Το μήνυμα στο ηλεκτρονικό ταχυδρομείο έλεγε: «Θλίβομαι και “πνίγομαι” από την απίστευτη κυνικότητα, την αλητεία και τον τομαρισμό όσο και από την απίστευτη συγχρόνως ”παράδοση”, παθητικότητα και διανοητική αδράνεια του κόσμου αλλά και των όποιων ορθολογικών και νηφάλιων πολιτικών, καλλιτεχνών, κ.λπ. Λέω μέσα μου – αλλά και φωναχτά– πώς είναι δυνατόν να συμβαίνουν όλα αυτά; Πώς γίνεται μια ολόκληρη χώρα να είναι στο έλεος αυτής της καταστάσεως και να παραμένει αδρανής και να σέρνεται μοιρολατρικά στο χάος;».
Πρόσφατα, σε επίσκεψή μου σε έναν γιατρό, στον οποίον πήγαινα για πρώτη φορά, διαπίστωσα ότι ο εξαιρετικά μορφωμένος επιστήμων που είχα απέναντί μου ζούσε αποτραβηγμένος στην επιστήμη του και στη ζωή του. Με είχε ρωτήσει πού εργάζομαι. «Α, όταν διάβαζα εφημερίδες, αυτήν την εφημερίδα έπαιρνα», μου είπε για να συμπληρώσει ότι ούτε εφημερίδες διαβάζει αλλά ούτε και παρακολουθεί τις ειδήσεις «πλέον».
Δεν ήταν ο πρώτος που μου έλεγε κάτι παρόμοιο τον τελευταίο καιρό. Αλλά τον σκέφτηκα πάλι, χθες, όταν έλαβα το οργισμένο email του φίλου που μου έλεγε για την αδράνεια των πολιτών και τη βύθιση της χώρας. Οχι ένας, ούτε δύο, ούτε εκατό, αλλά χιλιάδες πρώην ενημερωμένοι, πρώην δραστήριοι πολίτες έχουν αποσυρθεί. Πιθανώς, το σκέφτονται αν θα ψηφίσουν στις ερχόμενες εκλογές όταν αυτές γίνουν, αλλά το πιο ακραίο είναι ότι όλοι αυτοί οι απογοητευμένοι πολίτες, όλοι αυτοί που τείνουν να πιστέψουν στον πολιτικό μηδενισμό, θεωρούν ή τουλάχιστον επιχειρούν πλαγίως να περάσουν την άποψη ενός «αριστοκρατικού» αναχωρητισμού.
Αναρωτιέμαι για τις εκπλήξεις που μπορεί να κρύβουν τα βουβά και υπόγεια ρεύματα στην κοινωνία. Εύκολα πλέον διακρίνει κανείς τους «αναχωρητές» από τις επάλξεις της άλλοτε κραταιάς μεσαίας τάξης, από τους άλλοτε πυλώνες της οικονομίας, της γνώσης, της κατανάλωσης και της επιστήμης. Εύκολα τους ξεχωρίζεις από τον τρόπο που απαξιώνουν τις πολιτικές συζητήσεις, από τον τρόπο που –αν τους συλλάβεις σε στιγμή εξομολόγησης– θα σου διηγηθούν την προσωπική τους ιστορία: το κατάστημα που έκλεισε έπειτα από 22 χρόνια, για τα παιδιά που μένουν πλέον στο εξωτερικό, για το στεγαστικό που τους έπνιξε, για το αυτοκίνητο που σκέφτονται να πουλήσουν. «Αλλωστε δεν πάμε και εκδρομές πλέον». Από την άλλη, δεν παύουν να σου υπενθυμίσουν ότι «μια ζωή ψήφιζαν τη συντηρητική παράταξη», αλλά, «πλέον δεν πιστεύουν ότι μπορούν να αλλάξουν και πολλά». Πόσο σημαντικό είναι άραγε το στοιχείο της πίστης (με μια έννοια σχεδόν μεταφυσική, με μια έννοια προβολής επιθυμίας) στη σχέση ανάμεσα στον ψηφοφόρο και στην πολιτική επιλογή;
Μέρες σκεφτόμουν τον γιατρό και την τόσο, φαινομενικά, προφυλαγμένη ζωή του. Σκεφτόμουν επίσης πόσοι πολλοί θα προσυπέγραφαν την κραυγή του οργισμένου φίλου… Αν υπάρχει μια μεγάλη πρόκληση σήμερα, είναι να κερδίσει λίγο οργή ο γιατρός και να θέλει να την εκφράσει πολιτικά και από την άλλη να κερδίσει λίγη νηφαλιότητα ο οργισμένος φίλος και να μιλήσει με πραότητα σε άλλους «αναχωρητές» της μεσαίας τάξης.