προσδοκώμενων κερδών την πρώτη διετία. Και οι φόροι αυτοί συλλέγονται ακόμα και αν η επιχείρηση έχει ζημίες.

Χρειαζόμουν μόνο 20 τετραγωνικά μέτρα για την επιχείρησή μου, όμως οι επιθεωρητές μού είπαν ότι δεν θα μου δώσουν άδεια αν δεν έχω τουλάχιστον 150 τ.μ. Αναγκάστηκα να έχω ξεχωριστή τουαλέτα για τους πελάτες, αν και δεν δεχόμουν επισκέψεις πελατών. Η πυροσβεστική ήθελε να έχω έξοδο κινδύνου εκεί όπου ο δήμος απαιτούσε να χτίσω έναν τοίχο». To 2013 η επιχείρηση έκλεισε. «Το site και μερικά άδεια κουτιά στο πάνω ράφι της ντουλάπας είναι η μοναδική μαρτυρία του άδοξου τέλους ενός ονείρου».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή