Υπάρχει μέλλον για την Ελλάδα;

Υπάρχει μέλλον για την Ελλάδα;

3' 42" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ο​​ταν ο «Κύκλος Ιδεών για την Εθνική Ανασυγκρότηση» είχε την καλοσύνη να με καλέσει στην εκδήλωση του με κεντρικό ερώτημα «Ποιο μέλλον για την Ελλάδα;», η εύλογη, σχεδόν αντανακλαστική, απάντηση που μου ήρθε στο μυαλό ήταν: εξαρτάται. Η ενίσχυση, τα επόμενα χρόνια, της παρουσίας των «ανοικτών θεσμών» και η ηγεμονία των αξιών της ανοιχτής κοινωνίας αποτελούν για μένα πρωταρχικής σημασίας ζητήματα που θα καθορίσουν σε μεγάλο βαθμό το μέλλον της χώρας μας. Ασπάζομαι δηλαδή την προσέγγιση των οικονομολόγων Ατζέμογλου και Ρόμπινσον, οι οποίοι στο διάσημο βιβλίο τους «Γιατί αποτυγχάνουν τα έθνη» υποστηρίζουν ότι οι ανοιχτοί οικονομικοί και πολιτικοί θεσμοί αποτελούν τη βάση για την επιτυχία ενός έθνους. Ανοιχτοί (inclusive) θεσμοί, σύμφωνα με τους δύο συγγραφείς, είναι εκείνοι που επιτρέπουν και ενθαρρύνουν τη συμμετοχή της μεγάλης μάζας των πολιτών στις οικονομικές δραστηριότητες ώστε να χρησιμοποιούν τις δεξιότητες και το ταλέντο τους με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Μαζί με τους ανοιχτούς θεσμούς στην οικονομία, οι ανοιχτοί πολιτικοί θεσμοί μπορούν να διασφαλίσουν την επικράτηση της δημοκρατίας έναντι του αυταρχισμού ή της διολίσθησης του κράτους σε πεδίο ανταγωνισμού χωρίς κανόνες φατριών. Οι ανοιχτοί οικονομικοί και πολιτικοί θεσμοί, λοιπόν, μπορούν να προστατέψουν τη χώρα μας από τον κίνδυνο να μετατραπεί στο μέλλον είτε σε Ουγγαρία και Τουρκία είτε σε Ουκρανία και Κολομβία.

Από τη στιγμή όμως που διάβασα τα απαισιόδοξα πορίσματα της τελευταίας έρευνας της «ΔιαΝΕΟσις» με θέμα το δημογραφικό πρόβλημα της Ελλάδας (βλ. www.dianeosis.org), σκέφθηκα πως στη φάση που βρισκόμαστε ίσως θα ταίριαζε περισσότερο το πιο προκλητικό ερώτημα «υπάρχει μέλλον για την Ελλάδα;». Σε αυτήν την περίπτωση, η απάντησή μου θα μετατρεπόταν από «εξαρτάται» σε «δεν ξέρω»!

Τα πορίσματα της ΔιαΝΕΟσις δείχνουν πως υπό ένα απαισιόδοξο, αλλά πολύ πιθανό σενάριο, η χώρα μας το 2050 θα έχει περίπου δύο εκατομμύρια λιγότερους κατοίκους σε σχέση με σήμερα. Οι προφανείς συνέπειες μιας τέτοιας κατάστασης είναι εύκολα αντιληπτές. Π.χ. σε ό,τι αφορά το ασφαλιστικό, που βρίσκεται τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια στην ημερήσια διάταξη του δημόσιου διαλόγου, τα αποτελέσματα θα είναι καταστροφικά. Οπως δείχνει η έρευνα, η συρρίκνωση του συνολικού πληθυσμού και η συνεχιζόμενη γήρανσή του θα έχουν άμεση επίπτωση και στον πληθυσμό της παραγωγικής-εργάσιμης ηλικίας, ο οποίος ήδη βρίσκεται σε φθίνουσα πορεία (από 65% του συνόλου σήμερα, σε 55% του συνόλου το 2050). Αυτή η μείωση θα αποτυπωθεί και στον οικονομικά ενεργό πληθυσμό, που θα συρρικνωθεί κατά 1-1,5 εκατομμύριο μέχρι το 2050 (από 4,7 εκατομμύρια σήμερα σε περίπου 3 εκατομμύρια το 2050). Πρόκειται για μια συγκλονιστική μεταβολή. Η επιπλέον επιβάρυνση του δημογραφικού προς όφελος των μεγαλύτερων ηλικιών (η μέση ηλικία το 1950 ήταν τα 30 έτη, το 2015 ήταν τα 43 έτη και το 2050 ίσως γίνουν τα 50 έτη) θα επηρεάσει επίσης τους πολιτικούς προσανατολισμούς και τις αξίες μας ως κοινωνία. Εφόσον, οι συνταξιούχοι θα αποτελούν περίπου τον μισό πληθυσμό της χώρας, κάθε μεταρρύθμιση εις βάρος τους θα γίνεται ολοένα και πιο δύσκολο να υλοποιηθεί και οι πολιτικές ελίτ θα αντιμετωπίζουν ισχυρά εκλογικά εμπόδια ώστε να λάβουν αποφάσεις πού θα ανακατανέμουν τους πόρους προς όφελος των νεοτέρων. Εξάλλου οι νέοι θα συνιστούν μια εκλογική μειοψηφία, η οποία, λόγω ανεργίας και γενικότερης οικονομικής αδυναμίας, θα εξαρτάται οικονομικά από τους πιο ηλικιωμένους άρα θα βρίσκεται υπό την κηδεμονία τους.

Ως εκ τούτου, οι αντιπαραθέσεις για τις δημόσιες πολιτικές που πρέπει να εκπονηθούν θα τείνουν να έχουν το βλέμμα προς το παρελθόν και τους ηλικιωμένους (προστασία συντάξεων, κ.λπ.) παρά προς το μέλλον (άνοιγμα αγορών και επαγγελμάτων, ενίσχυση της ποιότητας της εκπαίδευσης, προώθηση νέων τεχνολογιών, στήριξη των νέων εργαζόμενων γονιών).

Αν δεν υπάρξουν οι απαραίτητες θεσμικές αλλαγές, η υπογεννητικότητα, σε συνδυασμό με τη φυγή επιστημόνων και ατόμων με υψηλές δεξιότητες προς το εξωτερικό για αναζήτηση καλύτερων προοπτικών (brain drain), θα στερήσει κρίσιμη ζωτικότητα και ποιότητα από τη χώρα μας. Σε συνδυασμό, μάλιστα, με την ταυτόχρονη άφιξη χιλιάδων μεταναστών από χώρες του τρίτου κόσμου, οι περισσότεροι εκ των οποίων διαθέτουν δυστυχώς χαμηλότερο επίπεδο εκπαίδευσης και σχετικά περιορισμένες δεξιότητες, θα επιταχύνει την παρακμή της χώρας. Κάτω από τέτοιες συνθήκες, η επιτακτική ανάγκη για ενσωμάτωση των μεταναστών στον κοινωνικό κορμό θα καθίσταται ολοένα και δυσκολότερη στη γηρασμένη χώρα μας. Μια στάσιμη οικονομία δεν μπορεί να εντάξει εύκολα νέο αίμα. Επιπλέον, οι ηλικιακές διαφορές μεταξύ γηραιών γηγενών και νεαρών μεταναστών θα εντείνουν τις πολιτισμικές και ταξικές αποστάσεις. Ας μη γελιόμαστε, το δημογραφικό χρειάζεται επειγόντως παρεμβάσεις για να αποτραπεί η καταστροφή. Ειδάλλως, δεν θα γίνουμε απλώς μόνο λιγότεροι αλλά και φτωχότεροι σε όλα τα επίπεδα.

*Ο κ. Νίκος Μαραντζίδης είναι καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας και επισκέπτης καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Καρόλου στην Πράγα.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή