Εμπαιγμός και τόλμη

3' 51" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Μ​​ία από τις απογοητεύσεις της τελευταίας επταετίας υπήρξε το ότι μια σημαντική μερίδα της κοινωνίας, μάλλον η πλειονότητα, κατέληξε στην εξαγωγή εσφαλμένων ερμηνειών και συμπερασμάτων από την κρίση, υιοθετώντας αρκετές φορές τα ακριβώς αντίθετα από εκείνα που ίσχυαν. Ετσι, για παράδειγμα, υποβαθμίστηκαν στη συνείδηση πολλών οι ανεύθυνες δημοσιονομικές πολιτικές που οδήγησαν στη διόγκωση του χρέους, το κουκούλωμα των ελλειμμάτων, η πλημμελής και επιλεκτική εφαρμογή των νόμων, η συστηματική κακοδιοίκηση συνεπεία πελατειακών και συνδικαλιστικών πρακτικών ή η ευρύτατα διαδεδομένη μικρή και μεγάλη διαφθορά κ.λπ.

Ακόμη και σήμερα, πολλοί θεωρούν πως στην κρίση οδήγησε η υπαγωγή της χώρας στο μνημόνιο, ενώ είναι διαδεδομένες διάφορες θεωρίες σύμφωνα με τις οποίες ήταν αποτέλεσμα οργανωμένης επιχείρησης καταλήστευσης της χώρας από τους «ξένους». Τις αντιλήψεις αυτές εκμεταλλεύθηκαν πολιτικοί οπορτουνιστές ως εφαλτήριο για την κατάληψη και νομή της εξουσίας. Η αντιστροφή αυτή της πραγματικότητας συμπυκνώνεται με τον εναργέστερο ίσως τρόπο στο πρόσωπο του Ανδρέα Γεωργίου, ενός ανθρώπου που άφησε μια επιτυχημένη διεθνή καριέρα για να προσφέρει τις υπηρεσίες του στην Ελλάδα, ξαναστήνοντας την Ελληνική Στατιστική Αρχή. Αντί να τον τιμήσουμε για τις θυσίες του, τον εξευτελίσαμε και τον σέρνουμε στα δικαστήρια…

Ολα αυτά εγείρουν ένα μεγάλο θεωρητικό ερώτημα. Γιατί βγάλαμε τα λάθος συμπεράσματα από την κρίση; Απάντηση σίγουρα δεν δίνεται από τετριμμένα κλισέ, π.χ. πως είναι στραβό «το DNA της φυλής μας», πως φταίει η παιδεία κ.λπ. Αναμφίβολα, σημαντικός υπήρξε ο ρόλος της κακής ποιότητας ενημέρωσης που πρόσφεραν τα ΜΜΕ. Η μεγάλη ειρωνεία εδώ είναι πως ποτέ δεν είχαμε πρόσβαση σε περισσότερη και πλουσιότερη πληροφόρηση όσο την τελευταία εικοσαετία. Και όμως, η τεχνολογική επανάσταση δεν έχει καταφέρει να επιτρέψει την κυριαρχία της καλής έναντι της κακής πληροφόρησης. Αντίθετα, γενίκευσε τη σύγχυση και συνέβαλε στη συστηματική διαστρέβλωση της αλήθειας τόσο μέσω της αναπαραγωγής θεωριών συνωμοσίας όσο και της ενδυνάμωσης της λεγόμενης «στρέβλωσης της επιβεβαίωσης» (confirmation bias), της επιλογής δηλαδή των πληροφοριών και ερμηνειών που ενισχύουν μια ήδη διαμορφωμένη άποψη. Στις αιτίες αυτές θα πρέπει να προσθέσουμε και τον εγγενώς σύνθετο χαρακτήρα της κρίσης, τις πολλαπλές αστοχίες του προγράμματος και τα μισόλογα των κυβερνήσεων που ανέλαβαν την υλοποίησή του – την περιβόητη δηλαδή «απουσία ιδιοκτησίας του προγράμματος».

Ολα αυτά, όμως, είναι θεωρητικά. Μακροπρόθεσμα κάποια από τα προβλήματα αυτά μπορούν να θεραπευτούν κάπως με τη βελτίωση της ποιότητας της παιδείας και των ΜΜΕ. Τι γίνεται όμως πρακτικά και βραχυπρόθεσμα;

Την απάντηση στο ερώτημα αυτό μας βοηθάει να προσεγγίσουμε η διάκριση λογικής και συναισθήματος. Με αυτό δεν θέλω να πω πως τα συναισθήματα επηρεάζουν τις αντιλήψεις γενικά και αόριστα, αλλά πως συμβάλλουν στον σχηματισμό του πλαισίου το οποίο εν πολλοίς προκαθορίζει το ποιες αντιλήψεις και ερμηνείες είναι πιθανό να γίνουν αποδεκτές και ποιες όχι. Στην οπτική αυτή, ένας σημαντικός λόγος που υποβαθμίστηκαν οι ορθές ερμηνείες της κρίσης είναι πως κεντρικός φορέας τους ήταν το ίδιο πολιτικό προσωπικό που όχι μόνο ευθυνόταν για την κρίση αλλά δεν είχε καν προετοιμάσει την κοινωνία για ένα τέτοιο ενδεχόμενο. Η απόρριψη των φορέων της ερμηνείας προηγείται από την απόρριψη της ερμηνείας και την εξηγεί σε μεγάλο βαθμό. Ετσι, μια μεγάλη μερίδα του κόσμου θεώρησε, και σωστά, πως υπήρξε αντικείμενο εμπαιγμού. Κάτι αντίστοιχο φαίνεται πως συμβαίνει το τελευταίο διάστημα με την κυβέρνηση και εξηγεί την παταγώδη δημοσκοπική της κατάρρευση. Δεν είναι δηλαδή η εξέλιξη αυτή απλή συνέπεια της οικονομικής δυσανεξίας ή της μετατόπισης του ΣΥΡΙΖΑ από τις προεκλογικές του υποσχέσεις, κάτι που και συνηθισμένο είναι και συχνά γίνεται αποδεκτό από το εκλογικό σώμα. Είναι, αντίθετα, απότοκο της αίσθησης πως το κόμμα αυτό κορόιδεψε την κοινωνία με τον πιο ξεδιάντροπο τρόπο.

Κατά παράδοξο τρόπο η Νέα Δημοκρατία βρίσκεται μπροστά στο ενδεχόμενο να βγει κερδισμένη από το σημερινό αδιέξοδο. Πρόκειται για παράδοξο, καθώς η Ν.Δ. είναι κομμάτι του «παλιού» πολιτικού συστήματος και έχει μεγάλες ευθύνες για το ξέσπασμα της κρίσης. Η εκλογή όμως του Κυριάκου Μητσοτάκη της προσέδωσε μια νέα δυναμική, που σε συνδυασμό με το φιάσκο του ΣΥΡΙΖΑ, της προσφέρει μια μοναδική και απρόσμενη ευκαιρία. Και βέβαια, πρόκειται για ευκαιρία όχι μόνο για τη Ν.Δ. αλλά κυρίως για τη χώρα.

Ομως η ευκαιρία αυτή θα χαθεί αν η Ν.Δ. ακολουθήσει την πεπατημένη οδό του γρήγορου και εύκολου πολιτικού κέρδους που καταλήγει αναπόφευκτα στον εμπαιγμό και τελικά στην απόρριψη. Κάτι τέτοιο μπορεί να συμβεί αν δεν απαλλαγεί από φθαρμένα πρόσωπα και φθαρμένες ιδέες. Στη σημερινή συγκυρία, η Ν.Δ. έχει τη δυνατότητα να πει κάποια πράγματα με το όνομά τους, να αναγνωρίσει λάθη του παρελθόντος και να ανοιχθεί σε καινούργια πρόσωπα. Χωρίς να μπει σε λεπτομέρειες, πρέπει να προτείνει ένα εφικτό πρόγραμμα και να μην υποσχεθεί πράγματα που δεν μπορεί να πραγματοποιήσει. Δεν έχει να χάσει καινοτομώντας, εκπλήσσοντας και τολμώντας. Εχει μόνο να κερδίσει – και μαζί της η κοινωνία.

*Ο κ. Στάθης Ν. Καλύβας είναι καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο Yale.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή