Η Μικρασιατική Καταστροφή και ο νέος διχασμός

Η Μικρασιατική Καταστροφή και ο νέος διχασμός

3' 34" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

H​​ταν βράδυ της 7ης Δεκεμβρίου του 1920. Στο κέντρο της Αθήνας πλήθος κόσμου έψαλλε το Χριστός Ανέστη μπροστά από τα Ανάκτορα. Σύμφωνα με την αφήγηση της Πηνελόπης Δέλτα, «στρατιώτες χόρευαν σε κύκλο, γυναίκες ξεσκούφωτες έπιαναν το χορό, τραγουδούσαν όλοι, σφύριζαν, φώναζαν, ζητωκραύγαζαν σα μεθυσμένοι, και σαν τρελοί. Μια γυναίκα όρθια τραγουδούσε το “Γιο του Αετού”. Αλλη στο αυτοκίνητο πεσμένη στην αγκαλιά του αυτοκινητά έλεγε μισολιγωμένη: “Ετσι θέλαμε. Ετσι θέλαμε” (…) Δέκα, δώδεκα κορίτσια πήγαιναν τραγουδώντας με ξεφωνητά και ξετσίπωτα γέλια και λυγίσματα. “Το Βενιζέλο στείλαμε στο διάβολο πεσκέσι”. Και όλοι μαζί φώναζαν, ο δρόμος ολόκληρος σφύριζε, ζητωκραύγαζε, ξελαρυγγίζουνταν, τ’ αυτοκίνητα τρομπετάριζαν, τα τραμ κουδούνιζαν με ρυθμό. “Ετσι θέλαμε, τον εφέραμε”». Μόλις είχε επιστρέψει θριαμβευτικά στην Αθήνα, ύστερα από περίπου τριάμισι χρόνια, ο βασιλιάς Κωνσταντίνος, μετά τη διενέργεια σχετικού δημοψηφίσματος.

Ηταν πικρή εκείνη η χρονιά του 1920. Και ας είχε συνδεθεί με τον θρίαμβο στις Σέβρες, όπου η υπογραφή της ομώνυμης συνθήκης ήρθε να επικυρώσει το όνειρο της Μεγάλης Ελλάδας των «δύο ηπείρων και των πέντε θαλασσών». Οι ψύχραιμοι παρατηρητές γνώριζαν ότι πίσω από τη λαμπερή βιτρίνα, τις σάρκες του έθνους κατέτρωγε το σαράκι του Εθνικού Διχασμού, που ήδη από το 1915 είχε μολύνει το σώμα αλλά κυρίως το πνεύμα και την ψυχή του έθνους. Τα Νοεμβριανά του 1916, η βενιζελική τρομοκρατία της περιόδου 1917-1920, η απόπειρα εναντίον του Ελευθέριου Βενιζέλου στον σιδηροδρομικό σταθμό της Λυών στο Παρίσι, η δολοφονία του Ιωνα Δραγούμη λίγες ημέρες αργότερα υπήρξαν ενέργειες που διέρρηξαν ανεπανόρθωτα την εθνική ομοψυχία, το κλίμα ευφορίας και εθνικής ανάτασης των Βαλκανικών Πολέμων.

Αλλά το έθνος δεν είχε την πολυτέλεια της εσωτερικής διαίρεσης και του διχασμού. Την ίδια στιγμή που στην Αθήνα Βενιζελικοί και Κωνσταντινικοί αλληλοϋπονομεύονταν, χιλιάδες παιδιά του πότιζαν με το αίμα τους τις στέπες της Ανατολίας, πιστά στα ιδανικά της εθνικής ενότητας. Πόσο παράλογος και ολέθριος υπήρξε, αλήθεια, εκείνος ο συνδυασμός της ανάληψης της μεγαλύτερης επιθετικής πολεμικής επιχείρησης από συστάσεως του ελληνικού κράτους μέσω της Στρατιάς Μικράς Ασίας, από τη μία, και της εμφύλιας σύρραξης, από την άλλη.

Παρόλο που όλοι έδειχναν να το γνωρίζουν, εν τούτοις στάθηκαν μοιραίοι και ανίκανοι να το αποτρέψουν. Το γνώριζε ο Ελευθέριος Βενιζέλος, όταν δύο ημέρες μετά τις μοιραίες εκλογές της 1ης Νοεμβρίου του 1920, στο σπίτι του Εμμανουήλ Μπενάκη, δήλωσε προφητικά στην εμβρόντητη Πηνελόπη Δέλτα, που προσπαθούσε να τον παρηγορήσει: «Σ’ έξι μήνες, κυρία μου, θα έχουν συντελεστεί τέτοιες καταστροφές που καμιά ανθρώπινη δύναμη δεν θα μπορεί πια να τις συγκρατήσει». Το γνώριζαν και οι αντιβενιζελικοί, που ανέλαβαν ύστερα από αυτόν την εξουσία και μεθυσμένοι από τις δάφνες του Κρητικού πολιτικού επιδίωκαν να τον ξεπεράσουν σε κάτι που πιθανόν δεν αντιλαμβάνονταν αλλά πάντως σίγουρα δεν ήλεγχαν.

Και το μοιραίο ήρθε, ο λογαριασμός πληρώθηκε στο ακέραιο. Στην προκυμαία της Σμύρνης, στις πόλεις και στα χωριά της Ανατολίας. Εκεί όπου το έθνος συνάντησε το πεπρωμένο του, εξουθενωμένο οικονομικά και σωματικά, διχασμένο πολιτικά, διπλωματικά απομονωμένο. Ο λογαριασμός πληρώθηκε στο ακέραιο δίχως να ξεχωρίζει αποδέκτες, Βενιζελικούς ή Κωνσταντινικούς. Πληρώθηκε από δικαίους και αδίκους, κυρίως από τους πρώτους, τους απλούς Ελληνες της Ανατολής που πίστεψαν στο όνειρο της ένωσης με τη μητέρα Ελλάδα και τους φαντάρους που μάταια προσδοκούσαν την απόλυση.

Στους δύο αιώνες ελληνικής Παλιγγενεσίας, που θα γιορτάσουμε σύντομα, συχνές υπήρξαν οι περίοδοι διχαστικών επιλογών, επενδυμένων με λαϊκίστικες φαντασιώσεις, μισαλλόδοξη συνθηματολογία, προσπάθεια χυδαίας χειραγώγησης και κατακερματισμού του έθνους, ένθεν κακείθεν. Οι επιπτώσεις όμως τέτοιων επιλογών ποτέ δεν αφορούσαν μόνο τους εμπνευστές τους. Υπήρξαν κοινές και επηρέασαν όλους μας, παρέσυραν όλους μας στις σκοτεινές και καταστροφικές ατραπούς τους.

Γράφω αυτό το σημείωμα σε μια εποχή που ο διχασμός ξανά οξύνεται, με αφορμή την οικονομική κρίση που εξακολουθεί να σαρώνει τον τόπο μας. Ο νέος αυτός διχασμός εξελίσσεται σε καρκίνωμα, εν τέλει σε πνευματική υστέρηση. Aκόμη ηχεί στ’ αυτιά μου η απάντηση του Ιωάννη Μεταξά στον Δημήτριο Γούναρη και στον Πέτρο Πρωτοπαπαδάκη, όταν στις αρχές του 1921 τον συνάντησαν προκειμένου να του ζητήσουν να αναλάβει την αρχιστρατηγία της μικρασιατικής επιχείρησης: «Εις το κάτω-κάτω εάν μόνον διά του Βενιζέλου θα ήτο δυνατόν να σωθή η Ελλάς, ας έλθη ο Βενιζέλος. Πρέπει να υπάγη ο τόπος μας εις τον διάβολον, διά να μη έλθη ο Βενιζέλος;».

Διαχρονικό και συμβολικό το ερώτημα. Θα άξιζε, πιστεύω, τον κόπο να το απαντήσουμε όλοι μας. Αραγε διδαχθήκαμε τίποτε από την περιπέτεια της Μικρασίας;

* Ο κ. Ιάκωβος Δ. Μιχαηλίδης είναι αναπληρωτής καθηγητής Νεότερης και Σύγχρονης Ιστορίας στο ΑΠΘ.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή