Λίγο γέλιο, ρε παιδιά, προσφορά στον πλησίον

Λίγο γέλιο, ρε παιδιά, προσφορά στον πλησίον

1' 41" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Στην οθόνη του υπέροχου (σαν από άλλη εποχή) Σινέ Οασις στο Παγκράτι, ο πλούσιος βιομήχανος τρέχει με ανοιχτό αμαξίδιο πάνω στη νοτισμένη άμμο της παραθαλάσσιας Νορμανδίας και ξαφνικά εκτινάσσεται στον ουρανό αφού, ως διά μαγείας, βρέθηκε μπροστά του ένα ναυαγισμένο καράβι. «Μα πώς εκτινάχθηκα έτσι; Πώς βρέθηκε αυτό το καράβι μπροστά μου;» ρωτάει ο εν λόγω πρωταγωνιστής Βαν Πέτεγκεμ (της ταινίας «Οικογένεια Βαν Πέτεγκεμ») και όλο το σινεμά στρέφει το βλέμμα προς την παρέα μας. Το ένρινο γέλιο της Κωνσταντίνας έχει τραβήξει την προσοχή και, καθώς αυτό παρατείνεται, παρασύρει το κοινό σε ένα χαμόγελο θαυμασμού (;) για κάποιον που γελάει πηγαία. Που εκτίθεται, που αφήνει τις ρωγμές του να αποκαλυφθούν, που επιτρέπει στον άγνωστο συν-θεατή / συν-άνθρωπο (μιας ταινίας, ενός θεατρικού έργου ή ακόμη και μιας διαδρομής ζωής) να κατανοήσει πως τα τείχη δεν βοηθούν, αντίθετα εγκλωβίζουν.

Η Κωνσταντίνα εντυπωσιάστηκε από το Σινέ Οασις. Νομίζω πως εκείνο που την ξάφνιασε περισσότερο –σαν να έλεγε «ωχ, μα πώς εκτινάχθηκα έτσι έδω; πώς βρέθηκε αυτό το σινεμά μπροστά μου;»– είναι η σχέση που έχουν αναπτύξει οι δύο ιστορικές ιδιοκτήτριες του κινηματογράφου με το κοινό – μία σχέση που αποτελεί ένα δείγμα αστικού πολιτισμού που ακόμη διατηρείται στην Αθήνα. Τα θερινά σινεμά υπενθυμίζουν την υποβάθμιση τις δεκαετίες της δανεικής ευμάρειας.

Μία κοινωνία, συμπιεσμένη από τον λαϊκισμό και την αγένεια των καιρών και αγκομαχώντας από τα βαρίδια της παρατεταμένης οικονομικής κρίσης, ευκολότερα χάνει τη δύναμή της. Η αδυναμία της πολλαπλασιάζεται όσο οι σταθερές χάνονται, η λογική ακυρώνεται, οι λύσεις αργούν, το κουράγιο εξαντλείται.

Την ίδια στιγμή, μετεωριζόμαστε ανάμεσα σε αυτό που είχαμε και σε αυτό που μπορούμε να έχουμε, ωστόσο δεν γνωρίζουμε πια γιατί παλεύουμε, ποια είναι η «Οδός Ονείρων» του 2017 – «κανείς δεν ζει αληθινά αυτό που θα ήθελε να ζει». Ετσι, μοιάζουν ακριβά και τα αποζητάμε: μια συντροφιά που μπορεί να ανατρέψει ρουτίνες, ένα πηγαίο χαμόγελο που θα μας παρασύρει από την καθημερινότητα, μια εκδρομή στη θάλασσα, μια βόλτα στον Λυκαβηττό, ένα ραδιόφωνο που παίζει τις μελωδίες που αγαπάμε. Να έλειπαν και τα «παράσιτα», τι καλά που θα ήταν…

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή