Το τέλμα, το πέλμα και το θέλγμα

Το τέλμα, το πέλμα και το θέλγμα

4' 43" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Δύο διακεκριμένοι αρθρογράφοι στην «Καθημερινή» έχουν μιλήσει για τον κίνδυνο του εθισμού στο τέλμα (της πανηγυρικής αναδιανομής της φτώχειας), καθώς και για το ασήκωτο (λόγω της περηφάνιας μας, υποθέτω) πέλμα με το οποίο πατάμε γερά το αναπτυξιακό μας ελατήριο – μην τυχόν κι ανοίξει. Προτείνω, με τη βοήθεια ταλαντούχου σκιτσογράφου, να συνδυάσομε τις δύο σκηνές: Το πατημένο ελατήριο να εκτονώνεται αργά προς τα κάτω, μες στο τέλμα! Ετούτη η εικόνα, ευρέως διανεμόμενη, θα μπορούσε ίσως να συμβάλει στην αυτοσυνειδησία μας – επομένως θα είναι προϊόν μεγάλης πολιτικής σημασίας. Πάντως, μεγαλύτερης απ’ τις αποπροσανατολιστικές (άρα βαθύτατα αντιλαϊκές) μονοερμηνείες περί της «ολιγαρχίας που μας γονάτισε με τη φοροδιαφυγή της και τις δωροδοκίες της» – διότι τι καλά που θα ’ταν αν οι πάγκοινες αυτές αθλιότητες περιορίζονταν μόνον σε «ορισμένους»…

Μια τέτοιαν εικόνα περιέγραφα και προ 25ετίας. Ελεγα: «Για το τερατούργημα του δημοσίου χρέους και για την αντικοινωνικότητα, την αντιπαραγωγικότητα και την απαιδευσιά μας, τίποτα απολύτως δεν μπορεί να γίνει βραχυπρόθεσμα. Είναι τόσο βαθιές αυτές οι αρρώστιες, που δεν θεραπεύονται με «εκλογές» ή με «ιδεολογίες». Τα χειρότερα είναι πιθανόν να μην τα έχομε ιδεί ακόμα». Και δεν τα είχαμε ιδεί, όντως! Γιατί; Μα διότι αγνοούσαμε τις αρρώστιες μας· στραβή διάγνωση, στραβές θεραπείες. Τώρα; Τώρα, τον περασμένο Γενάρη (πριν απ’ τους ερασιτεχνικούς θεατρινισμούς που επακολούθησαν) επεσήμανα στο Economist («Ο Κόσμος το 2015») τη βαθιά σχιζογνωμία του λαού μας για τα αίτια της μακρόχρονης κρίσης – κι αυτή ήταν η δεύτερη επαλήθευση της έμμονης έλλειψης πολιτικής αυτοσυνειδησίας, που συνεχίζεται σήμερα οξύτερη απ’ το παρελθόν.

Μια τρίτη εμπειρική επιβεβαίωση αυτού του καίριου πολιτικού ελαττώματός μας ήρθε μες στο 2015 κι από άλλες ενδείξεις, παλιές και καινούργιες: α) Είμαστε ο μόνος ευρωπαϊκός λαός όπου ο ένας στους εφτά ψηφοφόρους δηλώνει οπαδός του ολοκληρωτισμού.

β) Οι μόνοι που διαθέτομε εγχώρια τρομοκρατία (νηπιακού πολιτικού προσχήματος). γ) Τα δύο τρίτα του λαού μας απέρριψαν συμφωνία με τους δανειστές μας, για να την υπογράψουν μετά δίμηνον (χειρότερη). δ) Φωνάζομε πως θα μας σώσουν οι επενδύσεις, αλλά κάνομε ό,τι μπορούμε κόντρα σ’ αυτά τα γουρούνια τους καπιταλιστές. ε) Βογγάμε στο μπαχτσίσι (απ’ το ταμείο του θεάτρου μέχρι χθες, έως τα υπουργεία και τα νοσοκομεία). στ) Μισούμε τη φοροδιαφυγή, αλλά μέγα πλήθος συμπολιτών μας ούτε κόβουν ούτε ζητάνε αποδείξεις. ζ) Δεν υποχρεώνομε τους πολιτικούς μας να εξηγούν το «πώς» – ακούμε μόνον (κεχηνότες) το «τι» τάχα θα πάρομε. η) Θυσιαζόμαστε να μάθει γράμματα το παιδί μας, αλλά σαράντα χρόνια τώρα στεκόμαστε χαζοχαρούμενοι μπροστά στο αντιλαϊκό έγκλημα των «καταλήψεων» και της πάνδημης βρωμιάς των τοίχων όλων των δημόσιων σχολείων και σχολών.

Τα φαινόμενα αυτά έχουν εύρος μεγάλο – δεν είναι μειονοτικές εξαιρέσεις. Τόσο μεγάλο και τόσο διαρκές, ώστε δικαίως θα έβγαινε το εμπειρικό συμπέρασμα ότι η πλειονότητα του λαού μας βρίσκεται σε σύγχυση – πάσχει από έλλειψη πολιτικής αυτοσυνειδησίας δηλαδή, όπως υποστηρίξαμε στα προηγούμενα.

Εδώ όμως στοπ: Μα «είναι δυνατόν να κατηγορείτε τον λαό; Αυτό είναι αντιδημοκρατικό»!

Ετούτη πάλι η σύγχυση εννοιών είναι χειρότερη απ’ το φαινόμενο στο οποίο αναφερόμαστε· διότι προέρχεται από μερίδα εκείνων απ’ τους οποίους θα περιμέναμε να συμβάλλουν στην ανάκτηση της πολιτικής αυτοσυνειδησίας του λαού μας. Σύγχυση πρώτη: Η εμπειρική διαπίστωση ενός κοινωνικού φαινομένου είναι παντελώς άσχετη με τις δημοκρατικές διαδικασίες και με τη δημοκρατική αναζήτηση συναίνεσης. Σύγχυση δεύτερη: Η κριτική εξέταση των πλειοψηφικών απόψεων και πράξεων των πολιτών (του «λαού» δηλαδή), είναι το κατεξοχήν ζητούμενο σε μια πολιτική ανάλυση. Το αντίστροφο, το αυτόματο χαϊδολόγημα των αυτιών του λαού, είναι επομένως απολιτικό – άρα αντίκειται στα μεσοπρόθεσμα συμφέροντα του λαού. (Ετσι λόγου χάρη, η έλλειψη κριτικής για την αυτοκτονική «θέληση» του λαού να πολεμήσει την Τουρκία στα 1897, είδαμε πού οδήγησε).

Αν λοιπόν όσα είπαμε θεωρηθούν ενδεχομένως πειστικά, το μέγα ζητούμενον των ημερών μας θα είναι ένα μακρόπνοο συστηματικό σχέδιο πολιτικής αυτοσυνειδησίας, κι όχι όλα τα (δοκιμασμένα πλέον) ματζούνια «κι άλλες εκλογές», «κι άλλες κυβερνήσεις», «κι άλλοι ηγέτες» – όταν εμείς μένομε με τα ίδια κουσούρια που κερδίζουν τις εκλογές, ανεβάζουν τις κυβερνήσεις, θάλπουν τους δήθεν ηγέτες. Θα υποστηρίξω ότι τα προφανή μειονεκτήματα αυτής της (μόνης ρεαλιστικής άλλωστε) δυνατότητας να αλλάξομε οι ίδιοι μέσω μιας δημοκρατικής ηθοπολιτικής παιδείας, μπορούν να αναστραφούν εκ των πραγμάτων σε πλεονεκτήματα: Ναι, είναι μακρόχρονη λύση – αλλά κι οι άλλες (οι αλυσιτελέστατες) τι είναι; Τις είδαμε έξι χρόνια τώρα – και πού ’σαι ακόμα. Ναι, μοιάζει περίπλοκο, αλλά το ίδιο δεν έκαναν κι άλλοι δημοκρατικοί λαοί (με μεγαλύτερη χρονική άνεση είν’ αλήθεια – κι όχι με Τούρκο καταχτητή); Ναι, χρειάζονται πολλές χιλιάδες ωρίμων και αφιλοκερδών εργατών – αλλά, για όνομα του θεού, ο λαός αυτός έβγαλε μες στην κρίση και διακόσιες χιλιάδες εθελοντών παντός είδους. Ναι, δεν μπορείς να πείσεις τον άρρωστο να πάρει το χάπι του άμα δεν έχει πεισθεί για την αρρώστια του (κι άλλωστε, παρ’ όλο που δεν θα πρόκειται για προτάσεις λύσεων συγκεκριμένων πολιτικών προβλημάτων, ποιοι θα ’ναι οι άξιοι γιατροί εν προκειμένω;). Ετούτη πράγματι η ένσταση δεν επιδέχεται εύκολη απάντηση – και πώς θα περιμένατε να είναι εύκολη η σωτηρία ενός λαού που δεν μπόρεσε να σωθεί από επαγγελματικότερους σωτήρες; (Τους πολιτικούς και τους αρθριτικούς ιδεολόγους εννοώ).

Λοιπόν, γι’ αυτό το προπολιτικό θέλγμα, γι’ αυτήν την αναγκαίως μακρόχρονη και περίτεχνη μεθόδευση υπέρ της πολιτικής αυτοσυνειδησίας, ανοίγομε πανελλήνιον «έρανο ιδεών» και προτάσεων για πιλοτικές δράσεις μικρής κλίμακας, εγγραφής εθελοντών κ.λπ. Αλλα και συγκρίσεων με τις αναγκαίες δράσεις για την επίτευξη άλλων θαυματουργών λύσεων, όπως λ.χ. ο μαγικός ηγέτης που θα συναγείρει τάχα τα πλήθη και θα τα στρατεύσει για τη μεγάλη στροφή: Το ίδιο δηλαδή θα κάνει κι αυτός· το ίδιο μ’ αυτό που λέμε εμείς! Αλλα πώς εκείνος θα το πετύχει οψέποτε μόνος του, κι εμείς (κάμποσες χιλιάδες εθελουργών) δεν μπορούμε ούτε καν να ξεκινήσομε ένα τέτοιο μακρόπνοο αντιθαυματουργό πλάνο; Αρα, να επανέλθομε…

* Ο κ. Θεοδόσης Π. Τάσιος είναι ομότιμος καθηγητής του ΕΜΠ.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή