Πάνος Σόμπολος: Ο ρεπόρτερ δεν είναι αστυνομικός

Πάνος Σόμπολος: Ο ρεπόρτερ δεν είναι αστυνομικός

Ημουν δημοσιογράφος, δεν εξιχνίαζα εγκλήματα – Αλλο αστυνομικό ρεπορτάζ, άλλο «εκπρόσωπος» της αστυνομίας

7' 3" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Στη διάρκεια μιας διαδρομής 15 λεπτών τού τηλεφώνησαν από έξι εκπομπές για να του ζητήσουν να εμφανιστεί. Τι κι αν έχει βγει στη σύνταξη ο Πάνος Σόμπολος εδώ και πολύ καιρό, ύστερα από 41 χρόνια σε ένα από τα πιο σκληρά και κοπιώδη ρεπορτάζ: το αστυνομικό. Μόλις προκύψει κάποιο μεγάλο θέμα, σε εκείνον στρέφονται για να ζητήσουν τη γνώμη του. Αυτή την εποχή κυριαρχεί η Ρούλα Πισπιρίγκου, για την οποία ο Πάνος Σόμπολος έχει σχολιάσει ότι αν αποδειχθεί ένοχη θα είναι «το έγκλημα του αιώνα», προβλέποντας ότι η ίδια πολύ δύσκολα θα ομολογήσει.

Στην οθόνη ανοικτής ακρόασης του αυτοκινήτου του, βλέπω το όνομα Κώστας Σαμαράς, στο τελευταίο, πριν φτάσουμε στον προορισμό μας, τηλεφώνημα. Αναζητούσε βιβλιογραφία για μια έρευνα που κάνει και απευθυνόταν στον Π. Σόμπολο για βοήθεια. Υπήρξε διαβόητος ληστής, το τρίτο μέλος της συμμορίας Παλαιοκώστα. Εξέτισε την ποινή του, αποφυλακίστηκε και ζει στα Τρίκαλα. Στη φυλακή έκανε και έκθεση ζωγραφικής. Οταν βγήκε, πήρε τηλέφωνο τον Σόμπολο. «Αδελφέ Πάνο, καθάρισα», του είπε. «Εγραψα ένα βιβλίο για τη ζωή μου στη φυλακή. Θέλω να έρθεις να το παρουσιάσεις». «Πήγα στα Τρίκαλα και το παρουσίασα μαζί με τον δήμαρχο της πόλης. Πάντα αντιμετώπιζα τους παρανόμους με ανθρωπιά. Με προσέγγιζαν και τους προσέγγιζα», υπογραμμίζει ο κ. Σόμπολος. Ο Κώστας Σαμαράς έχει δηλώσει ότι «γύρισε σελίδα». «Μπορεί να συμβεί αυτό, για οποιονδήποτε κακοποιό;» τον ρωτώ. «Οι περισσότεροι κάνουν προσπάθεια, αλλά δεν τα καταφέρνουν. Γιατί; Γιατί έτσι έχουν μάθει. Δεν ξέρουν πώς είναι, για παράδειγμα, να πηγαίνεις σε μια δουλειά κάθε μέρα. Δεν ξεφεύγουν από ναρκωτικά, από άλλες συνήθειες. Δεν είναι εύκολο. Εχω βάλει σε δουλειές, όμως, κάποιους και τα πήγαν καλά. Ενα σερβιτόρο σε ταβέρνα, άλλον υπάλληλο σε εργοστάσιο φωτιστικών…». «Αυτό, λογικά, είναι μια διαδικασία που δεν θα έπρεπε να αναλαμβάνετε εσείς αλλά η πολιτεία», παρατηρώ. «Είναι μια πολύ μεγάλη κουβέντα… Πολλοί μου λένε “βγήκα από τη φυλακή, τι θα κάνω;”. Η μακαρίτισσα η γυναίκα μου έλεγε πως “ο μισός μισθός σου πάει στο σπίτι και ο άλλος μισός στους κακοποιούς, στους φυλακισμένους”».

– Πώς και με τόση κοινωνική κινητικότητα δεν θελήσατε να ασχοληθείτε με την πολιτική;

– Δεν τη θέλω. Μου προσφέρθηκε θέση βουλευτή Επικρατείας, εκλόγιμη. Επί Ν.Δ., με πρωθυπουργό τον Κώστα Καραμανλή. Ευχαρίστησα πολύ και είπα ότι εάν αποφασίσω να ασχοληθώ θα βάλω υποψηφιότητα κανονικά, να εκλεγώ με ψήφο. Και από το ΠΑΣΟΚ μού είχαν προτείνει. Δεν τα πάω καλά με τους «κομματισμούς». Σέβομαι την όποια πεποίθηση, πολιτική τοποθέτηση, του καθενός. Εκείνο που δεν θέλω είναι οι παρωπίδες και ο φανατισμός. Οχι οπαδισμός. Να είσαι φίλος, όχι οπαδός. Το ίδιο υποστηρίζω και για τα ποδοσφαιρικά. Είναι η βασική αρχή μου: χωρίς φανατισμούς, προκαταλήψεις, σκοπιμότητες. Αυτό προτείνω και στους νεότερους συναδέλφους: ήθος και εργατικότητα. Εχεις αυτές τις δύο λέξεις; Θα προκόψεις. Δεν τις έχεις; Θα σου φταίει ο αρχισυντάκτης, ο συνάδελφος, ο διευθυντής, ο οποιοσδήποτε. Οταν λέμε ήθος εννοούμε αγάπη, αλληλοσυνεννόηση, αλληλοβοήθεια, ανθρωπιά.

– Στο αστυνομικό ρεπορτάζ πρέπει να συντηρείς πολύ καλές σχέσεις με την αστυνομία για να έχεις και πρόσβαση στην πληροφόρηση;

Η μακαρίτισσα η γυναίκα μου έλεγε πως «ο μισός μισθός σου πάει στο σπίτι και ο άλλος μισός στους κακοποιούς, στους φυλακισμένους».

– Εμείς, κάθε πρωί περνάγαμε από την Αστυνομική Διεύθυνση και παίρναμε το δελτίο του 24ώρου. Πριν δημοσιεύσουμε τα συμβάντα τα ερευνούσαμε. Είχα άριστες σχέσεις με όλες τις υπηρεσίες (Ασφάλεια, Αλλοδαπών, Οικονομικών Εγκλημάτων). Οταν έκανε μια μεγάλη επιτυχία, εξιχνίαση ενός εγκλήματος για παράδειγμα, τους αποθέωνα. Οταν πάλι συλλαμβανόταν ο αστυνόμος γιατί αποδεικνυόταν ότι χρηματιζόταν από νυκτερινά κέντρα, τον κατακεραύνωνα, γινόμουν ο χειρότερος «εχθρός» τους. Σεβόμουν όταν με ενημέρωναν αποκλειστικά και μου ζητούσαν να μην το δημοσιοποιήσω. Το κυριότερο: δεν μπέρδευα ποτέ τον ρόλο του αστυνομικού με του δημοσιογράφου, του πυροσβέστη, του δικαστή. Ημουν δημοσιογράφος. Δεν έκανα εγώ την ανάκριση ή την εξιχνίαση ενός εγκλήματος. Οταν με ενημέρωναν έπαιρνα τον φωτορεπόρτερ από την εφημερίδα, το συνεργείο από την τηλεόραση και έτρεχα στον τόπο του εγκλήματος. Κι έκανα το ρεπορτάζ. Αλλο αστυνομικό ρεπορτάζ, άλλο «εκπρόσωπος» της αστυνομίας. Γι’ αυτό επαναλαμβάνω: άλλος ο ρόλος του δημοσιογράφου, άλλος του αστυνομικού.

– Είπατε «με ήθος και εργατικότητα». Ετσι αποκτώνται από δημοσιογράφους και οι περιουσίες εκατομμυρίων, με ακίνητα στο εξωτερικό;

– Οχι ασφαλώς. Εμείς που δουλεύαμε 24 ώρες το 24ωρο ίσα ίσα που πήραμε ένα σπίτι, ένα αυτοκίνητο, φτιάξαμε ένα εξοχικό, και αυτή είναι όλη η περιουσία. Και σήμερα τα έδωσα προίκα στα παιδιά μου και μένω στο ενοίκιο.

– Φύγατε κουρασμένος από τη δημοσιογραφία;

– Εφυγα πολύ ικανοποιημένος. Με αξίωσε ο Θεός να φτάσω, ύστερα από 41,5 χρόνια σκληρής δουλειάς, να πάρω τη σύνταξή μου. Αλλοι συνάδελφοι, που ξεκινήσαμε μαζί, δεν αξιώθηκαν. Είτε γιατί άλλαξαν δουλειά είτε γιατί έφυγαν για τον Αγιο Πέτρο… Εγώ έχω σύνταξη και εγγόνια.

Πάνος Σόμπολος: Ο ρεπόρτερ δεν είναι αστυνομικός-1
«Εμείς που δουλεύαμε 24 ώρες το 24ωρο ίσα ίσα που πήραμε ένα σπίτι, ένα αυτοκίνητο, φτιάξαμε ένα εξοχικό, και αυτή είναι όλη η περιουσία. Και σήμερα τα έδωσα προίκα στα παιδιά μου και μένω στο ενοίκιο», λέει ο Πάνος Σόμπολος. Φωτ. INTIME NEWS / ΓΙΑΝΝΗΣ ΛΙΑΚΟΣ

Από τότε που άνοιξαν τα σύνορα, το έγκλημα έγινε πιο βίαιο

«Τα τελευταία χρόνια τα εγκλήματα είναι πολύ άγρια. Παλαιότερα δεν ήταν έτσι», λέει, καθώς η συζήτηση στρέφεται στο αντικείμενο του ρεπορτάζ του. «Μπαίνει σήμερα ο ληστής στο σπίτι, βλέπει τη γιαγιά, του λέει ότι έχει 10 ευρώ, τα παίρνει, τη στραγγαλίζει και φεύγει…». Αντιπαραβάλλει συμβάντα από το παρελθόν, σχεδόν διασκεδαστικά. Ο Πάνος Σόμπολος είναι αστείρευτη πηγή ιστοριών.

– Γιατί το έγκλημα έγινε τόσο βίαιο;

– Από τότε που άνοιξαν τα σύνορα με την πτώση της πρώην Σοβιετικής Ενωσης και άρχισαν να έρχονται στη χώρα μας Αλβανοί, Βούλγαροι, Γεωργιανοί, από διάφορες χώρες, αλλά και από Αφρική και Ασία, το έγκλημα διαφοροποιήθηκε προς το αγριότερο και το σκληρότερο. Πολύ εύκολα μπορεί να θεωρηθεί ρατσισμός, αλλά τα στοιχεία μιλούν. Είναι η σκληρή πραγματικότητα. Θυμάμαι αρχές δεκαετίας ’90, μου τηλεφωνούν και μου λένε ότι ο Μπερίσα άνοιξε τις φυλακές των βαρυποινιτών και έφυγαν πολλοί. Από αυτούς, οι περισσότεροι ήρθαν στην Ελλάδα, λίγοι πήγαν στην Ιταλία. Αυτοί δεν ήρθαν να δουλέψουν όπως άλλοι συμπατριώτες τους, φιλότιμοι και εργατικοί, που έκαναν οικογένειες, πρόκοψαν. Συνέχισαν αυτό που ήξεραν: ληστείες, απάτες, δολοφονίες. Για το τίποτα μπορούσαν να σκοτώσουν.

– Είμαστε όλοι δυνάμει δολοφόνοι κύριε Σόμπολε;

– Είμαστε. Ο άνθρωπος είναι άγριο θηρίο. Ρέπουμε προς το κακό. Τιθασεύονται τα ένστικτα από τις αρχές που παίρνει ένα παιδί από το σπίτι του, από τους γονείς του. Η οικογένεια παίζει σημαντικότατο ρόλο.
 
– Υπάρχουν φράσεις εγκληματιών που έχετε συγκρατήσει;

– Μάνα και πατέρας σκοτώνουν το κοριτσάκι τους δέκα ημερών. Τους βρίσκω στην Ασφάλεια. Ρωτάω τον πατέρα: «Γιατί δεν δίνατε το παιδί, αφού δεν το θέλατε, σε μια οικογένεια, σε μια δομή;». Απάντηση: «Ετσι σκεφτήκαμε με τη γυναίκα μου». Ρωτάω τη γυναίκα του: «Είπατε προηγουμένως ότι το κάνατε γιατί θέλατε την ελευθερία σας. Τι εννοούσατε;». Μου απαντά: «Να σας πω ένα παράδειγμα: αύριο θέλουμε να πάμε σινεμά με τον άντρα μου. Πού θα αφήναμε το παιδί;».

– Το πιο συγκλονιστικό θέμα που αντιμετωπίσατε στο ρεπορτάζ;

– Εχω πει ότι έχω αντιμετωπίσει πάμπολλα συγκλονιστικά θέματα. Αλλά το θέαμα που αντίκρισα στις πυρκαγιές της Ηλείας το 2007, το απανθρακωμένο πτώμα μιας μητέρας, γονατιστής, να κρατάει στην αγκαλιά της τα τρία της νεκρά παιδιά, με ακολουθεί διαρκώς. Δεν φεύγει από μπροστά μου.

Η εκτίμηση του κόσμου

Από τον πλούσιο σε επιτυχίες και αποκλειστικότητες δημοσιογραφικό βίο του –και συγγραφικό, αφού έχει εκδώσει ήδη πέντε βιβλία και αναμένεται το έκτο– ο ίδιος ξεχωρίζει μία είδηση: ανακοίνωσε πρώτος τη σύλληψη του Αλέξανδρου Γιωτόπουλου, αρχηγού της «17 Νοέμβρη», το 2002. Θυμάται ακριβώς τη στιγμή: «Ηταν στη διάρκεια της εκπομπής “Φάκελοι” με τον Αλέξη Παπαχελά στο Mega. Μεταδιδόταν εκείνη την ώρα και βγήκα εκτάκτως για να αναγγείλω το αποκλειστικό».

«Ξέρετε, όμως, πόσα θέματα έχω χάσει στην τηλεόραση γιατί δεν προλάβαινα να τα διασταυρώσω; Τα θυσίασα και δεν το μετάνιωσα. Δεν μπορείς να βγάζεις αδιασταύρωτο θέμα». «Είχατε κέρδος σε βάθος χρόνου», σχολιάζω. «Βέβαια. Την εκτίμηση του κόσμου και την αγάπη του. Τίποτα δεν έρχεται από μόνο του. Υπάρχει μεγαλύτερη καταξίωση και ικανοποίηση από την εμπιστοσύνη του κόσμου;».

Η συνάντηση

Πήγαμε παρέα στην αγαπημένη του «Νησιώτισσα», μια ωραία ψαροταβέρνα στη λεωφόρο Πεντέλης. Τον υποδέχονται εγκάρδια, ιδιοκτήτες και θαμώνες. Παραγγέλνει με άνεση διάφορα πιάτα, αντιλαμβάνομαι καθυστερημένα τη διπλή παρανόηση: πρώτον, νόμιζε ότι θα φάει μαζί μας και ο φωτορεπόρτερ και, δεύτερον, ότι θα πληρώσει ο ίδιος τον λογαριασμό. Με γνώρισε στα πρώτα δημοσιογραφικά βήματά μου, στο «Εθνος», το θεωρεί αδιανόητο να «κεράσω». Ιδρώνω να τον πείσω ότι η εφημερίδα χρεώνεται τον λογαριασμό. Η παρέλαση των πιάτων ατελείωτη: μπρόκολο, φάβα, σαρδέλα ψητή, καραβιδόψιχα, μια σαλάτα «Νησιώτισσα» και ένα φαγκρί στη σχάρα, όλα εξαιρετικά, μαζί και το σύνολο: 114 ευρώ. Προφανώς, πήραμε και για το σπίτι.

Πάνος Σόμπολος: Ο ρεπόρτερ δεν είναι αστυνομικός-2

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή