Περιμένοντας την ανάπτυξη

2' 45" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ε​​δώ και χρόνια περιμένουμε μάταια, σαν τον Εστραγκόν και τον Βλαδίμηρο, να εμφανιστεί η ανάπτυξη. Οπως οι δύο πρωταγωνιστές στο «Περιμένοντας τον Γκοντό» του Σάμιουελ Μπέκετ, έχουμε αρχίσει να κουραζόμαστε αλλά και να απελπιζόμαστε. Αναρωτιόμαστε αν ο Γκοντό –συγγνώμη, η ανάπτυξη εννοώ– υπάρχει στην πραγματικότητα κι αν θα έρθει ποτέ προς τα μέρη μας. Δεν κάνουμε τίποτα για να την αναζητήσουμε. Θεωρούμε δεδομένο ότι, αν είναι να συναντηθούμε τελικά, θα πρέπει αυτή να έρθει να μας βρει. Μας το οφείλει.

Αναρωτιέμαι τι έχουν στο μυαλό τους οι περισσότεροι Ελληνες όταν ακούν τη λέξη «ανάπτυξη». Υποθέτω κυρίως δύο πράγματα: Χρήματα και θέσεις εργασίας. Σωστά, η ανάπτυξη, όταν αποφασίσει να έρθει, θα φέρει μαζί της οπωσδήποτε αύξηση στα εισοδήματα και μείωση της ανεργίας. Θα φέρει το τέλος της κρίσης, θα βγούμε από το τούνελ, θα δούμε επιτέλους τι είναι το σαξές στόρι, θα φτάσουμε στη Γη της Επαγγελίας. Αλλά γιατί αργεί τόσο;

Αναρωτιέμαι επίσης πώς νομίζουν οι περισσότεροι Ελληνες ότι έρχεται η ανάπτυξη. Εμφανίζεται ξαφνικά σαν από μηχανής θεός; Μας αιφνιδιάζει σαν τον Νυμφίο εν τω μέσω της νυκτός; Πέφτει σαν το μάννα εξ ουρανού; Εμείς πρέπει να κάνουμε κάτι ή είναι σοφότερο να περιμένουμε ακίνητοι στη θέση μας για μην περάσει και δεν μας βρει εκεί όπου συνήθως λιαζόμαστε;

Δεν ξέρω αν ο Εστραγκόν και ο Βλαδίμηρος έχουν συναντήσει ποτέ τον Γκοντό ή είναι πλάσμα της φαντασίας τους. Εμείς όμως την ανάπτυξη τη γνωρίσαμε καλά, μας συνόδευσε στις δυσκολότερες περιστάσεις του εθνικού μας βίου. Υποθέτω ότι οι περισσότεροι δεν το γνωρίζουν, αλλά η χώρα μας είχε μέσον όρο ετήσιας αύξησης του κατά κεφαλήν εισοδήματος 5,2% από το 1929 έως το 1980. Την ίδια περίοδο, η Ιαπωνία είχε 4,9% και η Γερμανία 3% (σύμφωνα με τα στοιχεία της Στατιστικής Υπηρεσίας των Ηνωμένων Εθνών). Δηλαδή σε μια περίοδο πολέμου, Κατοχής και Εμφυλίου, δικτατοριών και ανώμαλων πολιτικών καταστάσεων (μέχρι το 1974), που περιλάμβανε την παγκόσμια οικονομική ύφεση που οδήγησε σε πτώχευση και την Ελλάδα, η χώρα μας περνούσε τις δυσκολίες έχοντας παρέα την ανάπτυξη. Αλλά και αργότερα, σε άλλες πιο πρόσφατες χρονικές περιόδους, η χώρα μας αναπτυσσόταν. Φτάσαμε μέσα σε τρεις γενιές από φτωχή χώρα των Βαλκανίων να θεωρούμαστε μία από τις 25 πλουσιότερες του κόσμου όχι μόνο με βάση το εισόδημα αλλά και με τους δείκτες ανθρώπινης ανάπτυξης του ΟΗΕ.

Αυτή η ευημερία (ειδικά των τελευταίων ετών πριν από την κρίση) ήταν βέβαια πλασματική. Βασιζόταν σε μεγάλο βαθμό σε πακτωλό επιδοτήσεων από την Ε.Ε. και σε δανεισμό. Αλλά επίσης σε μια άτυπη συμφωνία με το πολιτικό σύστημα: σε ψηφίζω και δεν με φορολογείς, δεν με εποπτεύεις, δεν με αξιολογείς. Οταν ήρθε η κρίση, μας τα πήρε όλα, εκτός από την εντύπωση ότι η ανάπτυξη είναι ένα είδος αναπάντεχης τύχης: κάθεσαι κάτω από το δέντρο και σου πέφτει ο καρπός στα χέρια.

Ηρθε η ώρα να μάθουμε, ή μάλλον να θυμηθούμε, ότι η ανάπτυξη είναι κάτι που δεν το περιμένουμε αλλά το κυνηγάμε. Οτι βασίζεται πάντοτε στην ιδιωτική οικονομική δραστηριότητα, στην επιχειρηματικότητα και στην καινοτομία. Οτι προϋποθέτει ανοικτή ανταγωνιστική αγορά και επικουρικά ένα αποτελεσματικό κράτος. Αλλά είναι πολύ δύσκολο να έρθει με μια κυβέρνηση που δεν μπορεί και δεν θέλει να τα κατανοήσει όλα αυτά.

* Ο κ. Αριστείδης Χατζής είναι αναπληρωτής καθηγητής Φιλοσοφίας Δικαίου και Θεωρίας Θεσμών στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Η δεύτερη έκδοση του βιβλίου του «Φιλελευθερισμός» κυκλοφορεί στη σειρά «Μικρές Εισαγωγές» των εκδόσεων Παπαδόπουλος.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή