Η κοινωνία, έξι χρόνια μετά

3' 32" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Μ​​ετράμε και πάλι. Συνηθίσαμε, εξάλλου, να μετράμε απώλειες και λογαριασμούς. Χθες ήταν η «επέτειος» των έξι χρόνων από το Καστελλόριζο, κωδική ονομασία για την προσφυγή της Ελλάδας στον μηχανισμό στήριξης και την επίσημη έναρξη της μνημονιακής περιόδου. Κι άλλες χώρες υπέγραψαν προγράμματα διάσωσης, αλλά κατόρθωσαν να επιστρέψουν σε μια σχετική κανονικότητα. Εμείς συνεχίζουμε να μετράμε: συνεδριάσεις του Eurogroup «σε βαρύ κλίμα», ασυμφωνίες με την τρόικα – θεσμούς, αξιολογήσεις που «δεν κλείνουν», ανεργία, αρνητικά πρόσημα στην ανάπτυξη και στις μεταρρυθμίσεις.

Ομως σε αυτήν την αποτίμηση της εξαετίας δεν θα αναφερθούμε στα όσα δεν έγιναν, αλλά στα όσα έγιναν. Και ειδικότερα σε όσα εγγράφηκαν στο σώμα της κοινωνίας. Πολλά θα μπορούσε να επισημάνει κανείς.

Επιλέγουμε πέντε:

1. Βυθιστήκαμε ακόμη περισσότερο σε αυταπάτες και ψευδαισθήσεις.

2. Ενισχύσαμε το φαντασιακό, θεωρώντας την πραγματικότητα μέρος μιας γενικευμένης εναντίον μας συνωμοσίας.

3. Αυτοπαγιδευτήκαμε στον θυμό και στη θυματοποίηση.

4. Αγκαλιάσαμε τον αυταρχισμό, τη δημαγωγία και τον αντιευρωπαϊσμό.

5. Φτωχύναμε πνευματικά, συρρικνωθήκαμε ψυχικά.

Η εικόνα που κατέγραψε η έρευνα της Κάπα Research («Βήμα της Κυριακής», 17/4) επιβεβαιώνει σύγχυση και καθήλωση στη διαδικασία του πένθους. Η διάψευση των προσδοκιών των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ επιτείνει την ανισορροπία. Ετσι, ενώ το 49,5% δηλώνει ότι επιθυμεί παραμονή στην Ευρωζώνη και τήρηση του μνημονίου, το 44,5% βλέπει και προοπτική εκτός ευρώ, με τη βεβαιότητα όμως ότι η Ελλάδα θα μπορεί να συνεχίσει να είναι μέλος της Ε.Ε. και του ΝΑΤΟ…

Μια κοινωνία που παραμένει σε ασφυκτικό κλοιό, με την κυβέρνηση να παλινωδεί, τη χώρα να απομονώνεται (και πάλι), τον κίνδυνο της χρεοκοπίας ή του Grexit να μην αποτελεί τελεσίδικα παρελθόν. Η διαρκής δοκιμασία περιορίζει και την γκάμα των συναισθημάτων: από την αγανάκτηση στην κόπωση, από εκεί στην παραίτηση και στην αναπαραγωγή του ίδιου φαύλου κύκλου.

Οι κοινωνικές «εγγραφές» είναι ασφαλώς σε απευθείας σύνδεση με το πολιτικό σύστημα. Η αυτοκριτική παραμένει σταθερά είδος εν ανεπαρκεία.

Το αορίστως «κάναμε λάθη» δεν συνιστά αυτοκριτική. Θα έπρεπε να κατονομάζονται, να είναι εντοπισμένα, για να ξέρουμε ότι τα χρεώνονται και μπορεί να διορθωθούν. Αλλιώς εξανεμίζονται, εξαϋλώνονται.

Είχε πολύ ενδιαφέρον ως προς αυτό η απάντηση του Γιώργου Παπανδρέου στις «Ιστορίες» του ΣΚΑΪ και στο ερώτημα της Σίας Κοσιώνη: «Το δικό σας μεγαλύτερο λάθος ποιο ήταν;». Είπε ο πρώην πρωθυπουργός:

«Στεναχωρήθηκα πολύ που δεν έγινε το δημοψήφισμα. Και ίσως οι χειρισμοί μου να ήταν τέτοιοι, θα μπορούσαν να ήταν τέτοιοι ώστε να περάσει το δημοψήφισμα. Στεναχωρήθηκα επίσης πάρα πολύ, είμαι άνθρωπος της διαβούλευσης, είμαι άνθρωπος που πιστεύω ότι θα φτιάξουμε κράτος, θα φτιάξουμε τη χώρα μας, όταν αισθανθεί ο Ελληνας συμμέτοχος. Και στενοχωρήθηκα ότι, έχοντας το μνημόνιο, έπρεπε να παίρνω αποφάσεις πολλές φορές μέσα σε 24 ώρες, ή και πιο γρήγορα, και δεν είχα τη δυνατότητα να βάλω τον Ελληνα και όχι μόνο τον Ελληνα, την κοινωνία των πολιτών θα έλεγα, τους θεσμούς της ελληνικής κοινωνίας, τους κοινωνικούς εταίρους, πιο μέσα στο παιχνίδι. Ηταν πολύ δύσκολες στιγμές».

Η λέξη «λάθος» είναι εξορισμένη. Η «στεναχώρια» δεν αποτελεί συνώνυμο. Ανακολουθίες στη σκέψη, κενά, αδυναμία καταγραφής του «λάθους». Ομως αυτό δεν βαρύνει τον κ. Παπανδρέου μόνο, αλλά όλες τις κυβερνήσεις που προηγήθηκαν και ακολούθησαν.

Η αλλεργία, ο φόβος ότι η παραδοχή του συγκεκριμένου λάθους αφαιρεί από την… παράσταση νίκης, υπερισχύει της απλούστατης σκέψης ότι για να «γιορτάζουμε» έξι χρόνια μνημόνια κάποιοι έχουν φροντίσει και ασφαλώς φροντίζουν (με επιμέλεια προς την καταστροφή) γι’ αυτόν τον εορτασμό.

Τόσο η πολιτική εξουσία όσο και η κοινωνία μοιάζει σαν να μη θέλουν να αφήσουν πίσω τους τη ζωή που γνώριζαν, ενώ τους έχουν προσπεράσει ο χρόνος και οι συνθήκες. Επιπλέον, όποιος δεν έχει καμία πρόθεση, ίσως και τον τρόπο, για να αλλάξει τα πράγματα, επιστρατεύει ασαφή ιδεολογήματα και καταφεύγει στην προστασία της πολιτικής φυλής του.

Κάθε μέρα, εδώ και έξι χρόνια, ο διανοητικός ευνουχισμός επαναλαμβάνεται, αποτελώντας τροχοπέδη στη δυνατότητα αλλαγής που είναι και η μόνη δυνατότητα για κίνηση.

Τα «έξι χρόνια μετά το Καστελλόριζο» έχουν μετρήσει πολλαπλάσια στο σώμα της ελληνικής κοινωνίας. Η μόνη βεβαιότητα που αντλήσαμε είναι ότι υπάρχουν, πάντα, χειρότερα. Και η προσδοκία για το «νέο»; Οπως σημειώνει ο κ. Τάσος Γιαννίτσης σε πρόσφατο άρθρο του «…μια υπέρβαση των πολιτικών και άλλων στερεοτύπων, που θα σηματοδοτούσαν αλλαγή προσανατολισμού, θα πληρωθεί ακριβά από όσους πρωτοπορήσουν. Οποιος όμως κατανοήσει ότι αξίζει το τίμημα, ότι αξίζει να πάρει το ρίσκο, όποιος δημιουργήσει ελπίδες που θα αρχίσουν να μετατρέπονται σε πραγματικότητα, θα πιστωθεί και την επιτυχία».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή