Οι εκλογές, όπλο της Μέι

2' 28" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Α​​κόμη και αν η Τερέζα Μέι κερδίσει με συντριπτική διαφορά τις εκλογές του Ιουνίου, η Ε.Ε. δεν θα μας δώσει καλύτερους όρους για το Brexit. Οι εκλογές δεν αφορούν την ενίσχυση της θέσης της πρωθυπουργού στις διαπραγματεύσεις της με την Ευρώπη, αλλά απέναντι στο ίδιο της το κόμμα.  

Η Μέι, φυσικά, έχει δικαιολογήσει την αθέτηση της υπόσχεσής της να μην προκηρύξει πρόωρες εκλογές, ισχυριζόμενη ότι θα μπορέσει να πετύχει μια καλύτερη συμφωνία. Αλλά ποια είναι τα επιχειρήματα που δικαιολογούν αυτόν τον ισχυρισμό; 

Σύμφωνοι, θα δεχθεί τα συγχαρητήρια των συνομιλητών της στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων ως εκλεγμένη ηγέτις με ευρεία πλειοψηφία. Αλλά αυτό δεν θα αλλάξει τη γνώμη τους σχετικά με τα συμφέροντά τους, ούτε σχετικά με τη σημασία της Βρετανίας ως οικονομικής και στρατηγικής εταίρου. 

Η κορυφαία προτεραιότητα των υπόλοιπων ηγετών θα είναι η συνοχή του κλαμπ τους. Αυτό δεν σημαίνει ότι θα τιμωρήσουν το Ηνωμένο Βασίλειο. Αλλά σημαίνει ότι θα πρέπει να εξασφαλίσουν ότι δεν θα αποσπάσει τόσο καλούς όρους, που θα δημιουργήσουν τον πειρασμό της αποχώρησης και σε άλλους. Αυτό, με τη σειρά του, σημαίνει ότι δεν θα μπορέσουμε να διαλέξουμε τα κομμάτια εκείνα της ένταξης στην Ε.Ε. που μας αρέσουν και να απορρίψουμε τα υπόλοιπα. 

Το στρατηγικό και οικονομικό συμφέρον της Ε.Ε. επιτάσσει τη σύναψη συμφωνίας με το Ηνωμένο Βασίλειο. Αλλά αυτό δεν θα επηρεαστεί ούτε κατ’ ελάχιστον από το μέγεθος της πλειοψηφίας της Μέι. Οι «κόκκινες» γραμμές της Ε.Ε. θα παραμείνουν οι ίδιες: οι αρχές του διαζυγίου (συμπεριλαμβανομένης και μιας ενδεχομένως τεράστιας πληρωμής εξόδου) πρέπει να συμφωνηθούν πριν ξεκινήσουν οι συνομιλίες για μια νέα συμφωνία· πρέπει να τηρούμε τους κανόνες της Ε.Ε. και να συνεχίσουμε να συνεισφέρουμε στον κοινοτικό προϋπολογισμό κατά τη μεταβατική περίοδο μεταξύ οριστικοποίησης του διαζυγίου και συμφωνίας για τη νέα σχέση· και δεν υπάρχει δυνατότητα διακριτικής ευχέρειας στη συμμόρφωση με την κοινοτική νομοθεσία. 

Ο τελευταίος Ευρωπαίος ηγέτης που ήλθε στις Βρυξέλλες απαιτώντας ειδική μεταχείριση επειδή είχε μόλις εξασφαλίσει τη λαϊκή εντολή στη χώρα του ήταν ο Αλέξης Τσίπρας. Η απάντηση που έλαβε ήταν ότι αυτό δεν είχε σημασία. Επειτα από μήνες αντιπαράθεσης, ο Ελληνας πρωθυπουργός προκήρυξε δημοψήφισμα για να υποστηρίξει τη θέση του, το οποίο κέρδισε με θεαματικό τρόπο. Η Ευρωζώνη παρέμεινε αμετακίνητη. Εντός ημερών, ο Τσίπρας υποχρεώθηκε σε μια ταπεινωτική μεταστροφή, που περιλάμβανε την υπογραφή μιας συμφωνίας χειρότερης από αυτήν που του είχε αρχικά προσφερθεί. 

Το Ηνωμένο Βασίλειο είναι πολύ πιο ισχυρό από την Ελλάδα. Επιπλέον, η Μέι δεν είναι τόσο ανόητη όσο ο Τσίπρας. Μοιάζει να αναγνωρίζει ότι θα πρέπει να κάνει συμβιβασμούς για να καταλήξει σε συμφωνία. Αυτός φαίνεται να είναι ο υπολογισμός που έκανε προκηρύσσοντας αυτές τις εκλογές. Είναι σίγουρα ο τρόπος με τον οποίο οι χρηματαγορές και οι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι ερμηνεύουν την κίνηση: ως ένα τέχνασμα που θα της χαρίσει μια επαρκώς ογκώδη πλειοψηφία ώστε να μη χρειάζεται να ανησυχεί υπερβολικά για τους εξτρεμιστές στα δεξιά του κόμματός της. 

 

* O κ. Χιούγκο Ντίξον είναι συνιδρυτής του Common Ground και ιδρυτής και διευθυντής σύνταξης του InFacts. Το κείμενο αναρτήθηκε την περασμένη Τετάρτη στο infacts.org.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή