Περιχαρακώνουμε μία λέξη

3' 28" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η γλώσσα δεν αλλάζει με νομοθετικές ρυθμίσεις και διεθνείς συμφωνίες – ιδίως στις ανοικτές κοινωνίες και υπό συνθήκες παγκοσμιοποίησης. Πολύ περισσότερο, καμία διεθνής συνθήκη δεν μπορεί να επιβάλει σύνορα ανάμεσα στις γλώσσες. Δεν μπορεί, δηλαδή, να εμποδίσει τη μετάφραση ενός όρου από τη μία γλώσσα στην άλλη, ούτε και να επιβάλει την εισαγωγή ενός δυσπρόφερτου ξενικού όρου από τη μία γλώσσα στην άλλη. Και όμως, αυτό επιχειρείται από την κυβέρνηση ή τουλάχιστον αυτό παρουσιάζεται εδώ και μερικές μέρες να είναι η επιλογή της κυβέρνησης για τη σύνθετη ονομασία της ΠΓΔΜ: ονομασία στη σλαβική γλώσσα και, το καλύτερο, αμετάφραστη. (Ποια από τις σλαβικές γλώσσες –διότι είναι κάμποσες– δεν προσδιορίζεται. Προφανώς, δεν εννοείται ούτε η τσεχική ούτε η βουλγαρική, αλλά εκείνη που δεν τολμάμε να πούμε το όνομά της: η σλαβομακεδονική.)

Ηταν ο υπουργός Εξωτερικών Ν. Κοτζιάς, προχθές, εκείνος που το έθεσε πρώτος και, χθες, το επανέλαβε και ο υφυπουργός του ο Κατρούγκαλος. Από κοντά ήλθαν πληροφορίες και διαρροές, ώστε να σχηματισθεί η εντύπωση ότι η ονομασία την οποία έχει κατά νου η ελληνική πλευρά είναι το «Gornamakedonija». Και πες ότι περνάει η συγκεκριμένη πρόταση, με όλες τις διασφαλίσεις περί επεκτατισμού τις οποίες ευλόγως ζητούμε· τι γίνεται μετά; Στους διεθνείς οργανισμούς, στις διασκέψεις, η ταμπελίτσα μπροστά από τον εκπρόσωπό τους θα γράφει «Republic of Gornamakedonija», όλοι θα τους λένε όμως «Δημοκρατία της Ανω Μακεδονίας», στη γλώσσα του ο καθένας. Εμείς, δε, που απαιτήσαμε την αλλαγή και στήσαμε καβγά 27 χρόνων για την πετύχουμε, θα τους λέμε όπως τους λέγαμε πάντα: τα Σκόπια, οι Σκοπιανοί.

Η οπερέτα «Το όνομα της Μακεδονίας» ήταν για εμάς η προσπάθεια να περιχαρακώσουμε μια μικρή, αδύναμη και ασταθή χώρα, εξαιτίας της βαθιάς ανασφάλειάς μας γύρω από την εθνική ταυτότητά μας. (Χαρακτηριστικό είναι το βασικό επιχείρημα-φόβητρο των οργανωτών των συλλαλητηρίων: «Αν δοθεί το όνομα, ξεκινά ο διαμελισμός της πατρίδας μας».) Υστερα από 27 χρόνια, αρχίζουμε να υποψιαζόμαστε ότι αυτό δεν μπορεί να γίνει στον σημερινό παγκοσμιοποιημένο κόσμο· οπότε, αντί να περιχαρακώσουμε το «κρατίδιο», αγωνιζόμαστε τώρα να περιχαρακώσουμε μία λέξη. Είμαστε πράγματι ο εξυπνότερος λαός του κόσμου! Οχι ΣΥΡΙΖΑ και Καμμένος, κάποιες στιγμές –τούτη εδώ είναι μία– φοβάμαι ότι μας χρειάζεται Φραγκούλης Φράγκος πρωθυπουργός με Παύλο Χαϊκάλη υπουργό Οικονομικών…

Το αβάπτιστο

Μένω στην ονοματολογία, διότι έχουμε και το αβάπτιστο της Υπαρκτής Κεντροαριστεράς, για το οποίο έχω να κάνω μια πρόταση. Ως γνωστόν, φέρει την προσωρινή επωνυμία «Κίνημα Αλλαγής». Η δεύτερη λέξη προσδιορίζει την πρώτη ενώ μεταξύ τους υπονοείται το συνδετικό ρήμα· επομένως, το «Κίνημα» είναι υποκείμενο και το «Αλλαγής» είναι κατηγορούμενο. Γιατί λοιπόν να μην επιχειρήσουν μια αντιστροφή της σειράς υποκειμένου και κατηγορουμένου; Να το κάνουν «Αλλαγής Κίνημα»! Τέτοιες αντιστροφές, αν θυμάστε, έγιναν ξαφνικά πολύ της μόδας τη δεκαετία του 1980, ιδίως στις εμπορικές επωνυμίες. Ηταν ένδειξη μιας «εθνίκ» περηφάνιας την οποία έφερνε το ΠΑΣΟΚ στους οπαδούς του. Εν αντιθέσει προς το ανιαρό «Κίνημα Αλλαγής», το «Αλλαγής Κίνημα» αναδίδει όλη την ποιητικούρα και την πόζα της Μεταπολίτευσης και, σίγουρα, θα μιλήσει στην καρδιά της Φώφης.

Η φύση του

Οχι, δεν ετοίμασε εκείνος την αναφορά προς τους ευρωβουλευτές για το συλλαλητήριο της Θεσσαλονίκης. Το Γραφείο Διεθνών Σχέσεων του ΣΥΡΙΖΑ ετοίμασε το κείμενο και τις φωτογραφίες (συμπεριλαμβανομένης εκείνης με την Εύα Καϊλή και το σοσιαλίζον, κατακόκκινο κασκόλ της), ο Δημήτρης Παπαδημούλης, όπως εξήγησε ο ίδιος, απλώς το έστειλε. Με το όνομά του από πάνω, βέβαια. Πάντως, εκείνος δεν το είχε ετοιμάσει! Πρόκειται για την κλασική δικαιολογία των κατωτέρων: «Εκτελούσα διαταγές», λένε και δείχνουν προς τα επάνω. Μόνο που ο Δ. Παπαδημούλης πρωτοτυπεί και, επιτέλους, χρησιμοποιεί τη δικαιολογία αντιστρόφως, διότι στην υπόθεση αυτή εκείνος στέκεται στην κορυφή. Δείχνει λοιπόν προς τα κάτω και μας λέει ότι εκείνος απλώς έβαλε το όνομά του, δεν είχε άλλη σχέση.

Απορώ, ωστόσο, γιατί ο Παπαδημούλης ένιωσε ότι όφειλε να δικαιολογήσει την «κατάδοση» της Εύας Καϊλή στους άλλους ευρωβουλευτές. Πραγματικά, δεν είχε κανέναν λόγο να το κάνει. Η δημοσιότητα είναι μέρος του νοήματος της συμμετοχής σε ένα συλλαλητήριο. Δεν πηγαίνει κανείς incognito σε συλλαλητήριο! Δεν αποκάλυψε και, πολύ περισσότερο, δεν πρόδωσε ο Παπαδημούλης. Απλώς, υπέδειξε, έθεσε υπ’ όψιν. Δεν ήταν, συνεπώς, προδοσία η πράξη για την οποία τόσο άδικα τον κατηγορούν· ήταν κακία. Κοινή, ανθρώπινη κακία. Γι’ αυτό μάλλον ένιωσε την ανάγκη να δικαιολογηθεί. Ντρέπεται για τη φύση του. Δεν θα έπρεπε, αυτήν έχει.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή