Αναπόφευκτο το χάος στο Αφγανιστάν

Αναπόφευκτο το χάος στο Αφγανιστάν

Ο Αϊβο Νταάλντερ, πρώην πρέσβης των ΗΠΑ στο ΝΑΤΟ, μιλάει στην «Κ» και αποδομεί την κριτική κατά του Μπάιντεν

4' 54" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ψευδαίσθηση χαρακτηρίζει ο Αϊβο Νταάλντερ την άποψη ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες μπορούσαν να συνεχίσουν να στηρίζουν την αφγανική κυβέρνηση με χαμηλό κόστος. Σε συνέντευξη που παραχώρησε στην «Κ», ο κ. Νταάλντερ, πρόεδρος του Chicago Council on Global Affairs και πρέσβης των Ηνωμένων Πολιτειών στο ΝΑΤΟ την περίοδο 2009-2013, αποδομεί την κριτική κατά του Τζο Μπάιντεν όσων ισχυρίζονται ότι είχε και άλλες επιλογές πέραν της αποχώρησης, όπως η διατήρηση του status quo (μικρός αριθμός στρατευμάτων, μηδενικές απώλειες).

«Το πρόβλημα με το επιχείρημα αυτό είναι ότι το συγκεκριμένο status quo ήταν το προϊόν συγκεκριμένων συνθηκών – και κυρίως της συμφωνίας μεταξύ των Ταλιμπάν και της κυβέρνησης Τραμπ τον Φεβρουάριο του 2020. Η συμφωνία αυτή προέβλεπε ότι οι Ταλιμπάν δεν θα έπλητταν τις δυνάμεις των ΗΠΑ και άλλων χωρών του ΝΑΤΟ υπό τον όρο ότι όλα τα στρατεύματα αυτά και το λοιπό προσωπικό συμβασιούχων θα αποχωρούσαν εντός 14 μηνών – δηλαδή ώς την 1η του περασμένου Μαΐου. Για να παραμείνουν στο Αφγανιστάν οι αμερικανικές δυνάμεις, ο Μπάιντεν θα έπρεπε να ακυρώσει αυτή τη συμφωνία. Υπήρχαν πολλοί λόγοι να το κάνει ήταν μία απαράδεκτη συμφωνία, την οποία οι Ταλιμπάν ούτως ή άλλως παραβίαζαν συστηματικά. Αλλά το ερώτημα μετά θα ήταν: Τι είναι οι ΗΠΑ διατεθειμένες να κάνουν στο Αφγανιστάν; Και πώς θα αντιδρούσαν οι Ταλιμπάν στην ακύρωση της συμφωνίας;».

Οταν ανέλαβε την εξουσία ο Μπάιντεν τον Ιανουάριο, θυμίζει ο Νταάλντερ, οι αμερικανικές δυνάμεις ήταν περίπου το 1/10 των ήδη μειωμένων μεγεθών της περιόδου 2014-18 (είχαν μείνει μόνο 2.500 στρατιώτες). Αντιθέτως, «οι Ταλιμπάν είχαν ενισχυθεί σημαντικά – όχι μόνο χάρη στην απελευθέρωση 5.000 μαχητών τους ως μέρος της συμφωνίας τους με τις ΗΠΑ, αλλά και επειδή είχαν αποδυναμώσει σημαντικά τον αφγανικό στρατό, εξαιτίας της απόσυρσης των Αμερικανών και των υπόλοιπων νατοϊκών δυνάμεων από το πεδίο της μάχης. Αρα, αν ακυρώναμε τη συμφωνία, θα έπρεπε να συγκρουστούμε με τους Ταλιμπάν – το οποίο θα απαιτούσε ενίσχυση των στρατιωτικών μας δυνάμεων. Και μετά το ερώτημα θα ήταν: Για πόσο καιρό και με τι σκοπό; Ο Μπάιντεν ήταν πεπεισμένος, ήδη από το 2009, ότι όσο στρατό και να στέλναμε, όσα χρήματα και να δαπανούσαμε, δεν θα πετυχαίναμε τον στόχο της εδραίωσης μιας αφγανικής κυβέρνησης που θα μπορούσε να κυβερνήσει τη χώρα και να φροντίσει από μόνη της για την ασφάλειά της».

Ο πρώην πρέσβης λέει ότι ήταν «θέμα χρόνου» να γίνει μία τρομοκρατική επίθεση σαν αυτήν της περασμένης Πέμπτης «από τη στιγμή που χάσαμε τον έλεγχο της πρόσβασης στο αεροδρόμιο». Ο φόβος ενός τέτοιου συμβάντος, εκτιμά, ήταν «ο λόγος που η κυβέρνηση δίστασε να δεσμευτεί για παράταση της προθεσμίας της 31ης Αυγούστου».

Η επίθεση, σημειώνει, σηματοδοτεί ουσιαστικά το τέλος της μεταφοράς Αφγανών. «Θα είναι ακόμα πιο δύσκολο πλέον για αυτούς να φτάσουν στο αεροδρόμιο, που είναι το μόνο μέρος που εξακολουθούν –εν μέρει– να ελέγχουν οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι σύμμαχοί τους. Ηδη οι Ταλιμπάν έδερναν ή και σκότωναν άτομα που ήταν αρκετά γενναία για να το δοκιμάσουν».

Ο Νταάλντερ θεωρεί ότι ήταν αναπόφευκτος ένας βαθμός χάους στη διαδικασία αποχώρησης. «Το ιδανικό σενάριο θα ήταν να είχαμε προσπαθήσει να απομακρύνουμε τους πολίτες –και ειδικά τους εκατοντάδες χιλιάδες Αφγανούς τους οποίους είχαμε υποσχεθεί να φυγαδεύσουμε– πριν από την εκκένωση των στρατευμάτων. Ωστόσο, τη στιγμή που θα έκαναν αυτό οι Ηνωμένες Πολιτείες, θα έστελναν το σήμα ότι δεν έχουν εμπιστοσύνη στη βιωσιμότητα της αφγανικής κυβέρνησης. Αυτό θα αποτελούσε το έναυσμα για τη μαζική έξοδο και το χάος που βλέπουμε τώρα».

«Ευσεβής πόθος»

Πώς εξηγεί την αδυναμία των αμερικανικών υπηρεσιών πληροφοριών να προβλέψουν την ταχύτητα της κατάρρευσης του αφγανικού στρατού; «Η αίσθησή μου είναι ότι ήταν έντονο το στοιχείο του ευσεβούς πόθου, σε σχέση τόσο με την κυβέρνηση όσο και με τον στρατό της χώρας. Κι αυτό παρότι ήταν γνωστός ο βαθμός στον οποίο τόσο η κυβέρνηση όσο και οι δυνάμεις ασφαλείας ήταν εξαρτημένες από τη δική μας υποστήριξη». Υπήρχε μία διαχρονική διχογνωμία, σημειώνει, μεταξύ της CIA και των στρατιωτικών υπηρεσιών πληροφοριών, με την πρώτη να είναι «πολύ πιο απαισιόδοξη σχετικά με το τι έχουμε πετύχει στη χώρα».

Αναφορικά με τα λάθη του ΝΑΤΟ και των ΗΠΑ, τα οποία οδήγησαν στη στρατηγική αυτή ήττα, σημειώνει: «Η διαφθορά ήταν σαφώς δική μας ευθύνη. Τα δικά μας χρήματα τους διέφθειραν και δεν κάναμε αρκετά για να αντιμετωπίσουμε το πρόβλημα. Η εξάρτηση που δημιουργήθηκε έκανε την κατάσταση ανθυγιεινή και μη βιώσιμη. Επίσης, κοιτώντας πίσω, υπήρχαν δύο χρονικά σημεία όπου θα μπορούσαμε να είχαμε αποσυρθεί. Το πρώτο ήταν το 2002, όταν οι τοπικές δυνάμεις είχαν τη δυνατότητα να ελέγξουν τους Ταλιμπάν [μετά τη νατοϊκή επέμβαση]. Το δεύτερο ήταν το 2011, αφού σκοτώσαμε τον Οσάμα μπιν Λάντεν. 

Το άλλο στρατηγικό ζήτημα ήταν το Πακιστάν. Οι Ταλιμπάν ήταν δημιούργημα των Πακιστανών, που συνέχισαν να τους υποστηρίζουν καθ’ όλη τη διάρκεια των τελευταίων 20 ετών. Και ποτέ δεν συγκρουστήκαμε μαζί τους γι’ αυτό. Είχαμε άλλα συμφέροντα – τη διασφάλιση ότι τα πυρηνικά όπλα του Πακιστάν δεν θα έπεφταν στα λάθος χέρια και ότι θα συνεχιζόταν απρόσκοπτα ο εφοδιασμός των δυνάμεών μας στο Αφγανιστάν. Αρα ήμαστε εξαρτημένοι από το Πακιστάν, την ίδια στιγμή που το Πακιστάν ήταν η πηγή μεγάλου μέρους του προβλήματος σχετικά με τους Ταλιμπάν».

Ευρωπαϊκή υποκρισία

Ο Νταάλντερ δεν είναι αισιόδοξος για τη βούληση, ούτε για την ικανότητα, των Ταλιμπάν να καταστείλουν τη δραστηριότητα τρομοκρατικών οργανώσεων εντός της επικράτειας του Αφγανιστάν, που θεωρεί ότι θα δυσκολευτούν να θέσουν υπό έλεγχο. Δεν θεωρεί, ωστόσο, ότι η αποχώρηση από τη χώρα θέτει ζήτημα αξιοπιστίας του ΝΑΤΟ: «Δεν νομίζω ότι ο μέσος Πολωνός θα συμπεράνει από τις εξελίξεις στο Αφγανιστάν ότι σε περίπτωση που εισβάλλει η Ρωσία στη χώρα του οι Ηνωμένες Πολιτείες θα είναι απούσες».

Είναι «κάπως υποκριτικό», σημειώνει, εκ μέρους των Ευρωπαίων να παραπονιούνται σήμερα για την έκβαση στο Αφγανιστάν, ενώ ήταν «εκκωφαντικά σιωπηλοί, όπως και ο γ.γ. του ΝΑΤΟ, τον Φεβρουάριο του 2020», όταν οριστικοποιήθηκε η συμφωνία του Τραμπ με τους Ταλιμπάν. Τα γεγονότα των τελευταίων ημερών, άλλωστε, όπως παρατηρεί, «δείχνουν την πλήρη εξάρτηση των Ευρωπαίων από τις ΗΠΑ: όποια απόφαση ελήφθη από την Ουάσιγκτον έπρεπε να την ακολουθήσουν».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή