Η Αναστασία Κοτανίδου στην «Κ»: Εσείς σε ποιον θα δίνατε κρεβάτι;

Η Αναστασία Κοτανίδου στην «Κ»: Εσείς σε ποιον θα δίνατε κρεβάτι;

Τα καθημερινά διλήμματα ζωής ή θανάτου στις μονάδες εντατικής θεραπείας και ο αγώνας κατά του κορωνοϊού

7' 6" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

«Γυναίκα ετών 40, χρήστης ουσιών, εισάγεται σε νοσοκομείο της Αττικής. Δεν είναι η πρώτη φορά που τη βλέπουν οι γιατροί. Ξέρουν καλά την περίπτωσή της. Μόλις συνέλθει λίγο, υποτροπιάζει. Μερικές ημέρες αργότερα, εισάγεται άλλη μια γυναίκα, 75 ετών –με το ίδιο επίθετο–, εξαιτίας ενός έκτακτου θέματος υγείας. Και οι δύο πρέπει να μπουν στη ΜΕΘ, αλλά υπάρχει μόνον μία ελεύθερη κλίνη. Οι θεράποντες διαπιστώνουν πως πρόκειται τελικά για μητέρα και κόρη. Η πρώτη μάλιστα μεγαλώνει τα παιδιά της δεύτερης, που δυστυχώς δεν δύναται να τα φροντίζει λόγω της εξάρτησής της. Το περιστατικό είναι 100% πραγματικό. Σε ποιον θα δίνατε το κρεβάτι αν ήσασταν ο γιατρός της ΜΕΘ;». Αυτό ήταν ένα από τα αμείλικτα διλήμματα που αναφέρθηκαν στο πρόσφατο ετήσιο συνέδριο της Ελληνικής Εταιρείας Εντατικής Θεραπείας που έγινε στην Καλαμάτα, με τίτλο «Αμφιλεγόμενα θέματα στην Εντατική». Ακούστηκαν ερωτήματα ηθικής τάξης που κανείς από εμάς δεν θα ήθελε να αντιμετωπίσει. Και αν νομίζαμε ότι για τους εντατικολόγους η πίεση ήταν μόνο με την πανδημία, πέφτουμε έξω. Γι’ αυτούς, ζητήματα ζωής ή θανάτου ανακύπτουν καθημερινά.

«Από τον Μάρτιο του 2020 οι Ελληνες απέκτησαν κάποια γνώση για το πώς εργαζόμαστε. Στην κορύφωση των κρουσμάτων της πανδημίας, με τρανταχτό το παράδειγμα της Ιταλίας, συνειδητοποίησαν την ανάγκη να λαμβάνονται δύσκολες ιατρικές αποφάσεις για το ποιος άρρωστος θα έχει πρόσβαση στις μονάδες που ήταν γεμάτες. Αυτή είναι η φύση της δουλειάς μας, όπως ήταν και πριν από τον κορωνοϊό, όπως και θα είναι πάντα. Η αλήθεια είναι ότι ο μέσος άνθρωπος δεν μπορεί να φανταστεί τι έχουμε να αντιμετωπίσουμε στο λειτούργημά μας, που δεν απαιτεί μόνο γνώση, αλλά και την κατάλληλη ψυχοσύνθεση για να μπορεί κανείς να αντεπεξέλθει στις προκλήσεις», λέει η Αναστασία Κοτανίδου, που κάθεται απέναντί μου στο εστιατόριο του μεγάλου ξενοδοχειακού συγκροτήματος στη μεσσηνιακή πρωτεύουσα όπου έγινε το συνέδριο.

Θυμάμαι τη βραδιά που εφημέρευε ο «Ευαγγελισμός» και έφθαναν κατά δεκάδες οι εγκαυματίες από το Μάτι. Εχουν χαραχτεί στη μνήμη μας οι κραυγές όσων υπέφεραν και οι προσπάθειες που κάναμε να τους σώσουμε.

Μπήκα στον πειρασμό να τη ρωτήσω αν έχει τύχει η ίδια να πάρει λάθος αποφάσεις την κρίσιμη ώρα: «Το αλάθητο δεν το διεκδικεί πια ούτε ο Πάπας. Τα λάθη είναι αναπόφευκτα. Αλλά, ξέρετε, όταν κρέμεται η ζωή κάποιου από μια κλωστή, δεν έχεις το περιθώριο να δειλιάσεις, γιατί αν χαθεί πολύτιμος χρόνος, τότε θα είναι σίγουρα εις βάρος του αρρώστου. Για να γίνει κανείς εντατικολόγος πρέπει να έχει δύο χαρακτηριστικά: να είναι ψύχραιμος και αποφασιστικός, διαφορετικά δεν μπορεί να τα βγάλει πέρα. Πολλοί πίστεψαν ότι για εμάς η χειρότερη περίοδος ήταν τότε με την πανδημία. Εχουμε όμως ζήσει και άλλα περιστατικά. Προσωπικά, θυμάμαι τη βραδιά που εφημέρευε ο “Ευαγγελισμός” και έφθαναν κατά δεκάδες οι εγκαυματίες από το Μάτι. Εχουν χαραχτεί για πάντα στη μνήμη μας οι κραυγές όσων υπέφεραν και οι προσπάθειες που κάναμε να τους σώσουμε, παρότι δεν ειδικευόμασταν στα εγκαύματα», λέει η καθηγήτρια Πνευμονολογίας και Εντατικής Θεραπείας της Ιατρικής Σχολής Αθηνών και πρώην πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Εντατικής Θεραπείας (ΕΕΕΘ).

«Με τον κορωνοϊό τα πράγματα ήταν διαφορετικά», προσθέτει. «Οι μεγαλύτερες δυσκολίες ήταν στην αρχή, κυρίως για να πείσουμε συναδέλφους από το ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό να μπαίνουν στους θαλάμους με τη στολή και να μη φοβούνται πως θα μολυνθούν. Πολλοί από αυτούς έκλαιγαν. Ο μόνος τρόπος να τους στηρίξουμε ήταν διά του προσωπικού παραδείγματος. Εγώ το έκανα, όπως όφειλα, σε τέτοιο βαθμό που πολλοί πίστευαν ότι είχα νοσήσει, είχα αναρρώσει και δεν το έλεγα. Σε όλα τα χρόνια που ασκώ την Ιατρική, δεν έχω καταρρεύσει ποτέ ψυχικά. Ισως είναι θέμα ιδιοσυγκρασίας, αντοχών. Παλαιότερα είχα να διαχειριστώ περισσότερο το άγχος. Τώρα έχω πείρα. Ομως, όταν ήμουν νεότερη ήταν και η κατάσταση διαφορετική, οι απαιτήσεις πολύ περισσότερες. Θυμάμαι λ.χ. πόσες εφημερίες κάναμε. Σήμερα οι συνθήκες έχουν αλλάξει. Η δική μας γενιά, σε όλα τα επαγγέλματα και όχι μόνο στους γιατρούς, απέρριπτε τη νοοτροπία της ήσσονος προσπαθείας. Ημασταν περισσότερο του καθήκοντος. Σήμερα οι νέοι συνάδελφοι έχουν περισσότερες απαιτήσεις και καλά κάνουν, αλλά είναι σημαντικό να συνειδητοποιούν και τις υποχρεώσεις και την αφοσίωση που συνεπάγεται το λειτούργημά μας».

Πολλές φορές στη διάρκεια της κουβέντας μας την είδα να κοιτάζει με τρυφερότητα τον σύζυγό της Νίκο, που καθόταν κοντά μας. Είναι εκείνος το μυστικό της δύναμής της; «Είναι καθηγητής Φυσικής Αγωγής, είμαστε παντρεμένοι σαράντα χρόνια και έχουμε μία κόρη και μία εγγονή. Δίχως τη δική του αφοσίωση, την υποστήριξη, την αγάπη του, δεν νομίζω ότι θα είχα καταφέρει να έχω τέτοια πορεία. Ιδιαίτερα όταν γίναμε γονείς και εγώ είχα πολλές ώρες δουλειά και εφημερία, ο Νίκος φρόντιζε το παιδί μας. Η ισορροπία μιας ευτυχισμένης προσωπικής σχέσης είναι ανεκτίμητη γιατί σου δίνει τη δύναμη με λίγη ξεκούραση να μπορείς να ριχτείς στη μάχη της Ιατρικής. Η δουλειά μας δεν είναι για ανθρώπους που θέλουν να τηρούν το ωράριο με το ρολόι στο χέρι. Είμαστε ταγμένοι στον άρρωστο. Και μέσα μου δεν υπάρχει μεγαλύτερη ικανοποίηση από το να αισθάνομαι ότι προσφέρω στον συνάνθρωπο, αυτό ήθελα να κάνω όταν αποφάσισα ποιο δρόμο θα ακολουθήσω. Το βλέμμα της ευγνωμοσύνης που παίρνω από έναν ασθενή μού δίνει όλη τη δύναμη που χρειάζομαι για να συνεχίσω».

Η Αναστασία Κοτανίδου στην «Κ»: Εσείς σε ποιον θα δίνατε κρεβάτι;-1
«Αν περπατάμε μια απόσταση 6 χιλιομέτρων καθημερινά και τρώμε όπως έτρωγαν στο παρελθόν στην Κρήτη, τότε ο οργανισμός μας είναι θωρακισμένος», υπογραμμίζει η Αναστασία Κοτανίδου. «Και το να είμαστε καλοί με τους συνανθρώπους μας βοηθάει…».

«Θα ήθελα να πεθάνω στον ύπνο μου, όχι σε ΜΕΘ»

Είναι φανερό πως βαδίζουμε στη μεταπανδημική εποχή, με τους γιατρούς αυτής της ειδικότητας που έδωσαν τη μάχη πρώτης γραμμής να μπορούν πια να πάρουν μια ανάσα από τα χαρακώματα. Ομως δεν έχει φύγει η δαμόκλειος σπάθη πάνω από το κεφάλι τους. Ο πόλεμος συνεχίζεται. «Τώρα όμως έχουμε στη διάθεσή μας ισχυρά όπλα, όπως τα εμβόλια και βέβαια τα αντιιικά φάρμακα», υπογραμμίζει η κ. Κοτανίδου. Αναρωτήθηκα αν είναι η κατάλληλη ώρα για έναν πρώτο απολογισμό. Τα πήγαμε καλά στην αντιμετώπιση της πανδημίας; «Θα έλεγα πως, δεδομένων των δύσκολων συνθηκών, τα πήγαμε εξαιρετικά ως χώρα. Και τώρα στο συνέδριο αυτό είχαμε την ευκαιρία να αναφερθούμε στο θέμα με βάση μια εμπεριστατωμένη καταγραφή επιστημονικών δεδομένων. Αυτή τη στιγμή ξέρουμε ότι νοσηλεύθηκαν στις ΜΕΘ 15.000 ασθενείς και επιβίωσαν 6.000 εξ αυτών. Ακούγοντας τους αριθμούς, ο κόσμος πιστεύει ότι είχαμε τεράστια θνητότητα και πως στις μονάδες πεθαίνουν οι άρρωστοι. Δεν είναι καθόλου έτσι. Αν δεν υπήρχαν οι ΜΕΘ, θα είχαμε 15.000 νεκρούς».

«Για να διαπιστώσει κανείς αν τα πήγαμε καλά ή όχι, πρέπει να δει το θέμα της υπερβάλλουσας θνησιμότητας», συνεχίζει η καθηγήτρια της Ιατρικής Σχολής, «δηλαδή πόσους περισσότερους θανάτους έχουμε από αυτούς που θα περιμέναμε να προκληθούν από άλλες αιτίες και όχι από COVID-19. Από εκεί λοιπόν φαίνεται ότι οι επιδόσεις του Εθνικού Συστήματος Υγείας ήταν πολύ καλές και αυτό αναγνωρίζεται και από συναδέλφους μας στο εξωτερικό». Γιατί λοιπόν μερίδα των Ελλήνων αλλά και η αντιπολίτευση θεωρούν το αντίθετο; «Ισως, εν μέρει, φταίει το γεγονός ότι δεν μπορέσαμε εμείς οι γιατροί να επικοινωνήσουμε καλύτερα τα επιστημονικά δεδομένα που αργήσαμε να πάρουμε στα χέρια μας δεδομένου του φόρτου εργασίας. Ισως πάλι το ότι τα ΜΜΕ τείνουν να υπερτονίζουν τα αρνητικά, καθώς τέτοιου είδους αναφορές προσελκύουν περισσότερο το ενδιαφέρον του κοινού από την επισήμανση των επιτυχιών. Υπάρχει και ένα τρίτο στοιχείο. Στη συνείδηση των Ελλήνων είναι δυστυχώς θεμελιωμένη μια επιφύλαξη απέναντι στους γιατρούς. Στη χώρα μας είναι σύνηθες να αμφισβητούμε τους ειδικούς και να είμαστε δύσπιστοι. Ακόμη και όταν μας αποκαλούσαν “ήρωες”, η αίσθηση αυτή δεν υποχώρησε και έτσι, μόλις πέρασε η κρίση, επανήλθε. Αυτός ήταν τότε και ο λόγος που όταν όλοι μάς αποθέωναν στην πρώτη φάση της πανδημίας, εγώ έλεγα πως κάναμε απλώς τη δουλειά μας. Δεν είμαστε υπεράνθρωποι, αλλά σκληρά εργαζόμενοι λειτουργοί σε ένα εξαιρετικά απαιτητικό πεδίο». Την αποχαιρέτησα κρατώντας την πιο δύσκολη ερώτηση για το τέλος: Πώς θα ήθελε η ίδια να πεθάνει; «Μα βέβαια σπίτι μου, στον ύπνο μου. Οχι σε νοσοκομείο και σίγουρα όχι σε ΜΕΘ».

Να ομονοήσουμε…

«Πιστεύω ότι τα θέματα δημόσιας υγείας είναι εθνικής σημασίας και δεν θα έπρεπε να γίνονται αντικείμενο στενών κομματικών αντιπαραθέσεων. Οι πολιτικοί οφείλουν να ομονοήσουν πάνω σε συγκεκριμένους άξονες. Με την πανδημία όλοι συνειδητοποίησαν πόσο σημαντικό είναι το Εθνικό Σύστημα Υγείας μας, καθώς αυτό κράτησε στην πλάτη του τη χώρα. Σίγουρα βοήθησε και ο ιδιωτικός τομέας, αλλά η αλήθεια είναι ότι το ΕΣΥ ήταν αυτό που έδωσε και κέρδισε τη μάχη. Δυστυχώς φοβάμαι πως ο λόγος που τόσο συχνά βρισκόμαστε σε πόλωση, ενώ θα έπρεπε για το συμφέρον της χώρας να είμαστε ενωμένοι τουλάχιστον σε ορισμένα ζωτικής σημασίας ζητήματα, είναι πως υπάρχουν ακόμη σκιές από τους διχασμούς και τα τραύματα του Εμφυλίου που δεν μας αφήνουν να κοιτάξουμε μπροστά και να προοδεύσουμε, επενδύοντας τις δυνάμεις μας εκεί που πρέπει και όχι στις μεταξύ μας διαμάχες».

Η Αναστασία Κοτανίδου στην «Κ»: Εσείς σε ποιον θα δίνατε κρεβάτι;-2

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή