Η θεωρία της εκτίναξης

2' 45" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Υπάρχουν Ελληνες, όχι λίγοι, αλλά πάντως όχι σε πλειοψηφικό ρεύμα, που πιστεύουν, και μάλιστα μετ’ επιτάσεως, ότι οι παραγωγικές δυνάμεις της κοινωνίας καιροφυλακτούν. Περιμένουν να γυρίσει η κατάσταση. Με άλλα λόγια περιμένουν να έρθει ο Μητσοτάκης. Περιμένουν όχι μόνο οι κλασικοί Νεοδημοκράτες αλλά ακόμη και εκείνοι που δεν πίνουν νερό στο όνομά του, εκείνοι που παραμένουν, ωστόσο, ρεαλιστές ή τουλάχιστον εκείνοι που δεν αντέχουν να βλέπουν τη ζωή τους σε τέλμα.

Αν θα εκτιναχθεί ή όχι η ελληνική κοινωνία, αν, δηλαδή, θα θριαμβεύσει (και πάλι) το ελληνικό δαιμόνιο, είναι καθημερινή συζήτηση σε πολλούς κύκλους, που προετοιμάζονται καθώς ήδη το 2018 και το 2019 είναι «αύριο». Αλλά και έξω από τους επιχειρηματικούς κύκλους, μέσα, δηλαδή, στον πυρήνα της μεσοαστικής κοινωνίας, υπάρχει αδημονία. Πρόσφατα, βρέθηκα σε μία ιδιωτική βραδιά κλασικής μουσικής που έγινε σε έναν νέο χώρο φιλοξενίας στο κέντρο της Αθήνας. Ηταν με προσκλήσεις και η ατμόσφαιρα, φιλική και κατανυκτική, θύμιζε μυστικές συναντήσεις σε σκοτεινούς χρόνους. Το ντύσιμο απλό και καθημερινό, όλοι ήταν εκεί για να «δηλώσουν» κάτι με την παρουσία τους. Εκεί, σε αυτόν τον χώρο, όπου περίπου 100 μεσοαστοί Αθηναίοι, επιχειρηματίες, καλλιτέχνες, νομικοί ή γιατροί, έζησαν για δυο-τρεις ώρες με μια ποιότητα που νοσταλγούσαν, ένιωσα έντονα αυτό το αίσθημα της αναμονής. Η αναμονή εύκολα γίνεται ανυπομονησία και οι μικρές, πολλές καθημερινές ιστορίες της ελληνικής πραγματικότητας του 2017 εύκολα γίνονται ένα βασικό αίτημα. Υπάρχουν πολλοί, πάρα πολλοί που δεν αντέχουν να βλέπουν τη χώρα να πηγαίνει στράφι.

Η αλήθεια είναι ότι παρά το γεγονός ότι πολλοί, καλοί και άξιοι, έχουν εγκαταλείψει τη χώρα, παρά το γεγονός ότι το κλίμα είναι βαρύ και η αγορά προσπαθεί μετά κόπου να επιβιώσει, συναντάς καθημερινά Ελληνες, νέους, μεσήλικες ή μεγάλους σε ηλικία, που σε εκπλήσσουν. Σε εκπλήσσουν με την πίστη τους στη δύναμη της χώρας και στις ανεξάντλητες δυνατότητες αυτού του τόπου. Αν μπορούσε κανείς να συνοψίσει με δύο λόγια το βουβό κύμα απογοήτευσης και αγανάκτησης, που έχει τυλίξει τόσο κόσμο, χωρίς δυσκολία θα έλεγε ότι είναι η στενοχώρια για την Ελλάδα που «ενώ μπορεί, δεν θέλει». Θα μπορούσε να τολμήσει κανείς να πει ότι αυτή η στενοχώρια για την Ελλάδα που έχει δυνατότητες εκτίναξης αλλά επιμένει να κυνηγάει την ουρά της, προσλαμβάνει τον χαρακτήρα ενός νέου πατριωτισμού. Και ο πατριωτισμός αυτός επιθυμεί να δει την Ελλάδα να κατέχει περήφανη θέση ανάμεσα στα ανεπτυγμένα έθνη.

Είναι εντυπωσιακό να σκεφτεί κανείς πόση διάθεση για δουλειά, για ρίσκο και για καινοτομία υπάρχει ανάμεσα σε πολλούς που νιώθουν παροπλισμένοι. Γενιές νέων που είναι τώρα 15, 20 και 25 εκπλήσσουν με τον τρόπο που σκέφτονται. Aνθρωποι της αγοράς με μαγαζιά και επιχειρήσεις, αλλά και άνθρωποι του πνεύματος και της επιστήμης, νιώθουν ολοένα και πιο έντονα «φιλοξενούμενοι προς εξορία». Και όταν έρχεσαι σε επαφή με την Ελλάδα που ανυπομονεί να δείξει τις δυνατότητές της, σκέφτεσαι, αναπόφευκτα, πόσο χρόνο χάνουμε, πόση σκέψη αφήνουμε να εξαερωθεί, καθώς μας απασχολούν ασήμαντα πρόσωπα και κενές περιεχομένου δηλώσεις. Δίνουν όμως το στίγμα μιας καθημερινότητας, μονοπωλούν και δηλητηριάζουν το κλίμα. Ζούμε, νιώθει κανείς, υπό την κατοχή ασήμαντων ανθρώπων.

Οσο όμως εντείνεται η αίσθηση του πνευματικού ζυγού και όσο το αίσθημα της δυσφορίας οδηγείται σε ασφυξία, τόσο δυναμώνει η θεωρία της εκτίναξης προς τα πάνω, όταν και εφόσον οι συνθήκες το επιτρέψουν. Συχνά, ακούει κανείς την επωδό «αν υπάρχει χώρα έως τότε», αλλά συνήθως λέγεται για να υπογραμμιστεί η επιθυμία αλλαγής. Η θεωρία της εκτίναξης έχει υποστηρικτές.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή