Τι προκύπτει από αυτά που πιστεύουν οι Ελληνες

Τι προκύπτει από αυτά που πιστεύουν οι Ελληνες

3' 52" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Θ​​α έχετε, φαντάζομαι, δει τα δημοσκοπικά ευρήματα της πρόσφατης μεγάλης πανελλαδικής έρευνας που πραγματοποίησε ο οργανισμός διαΝΕΟσις, στοχεύοντας στην ακτινογραφία των αξιών της ελληνικής κοινωνίας. Αν όχι, αρκεί να υπογραμμιστεί πως το βασικό χαρακτηριστικό της (που την καθιστά και μοναδική) είναι ο συνδυασμός ενός εξαιρετικά εκτεταμένου ερωτηματολογίου (73 ερωτήσεις με περισσότερες από 200 μεταβλητές) με την επανάληψή της σε τακτά χρονικά διαστήματα (η συγκεκριμένη έρευνα είναι η τρίτη που γίνεται), έτσι ώστε να καταγράφονται οι αλλαγές που πραγματοποιούνται στην κοινή γνώμη. Πρόκειται για μια σημαντική πρωτοβουλία, που προσπαθεί να τοποθετήσει τον δημόσιο διάλογο πάνω σε στοιχεία και όχι απλά σε εικασίες, ευσεβείς πόθους ή ψευδεπίγραφες γνώμες.

Τα εντυπωσιακότερα πορίσματα της έρευνας είναι δύο: άνοδος του αντιευρωπαϊσμού, που πάντως εξακολουθεί να παραμένει μειοψηφικός, από τη μία, και στροφή προς τον οικονομικό φιλελευθερισμό, από την άλλη. Πρόκειται, προφανώς, για δύο τάσεις που βρίσκονται σε ευθεία αντίφαση μεταξύ τους, καθώς ο φιλελευθερισμός συνδέεται άμεσα με τη Δυτική Ευρώπη και την ευρωπαϊκή προοπτική της χώρας. Τι ακριβώς συμβαίνει;

Τα πράγματα περιπλέκονται περισσότερο εάν εμβαθύνει κανείς στα στοιχεία της έρευνας. Εκεί θα συναντήσει σημαντική στήριξη σε αντιλήψεις όπως πως η συνωμοσιολογία, η ρωσοφιλία, η αντίληψη πως ο σοσιαλισμός είναι «καλό πράγμα», η άποψη πως η χώρα μας βγήκε ζημιωμένη από τη σχέση της με την Ευρωπαϊκή Ενωση (και ότι η τελευταία ωφελήθηκε περισσότερο από την Ελλάδα απ’ ό,τι το αντίστροφο!) και γενικότερα η έντονη εσωστρέφεια και ο φόβος της παγκοσμιοποίησης. Και όλα αυτά επισκιασμένα από μια μεγάλη, τεράστια, απαισιοδοξία, με πολλούς να θεωρούν πως η σύγκλιση της Ελλάδας με τις άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης είναι ανέφικτη και πως ακόμη και σε δέκα χρόνια από τώρα η χώρα θα εξακολουθεί να παραπαίει.

Ομως, οι αρνητικές αυτές διαπιστώσεις συνοδεύονται και από σημαντικές χαραμάδες ελπίδας: απρόσμενα ευρείες θετικές αντιλήψεις για τους ξένους και τη διαφορετικότητα, σημαντική άνοδο του επιπέδου συλλογικής αυτογνωσίας ως προς τα αίτια της κρίσης, συνεχιζόμενη αντοχή των δημοκρατικών αξιών, απόρριψη της Αριστεράς και στροφή προς φιλελεύθερες αξίες, όπως η επιθυμία για μικρότερο κράτος, η θετική αντίληψη για την αγορά και η άποψη πως η ανάπτυξη θα έρθει από τον ιδιωτικό τομέα, την άνοδο της ανταγωνιστικότητας, τις εξαγωγές και τις ξένες επενδύσεις – και όχι από το κράτος. Πώς μπορεί να ερμηνευθεί αυτή η μεγάλη αντίφαση;

Πέρα από τη φυσιολογική σύγχυση που αναγκαστικά γεννά ένα πυκνό και σύνθετο ερωτηματολόγιο, η έρευνα αποτυπώνει μια ρεαλιστική εικόνα της ελληνικής κοινωνίας: μιας κοινωνίας συντηρητικής ως προς τις θεμελιώδεις αξίες της, εσωστρεφούς ως προς τα αντανακλαστικά της, αριστερής ως προς το «υψηλό» της λεξιλόγιο, κουρασμένης από την οικονομική δυσπραγία και απογοητευμένης από την Ευρώπη, αλλά συγχρόνως τρομερά ανθεκτικής και με διάθεση για αυτογνωσία και προοδευτικούς και φιλελεύθερους πειραματισμούς. Απογοητευμένη με το μεταπολιτευτικό μοντέλο και την αποτυχία της απόπειρας διάσωσής του από την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, η ελληνική κοινωνία φαίνεται να κοντοστέκεται απέναντι σε δαιμονοποιημένες έως τώρα αξίες και αντιλήψεις, διατεθειμένη να δοκιμάσει κάτι διαφορετικό. Είναι σαν να λέει, «βρε, μπας και αξίζει να δοκιμάσω αυτά που ώς τώρα είχα πειστεί πως δεν δουλεύουν;».

Προφανώς η στάση αυτή είναι ευκαιριακή και δεν έχει ιδιαίτερο βάθος, δεν παύει όμως να αποτελεί μια μοναδική ευκαιρία για όσους πιστεύουν ότι ο δρόμος προς την ανάκαμψη και την αναδημιουργία περνάει μέσα από φιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις. Τι είδους ευκαιρία αποτελεί όμως και πώς ακριβώς μπορεί να αξιοποιηθεί; Εδώ προκύπτουν τρεις παρατηρήσεις.

Η πρώτη είναι πως η Νέα Δημοκρατία, που εκ των πραγμάτων αναδεικνύεται σε πολιτικό φορέα των αλλαγών αυτών, πρέπει να αποβάλει τη φοβία της σε σχέση με τον οικονομικό φιλελευθερισμό. Είναι γνωστό ότι οι φιλελεύθερες αξίες και αντιλήψεις δεν κυριαρχούν στο εσωτερικό της κεντροδεξιάς παράταξης, συνήθως με το (μάλλον προσχηματικό) επιχείρημα πως δεν έχουν λαϊκό αντίκρισμα. Η έρευνα όμως δείχνει πως κάτι τέτοιο δεν ισχύει. Συνεπώς δεν χωρούν πια δισταγμοί και δικαιολογίες. Η κατάσταση είναι απελπιστική και οι ριζοσπαστικές τομές αποτελούν μονόδρομο ακόμη και αν τις δει κάποιος από μια στενή, μικρόψυχη και μικροπολιτική οπτική γωνία, όπως δυστυχώς συνηθίζουν πολλά από τα στελέχη της Ν.Δ.

Η δεύτερη είναι πως οι μεταρρυθμίσεις αυτές δεν χρειάζεται να πλασαριστούν στο όνομα του φιλελευθερισμού. Η κοινωνία δείχνει έτοιμη για φιλελεύθερες αλλαγές αρκεί να παρουσιαστούν με ένα λόγο απλό, πρακτικό και κυρίως ειλικρινή και συνεπή. Ο κόσμος δεν ενδιαφέρεται για ιδεολογικές διαμάχες και μεγαλόστομα όσο και κενά μηνύματα. Χόρτασε από τέτοια. Η Ν.Δ. έχει ακόμη μεγάλο έλλειμμα ουσιαστικής επικοινωνίας και χρειάζεται να ρίξει το βάρος της στο μήνυμα της ουσιαστικής και κυρίως ειλικρινούς αλλαγής.

Η τρίτη, τέλος, παρατήρηση προκύπτει από τις προηγούμενες δύο, αλλά και τις προϋποθέτει. Η Ν.Δ. πρέπει να χωνέψει τι περιμένει η κοινωνία από αυτήν και για να το κάνει αυτό, πρέπει πρώτα να το χωνέψει η ίδια.

* Ο κ. Στάθης Ν. Καλύβας είναι καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο Yale.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή