«Από τις πιο ισχυρές ρίζες της διαφθοράς, η απληστία»

«Από τις πιο ισχυρές ρίζες της διαφθοράς, η απληστία»

4' 31" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Τα τελευταία χρόνια, ο Λαβ Ντίαζ είναι ο σκηνοθέτης που αγαπούν με πάθος οι κριτικές επιτροπές των φεστιβάλ και ένα μέρος του κοινού. Δεν πρόκειται βέβαια για «έρωτα με την πρώτη ματιά». Χρειάζεται υπομονή και άσκηση για να αφεθείς στους ρυθμούς και στον κόσμο των ταινιών του. Ο 62χρονος Φιλιππινέζος δημιουργός δεν χαρίζεται στη χώρα του, στη διαφθορά του συστήματος, στην εγκατάλειψη των φτωχότερων, αλλά ούτε και στους θεατές του. Παράδοξα αφηγηματικά έπη οι ταινίες του, με μελετημένη ασπρόμαυρη φωτογραφία και μεγάλη διάρκεια, βασισμένα σε ιστορικά γεγονότα της χώρας του, μύθους, μνήμες, πρόσωπα υπαρκτά και επινοημένα, τραύματα που αιμορραγούν και στοιχειώνουν. «Ενας ουσιαστικός τρόπος για να καταλάβεις τον πολιτισμό μας είναι μέσα από την κατανόηση του παρελθόντος. Και στις ταινίες μου, χωρίς να θέλω να γίνω διδακτικός, η σκιά του παρελθόντος είναι αναπόφευκτη», λέει ο ίδιος στη συνέντευξή του στην «Κ».

Το 2016 αποχώρησε από το Φεστιβάλ Βερολίνου με την Αργυρή Αρκτο για την οκτάωρη ταινία του «A lullaby to the sorrowful mystery» («Ενα νανούρισμα για το θλιβερό μυστήριο») και, μερικούς μήνες αργότερα, τον Σεπτέμβριο, στη Βενετία βραβεύθηκε με το Χρυσό Λιοντάρι για τη «Γυναίκα που έφυγε» («The woman who left»), διάρκειας τριών ωρών και 45΄. Αυτές τις ημέρες προβάλλεται διαδικτυακώς το «Genus Pan» («Γένος Παν»), που έφυγε από τη βενετσιάνικη Μόστρα του Σεπτεμβρίου με το βραβείο σκηνοθεσίας. Προβάλλεται για λίγες ώρες ακόμη, μέχρι να ολοκληρωθεί (αύριο) το πλούσιο και ενδιαφέρον σε περιεχόμενο 11ο Φεστιβάλ Πρωτοποριακού Κινηματογράφου της Αθήνας, το οποίο διοργανώνει η Ταινιοθήκη της Ελλάδος online και δωρεάν.

Στο δυόμισι ωρών «Γένος Παν» πρωταγωνιστούν τρεις παράνομοι ανθρακωρύχοι οι οποίοι επιστρέφουν στο νησί τους ύστερα από μήνες μόχθου σε σκληρές συνθήκες. Ακολουθούν περπατώντας μια διαδρομή δαιδαλώδη για να φθάσουν στον προορισμό τους. Τίποτα, όμως, δεν θα είναι ίδιο μετά το ταξίδι· ούτε αυτοί (όσοι απέμειναν) ούτε το νησί τους. 

– Σας αποκαλούν «δάσκαλο του αργού κινηματογράφου». Η βραδύτητα είναι στυλ ή εσωτερική ανάγκη;
– Η πρακτική κινηματογράφησης που διδάσκεται στις σχολές, όπως το «πλάνο εδραίωσης», το γενικό, το κοντινό, τα πανοραμικά δεξιά και αριστερά ή η κατακόρυφη κίνηση, τα γρήγορα κοψίματα και η αργή κίνηση στο μοντάζ ή πλέον και οι λήψεις από drone είναι οι δημοφιλέστεροι τρόποι κινηματογράφησης. Αυτό είναι το σινεμά που έχει διαποτίσει την ποπ κουλτούρα όλα αυτά τα χρόνια. Οι μη παραδοσιακές φόρμες, επειδή μοιάζουν να σπάνε τους κανόνες και τα καλούπια, αποκτούν διάφορα προσωνύμια. Η λεγόμενη «βραδύτητα» δεν είχε περάσει ποτέ από το μυαλό μου όταν ξεκίνησα να γυρίζω ταινίες. Κύριο μέλημά μου ήταν να δημιουργήσω μια καινούργια γλώσσα ανατρέποντας πρακτικές που μου φαίνονταν περιοριστικές ή πολυχρησιμοποιημένες, γιατί οι δημιουργοί φοβούνται να πάρουν ρίσκα και να ανατρέψουν τους κανόνες του παιχνιδιού.
 
– Η τελευταία ταινία σας διαρκεί μόλις δυόμισι ώρες, αν και το θέμα μπορούσε να αντέξει σε μεγαλύτερη διάρκεια. Πώς οδηγηθήκατε σε αυτή την απόφαση;
– Ο,τι αποκαλείται μεγάλη διάρκεια στις ταινίες μου δεν είναι ποτέ σκόπιμη και υπολογισμένη απόφαση. Οπως και η μεθοδολογία μου είναι απολύτως «οργανική» και με ελεύθερη ροή. Στην περίπτωση του «Genus Pan», οδηγήθηκα εντελώς φυσικά σε αυτή τη διάρκεια. Και ναι, θα μπορούσε να ήταν μεγαλύτερη η ταινία ή μικρότερη. Θα μπορούσα, επίσης, να έχω πλέξει και άλλα νήματα στην αφήγηση, προσθέτοντας περισσότερα στοιχεία στους χαρακτήρες. Ενιωσα όμως ότι αυτό που ήθελα να πω είχε ήδη ολοκληρωθεί.

«Από τις πιο ισχυρές ρίζες της διαφθοράς, η απληστία»-1
Ο 62χρονος δημιουργός Λαβ Ντίαζ δεν χαρίζεται στη χώρα του, στη διαφθορά του συστήματος, στην εγκατάλειψη των φτωχοτέρων, αλλά ούτε και στους θεατές του, δημιουργώντας παράδοξα αφηγηματικά έπη.

 

 
– Στο «Genus Pan» φωτίζετε τις σκληρές συνθήκες ζωής των χαμηλά αμειβόμενων εργατών στις Φιλιππίνες. Το κύμα της μετανάστευσης εξακολουθεί να είναι μεγάλο;
– Για να πορευθεί κανείς σήμερα στις Φιλιππίνες, όπου το σύστημα είναι παντελώς αδιάφορο και άχρηστο ως προς τις προσφερόμενες βασικές κοινωνικές υπηρεσίες, σημαίνει να επιδίδεται σε μια σκληρή άσκηση επιβίωσης. Ο φτωχός εργάτης είναι εντελώς μόνος. Χιλιάδες εγκαταλείπουν τη χώρα αναζητώντας τη γη της Επαγγελίας και αυτό που βρίσκουν δεν είναι πάντα η πανάκεια στην οποία ήλπιζαν. Πριν από λίγο καιρό, 37 Φιλιππινέζοι ναυτικοί χάθηκαν στη θάλασσα μεταξύ Ιαπωνίας και Ρωσίας όταν το φορτηγό καράβι τους, που μετέφερε βοοειδή, ναυάγησε εξαιτίας ισχυρής καταιγίδας. Εκατομμύρια Φιλιππινέζοι εργάζονται στο εξωτερικό υπομένοντας σκληρές συνθήκες εργασίας, μεγάλη εκμετάλλευση, απομακρυσμένοι και απομονωμένοι. Τα δικά τους δισεκατομμύρια δολάρια που εισρέουν στη χώρα συντηρούν τις Φιλιππίνες στη ζωή. Τι ειρωνεία!
 
– Δημιουργείτε μια αλληγορική εικόνα της ανθρώπινης απληστίας για να δείξετε τις ανεπανόρθωτες συνέπειές της. Η διαφθορά είναι μια από τις συνέπειες της απληστίας;
– Απολύτως. Η απληστία είναι εγγενής στην ανθρώπινη φύση. Η επιτακτική ανάγκη για ιδιοκτησία, κατοχή, δύναμη και οπορτουνισμό. Η διαφθορά είναι κοινωνιολογικό φαινόμενο ενσωματωμένο στις πολιτισμικές δομές. Η απληστία είναι μια από τις πιο ισχυρές ρίζες της διαφθοράς.

– Τι ζωή έχει εκτός των φεστιβάλ ο «κινηματογράφος του δημιουργού», όπως τον αποκαλούμε; Πιστεύετε ότι οι διαδικτυακές πλατφόρμες, όπως το Netflix, άλλαξαν το βλέμμα μας προς τον κινηματογράφο;
– Το κινηματογραφικό τοπίο έχει αλλάξει σε εύρος και με μεγάλη ταχύτητα, ειδικά την τελευταία δεκαετία. Εκτός των φεστιβάλ, το «cinema d’ auteur» βρίσκει διέξοδο σε ταινιοθήκες, γκαλερί, μουσεία, ινστιτούτα, ακόμη και σε εμπορικές αίθουσες. Και βέβαια, οι διαδικτυακές πλατφόρμες έχουν προσθέσει μια άλλη κουλτούρα στον τρόπο θέασης και διανομής. Iσχυρoί παίκτες του Διαδικτύου από τη μια εξασφαλίζουν καινούργια ζωή στο σινεμά, από την άλλη έχουν δημιουργήσει μια δέσμευση στον τρόπο που γυρίζονται οι ταινίες. Είναι σοκαριστικό το σύνηθες, πλέον, ερώτημα: «Χρησιμοποιείτε κάμερα “εγκεκριμένη” από το Netflix;». Αίφνης, ένα σωρό κάμερες χρειάζονται την πιστοποίηση του Netflix για να «νομιμοποιηθούν». Και για πολλούς σκηνοθέτες η αποδοχή από το Netflix έχει γίνει το α και το ω της καριέρας τους.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή