Πρόεδρος και Δημοκρατία

4' 59" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η ​​διετία 1988-1989 ήταν μια δύσκολη περίοδος της μεταπολιτευτικής δημοκρατίας. Το ΠΑΣΟΚ, που το 1985 είχε κερδίσει τις εκλογές με 46%, βυθιζόταν στα σκάνδαλα και υπήρχε η αίσθηση «δυσαρμονίας της Βουλής προς το λαϊκό αίσθημα». Βεβαίως, δεν υπάρχει μονάδα μέτρησης της δυσαρμονίας, αλλά τότε αυτό έλεγαν όλες οι εφημερίδες. Δεν γνωρίζουμε πώς θα ήταν η ιστορία εάν δεν γινόταν η αναθεώρηση του 1986, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής παρέμενε Πρόεδρος και αποφάσιζε την πρόωρη διάλυση της Βουλής. Μπορούμε να φανταστούμε όμως τον επικίνδυνο διχασμό της ελληνικής κοινωνίας, αν ένας Δεξιός πρόεδρος καθαιρούσε έναν σοσιαλιστή πρωθυπουργό, σε μια εποχή που τα πολιτικά πάθη ήταν οξυμένα. Θα ήταν ένας διχασμός άσκοπος (αφού τον Ιούνιο του 1989 έγιναν εκλογές τις οποίες κέρδισε η Ν.Δ.), αλλά πολύ πραγματικός. Η δυσαρμονία δεν ήταν όσο μεγάλη την παρουσίαζαν οι εκδότες της εποχής. Το ΠΑΣΟΚ πήρε 39% του εκλογικού σώματος και η Ν.Δ. 44%. Η διαφορά των πέντε μονάδων ήταν όσο περίπου και το 1985 (46% το ΠΑΣΟΚ και 41% η Ν.Δ.) και μικρότερη των επτά μονάδων που εμφανίστηκε στις εντελώς άκαιρες εκλογές του 2015.

Το πρόβλημα με τη δυσαρμονία είναι πως δεν αποτελεί ακριβή επιστήμη. Ούτε ξέρουμε πόση χρειάζεται για να κινηθεί ένας «σοφός» Πρόεδρος της Δημοκρατίας για να διαλύσει την εκλεγμένη από τον λαό Βουλή.

Υπήρχε, επί παραδείγματι, δυσαρμονία της Βουλής προς το λαϊκό αίσθημα το καλοκαίρι του 2011, όταν οι «Αγανακτισμένοι» πλημμύριζαν τις πλατείες και ζητούσαν «να καεί η Βουλή»; Προφανώς, και το απέδειξαν οι εκλογές του 2012, όταν το ΠΑΣΟΚ έπεσε στο 12%. Ομως πρέπει να σκεφτούμε και αντίστροφα: οι ίδιες εκλογές ανέδειξαν μια πλειοψηφία που ακολούθησε την ίδια ακριβώς πολιτική με άλλα πρόσωπα και όχι αυτό που ήθελαν οι συγκεντρωθέντες στις πλατείες. Και αλήθεια: πού θα βρισκόταν σήμερα η χώρα εάν εκείνος ο «σοφός» Πρόεδρος διέλυε πρόωρα τη Βουλή και δεν περνούσε το μεσοπρόθεσμο, αυτό για το οποίο διάφορα αριστεροδεξιά τάγματα εφόδου έκαναν μπλόκα στους δρόμους για να μην επιτρέψουν στους βουλευτές να ψηφίσουν;

Κατανομή ευθύνης

Η πολιτική όπως και η ζωή είναι τόσο σύνθετη διαδικασία που ποτέ δεν μπορούμε να ξεχωρίσουμε με ασφάλεια εκ των προτέρων τις «καλές» από τις «κακές» αποφάσεις· απλώς λουζόμαστε τα επέκεινα. Αυτό που εξασφαλίζει η Δημοκρατία δεν είναι η παραγωγή «καλών» αποφάσεων εσαεί, αλλά η νομιμοποίησή τους, δηλαδή η κατανομή της ευθύνης. Πολλοί σήμερα χτυπούν το κεφάλι τους στον τοίχο επειδή εξέλεξαν τον ΣΥΡΙΖΑ στη διακυβέρνηση της χώρας, αλλά είναι το δικό τους κεφάλι. Δεν νομιμοποιούνται να σπάσουν το κεφάλι κάποιου άλλου για την απόφαση που πήρε ερήμην τους. Βεβαίως, ουδέποτε στη Δημοκρατία υπάρχει πλήρης αντιστοίχιση του λαϊκού αισθήματος με τη σύνθεση της Βουλής ή τις κυβερνητικές αποφάσεις. Η δυσαρμονία αρχίζει να διογκώνεται από το πρώτο έτος. Αλλά αυτό είναι κάτι με το οποίο πρέπει να ζήσουμε ώστε να έχουμε σταθερούς εκλογικούς κύκλους, για να μπορέσουν οι κυβερνήσεις να ξεδιπλώσουν σε βάθος χρόνου την πολιτική τους.

Ενα από τα βασικά και επαρκώς αιτιολογημένα επιχειρήματα υπέρ των προνομιών του Προέδρου είναι ότι μετά την αναθεώρηση του Συντάγματος το 1985 ενισχύθηκε υπερβολικά η εξουσία του πρωθυπουργού.

Δημιουργήθηκε ένας πόλος υπερεξουσίας, χωρίς αντίβαρα, στο Μέγαρο Μαξίμου. Αυτό είναι αληθές. Η εκτελεστική εξουσία σήμερα ελέγχει τις άλλες δύο, με τον πρωθυπουργό στον ρόλο του παντοκράτορα. Γι’ αυτό κάποιοι σαν τον κ. Γιώργο Κατρούγκαλο προτείνουν –ως συνήθως απερίσκεπτα– την εκλογή Προέδρου από τον λαό, έτσι ώστε να υπάρχει διχασμός της εκτελεστικής εξουσίας μεταξύ δύο προσώπων. Μόνο που δι’ αυτού του τρόπου κινδυνεύουμε στις αυθαιρεσίες του πρωθυπουργού, να προστεθούν οι αυθαιρεσίες του Προέδρου και οι δύο κεφαλές της εκτελεστικής εξουσίας να τσακώνονται για τις προνομίες τους και τίποτε να μην προχωρεί στον τόπο.

Οι τρεις εξουσίες

Το πρόβλημα όμως από την πρόταση Κατρούγκαλου δεν είναι η συνήθης απερισκεψία που μαστίζει τον ΣΥΡΙΖΑ και όσων συμμάζεψε για να κυβερνήσει. Είναι και το γεγονός πως και αυτή η πρόταση επικεντρώνεται στην εκτελεστική εξουσία, σαν να μην υπάρχουν οι άλλες δύο. Το πρόβλημα της Δημοκρατίας μας μετά το 1985 δεν είναι πως ο πρωθυπουργός έγινε πολύ ισχυρός, αλλά πως οι άλλες δύο εξουσίες παραμένουν ανίσχυρες. Η Δικαιοσύνη εξακολουθεί –ειδικά το τελευταίο διάστημα– να είναι παρακολούθημα της κυβέρνησης, ενώ το Κοινοβούλιο διά των πειθαρχημένων κοινοβουλευτικών ομάδων καταπίνει και υπερψηφίζει αδιάβαστα νομοσχέδια και δεν ασκεί κανέναν ελεγκτικό του ρόλο. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι υπουργοί δεν πατάνε καν πλέον στο Κοινοβούλιο για να απαντήσουν σε ερωτήσεις και οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ πουλούν αέρα κοπανιστό για δημοκρατία, συμμετοχή, λογοδοσία και άλλα ηχηρά όσο και κούφια λόγια.

Συνεπώς, δεν χρειάζεται κάποιος Πρόεδρος με εξουσίες για να σταθμιστεί η υπερεξουσία του πρωθυπουργού. Πρέπει να λειτουργήσει καθ’ ολοκληρίαν η Δημοκρατία. Θα πρέπει να έχει βουλευτές που θα βουλεύονται αντί να υπερψηφίζουν τυφλά, δικαστές που θα δικάζουν χωρίς την έγνοια της κυβερνητικής ευαρέσκειας, ανεξάρτητες αρχές που θα ελέγχουν χωρίς να ελέγχονται από τους υπουργούς, ένα σύστημα ελέγχων και ισορροπιών που κάνει τη δημοκρατία παραγωγική.

Γράφαμε και παλιότερα ότι στο κλασικό έργο του «Η Δημοκρατία στην Αμερική» ο Αλεξίς ντε Τοκβίλ επιχειρηματολογεί ότι η δημοκρατία δεν είναι καλό πολίτευμα επειδή προσφέρει άμεσες λύσεις, αλλά επειδή μακροχρόνια προσφέρει βιώσιμα αποτελέσματα. «Τα μειονεκτήματα της Δημοκρατίας είναι αμέσως εμφανή, ενώ τα πλεονεκτήματά της ανακαλύπτονται ύστερα από πολύ χρόνο». Το μεγάλο πλεονέκτημα της Δημοκρατίας είναι ότι διαπαιδαγωγεί την κοινωνία στην εξεύρεση λύσεων. Η Δημοκρατία δεν παρέχει ψάρια, αλλά μαθαίνει στο κοινωνικό σύνολο να ψαρεύει. Δεν εκλέγει πάντα τους καλύτερους, αλλά διά της δοκιμής και του λάθους φτιάχνει εκείνους τους θεσμούς που εξασφαλίζουν ότι ακόμη και οι χειρότεροι δεν θα κάνουν ανεπανόρθωτη ζημιά στο κοινωνικό σύνολο. Αρκεί σε κάθε κρίση να βγαίνουν τα ορθά συμπεράσματα· και το λανθασμένο συμπέρασμα εν προκειμένω δεν είναι ότι μας έλειψαν οι ηγέτες, αλλά ότι είχαμε περισσότερους απ’ όσους μας έπρεπε, με αποτέλεσμα να ατονήσουν οι θεσμοί.

Συνεπώς, ένα δημοκρατικό αλλά και λειτουργικό Σύνταγμα δεν πρέπει να προσανατολίζεται σε θυλάκους αυθαίρετης εξουσίας, ούτε καν με τη λαϊκή ψήφο, αλλά στη δημιουργία θεσμών ελέγχων και σταθμίσεων των τριών εξουσιών. Πρέπει να ενισχύσει τις δύο ατροφικές εξουσίες της χώρας και να αποκεντρώσει την υπερτροφική εκτελεστική εξουσία δίνοντας αρμοδιότητες με δυνατότητα φορολόγησης στην Τοπική Αυτοδιοίκηση, αυτονομία των Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων, ιδιωτικοποίηση των δραστηριοτήτων που ανήκουν στην αγορά κ.ά.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή