Η οικονομολόγος του FAO στην «Κ»: Eξτρα ανατιμήσεις 22% σε τρόφιμα έως το 2023

Η οικονομολόγος του FAO στην «Κ»: Eξτρα ανατιμήσεις 22% σε τρόφιμα έως το 2023

Για τα συμπεράσματα της προσομοίωσης που διενεργεί ο FAO μιλάει στην «Κ» η οικονομολόγος του οργανισμού, Μόνικα Τότχοβα

10' 55" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η σύγκρουση Ρωσίας και Ουκρανίας, οι οποίες μαζί αντιπροσωπεύουν το 30% της παγκόσμιας αγοράς σιταριού επηρεάζοντας 50 χώρες, είναι σε θέση να ανεβάσει έως και 22% τις ήδη αυξημένες τιμές στα διεθνή τρόφιμα την επόμενη 2ετία. Το συμπέρασμα προκύπτει από προσομοίωση της Διεθνούς Οργάνωσης Τροφίμων και Γεωργίας, την οποία παραθέτει στην «Κ» η οικονομολόγος του FAO Μόνικα Τότχοβα, τονίζοντας ότι οι ισχυρές αβεβαιότητες στην ουκρανική κρίση δυσχεραίνουν την πρόβλεψη ενός άμεσου χρονοδιαγράμματος εξόδου από το σπιράλ ανατιμήσεων σε δημητριακά, φρούτα, λαχανικά, ζωοτροφές και άλλα κρίσιμα προϊόντα. Η ίδια περιγράφει πώς ακριβώς δημιουργούνται οι επιπλοκές στις εφοδιαστικές αλυσίδες και απαριθμεί τις περιοχές που απειλούνται με επισιτιστική κρίση.

– Ποιο είναι ακριβώς το πρόβλημα που δημιουργεί η ουκρανική κρίση για τη διεθνή επάρκεια τροφίμων;

– Η Ουκρανία είναι σημαντικός προμηθευτής στις διεθνείς αγορές γεωργικών προϊόντων. Το 2021, οι εξαγωγές σιταριού από τη Ρωσική Ομοσπονδία και την Ουκρανία αντιπροσώπευαν περίπου το 30% της παγκόσμιας αγοράς. Η Ουκρανία προμήθευε περίπου το 10%. Σχεδόν 50 χώρες εξαρτώνται από τη Ρωσική Ομοσπονδία και την Ουκρανία για τουλάχιστον 30% των αναγκών τους σε εισαγωγές σιταριού. Ομοίως, και οι δύο χώρες αντιπροσώπευαν το 55% συνδυασμένης συνεισφοράς στις εξαγωγές ηλιελαίου. Είναι επίσης σημαντικοί εξαγωγείς αραβοσίτου, κριθαριού και κραμβέλαιου.

Ηδη πριν από τις 24 Φεβρουαρίου 2022 οι διεθνείς τιμές των τροφίμων έφτασαν σε υψηλό όλων των εποχών. Αυτό οφειλόταν κυρίως στις συνθήκες προσφοράς και ζήτησης της αγοράς, αλλά και στις υψηλές τιμές της ενέργειας, των λιπασμάτων και άλλων γεωργικών εισροών. Μετά την έναρξη του πολέμου, οι τιμές έφτασαν σε νέο ρεκόρ.

Σε αυτό το πλαίσιο η κλιμάκωση της σύγκρουσης, που εμπλέκει τόσο σημαντικούς παγκόσμιους παράγοντες της αγοράς γεωργικών εμπορευμάτων και συνεπάγεται την απώλεια προμηθειών σε μια εποχή ήδη υψηλών και ασταθών διεθνών τιμών τροφίμων και εισροών, εγείρει σημαντικές ανησυχίες σχετικά με τον πιθανό αρνητικό αντίκτυπο της σύγκρουσης στην επισιτιστική ασφάλεια, τόσο εγχώρια όσο και διεθνώς, ειδικά για χώρες με χαμηλό εισόδημα που εξαρτώνται από την εισαγωγή τροφίμων και για ευάλωτες πληθυσμιακές ομάδες σε όλον τον κόσμο.

Μετά την έναρξη του πολέμου, οι τιμές αυξήθηκαν λόγω των διαταραχών των εξαγωγών που σχετίζονται με τις συγκρούσεις σε μεγάλο βαθμό από την Ουκρανία και σε μικρότερο βαθμό από τη Ρωσική Ομοσπονδία. Οι θαλάσσιες εξαγωγές από την Ουκρανία σταμάτησαν λίγο μετά τις 24 Φεβρουαρίου 2022. Η Ουκρανία εξάγει συνήθως πάνω από το 90% των γεωργικών προϊόντων της –κυρίως σιτάρι, καλαμπόκι και ηλιέλαιο– μέσω της Μαύρης Θάλασσας. Μόνο ένα μικρό μέρος εξήχθη σιδηροδρομικώς ή με άλλα φορτηγά, αν και οι εξαγωγείς στην Ουκρανία τον περασμένο μήνα προσπαθούσαν να αυξήσουν τις ποσότητες που αποστέλλονται σιδηροδρομικώς. Οι εξαγωγές από τη Ρωσική Ομοσπονδία επίσης επιβραδύνθηκαν –αλλά δεν έχουν σταματήσει– λόγω της αβεβαιότητας γύρω από τον αντίκτυπο των διεθνών οικονομικών κυρώσεων στο εμπόριο γεωργικών προϊόντων.

Οι χώρες που συμφώνησαν για παραδόσεις από την Ουκρανία πριν από την έναρξη του πολέμου και οι αποστολές τους δεν είχαν φύγει από τα λιμάνια έπρεπε να αναζητήσουν εναλλακτικές λύσεις σε σύντομο χρονικό διάστημα. Για πολλούς πελάτες, συμπεριλαμβανομένων εκείνων στη Βόρεια Αφρική και την Εγγύς Ανατολή, οι αποστολές από εναλλακτικές προελεύσεις θα πρέπει να προέρχονται από πιο απομακρυσμένες τοποθεσίες, με υψηλότερο κόστος αγορών και πιθανά σημεία συμφόρησης στην αλυσίδα εφοδιασμού.

Λάβετε υπόψη πως παρότι το κόστος των εμπορευμάτων παίζει σημαντικό ρόλο στη διατήρηση της ροής των αλυσίδων εφοδιασμού, το υψηλό ενεργειακό κόστος καθιστά τη μεταφορά και την επεξεργασία επίσης πιο δύσκολες.

– Η κρίση αυτή οδηγεί λοιπόν και σε ανατιμήσεις των τροφίμων. Τι αυξήσεις έχουμε δει μέχρι σήμερα και σε ποια είδη;

Η κλιμάκωση της σύγκρουσης εγείρει σημαντικές ανησυχίες σχετικά με τον πιθανό αρνητικό αντίκτυπο στην επισιτιστική ασφάλεια.

– Πρέπει να κάνουμε διάκριση μεταξύ των αυξήσεων τιμών σε διαφορετικά επίπεδα. Για παράδειγμα, οι διεθνείς τιμές για χύμα σίτο (ΗΠΑ) αυξήθηκαν από περίπου 370 USD τον Φεβρουάριο του 2022 σε 530 USD στις αρχές Μαρτίου 2022, καθώς οι αγορές εσωτερίκευαν σταδιακά τον αντίκτυπο της μειωμένης διαθεσιμότητας από την περιοχή της Μαύρης Θάλασσας. Μέχρι το τέλος Μαρτίου υποχώρησαν σε περίπου 450 USD, αλλά αυξήθηκαν και πάλι στα 510 USD στα μέσα Απριλίου. Επιτρέψτε μου να τονίσω ξανά ότι το πολεμικό σοκ ήρθε τη στιγμή που οι τιμές ήταν ήδη αυξημένες: τον Ιανουάριο του 2021, ένας τόνος σιταριού κόστιζε ελαφρώς πάνω από 270 USD, ενώ στο τέλος του 2021 ήταν πάνω από 360 USD. Οι δυσμενείς καιρικές συνθήκες είναι εν μέρει υπεύθυνες, αλλά έπαιξαν ρόλο και οι υψηλές τιμές των εισροών. Παρόμοια επιχειρήματα ισχύουν για πολλές άλλες καλλιέργειες, με εξαίρεση το ρύζι, όπου η τρέχουσα κατάσταση στις αγορές είναι σταθερή.

Οι αγρότες είναι συνηθισμένοι σε εποχικές αλλαγές τιμών και σε κάποια αστάθεια. Τελευταία δεν είναι μόνο τα υψηλά επίπεδα τιμών, αλλά και η σημαντική αστάθεια που θολώνει τις αποφάσεις αγοράς και πώλησης, και επηρεάζει τις αποφάσεις φύτευσης και επένδυσης των παραγωγών.

Οι καταναλωτές σε επίπεδο λιανικής δεν αγοράζουν μεν χύδην εμπορεύματα, αλλά πληρώνουν για την προστιθέμενη αξία που έρχεται μετά την παραγωγή τροφίμων. Θυμηθείτε επίσης ότι σε πολλά επεξεργασμένα τρόφιμα το μερίδιο των βασικών προϊόντων μπορεί να είναι αρκετά μικρό και υπάρχουν άλλα κόστη –όπως ενέργεια, εργασία, μεταφορά, ενοίκια– που επηρεάζουν τις τιμές στο επίπεδο λιανικής.

Αν και οι διεθνείς τιμές για τα χύδην εμπορεύματα επηρεάζουν τις τιμές σε επίπεδο λιανικής, δεν μεταφράζονται σε αυξημένες τιμές τροφίμων σε επίπεδο λιανικής αυτομάτως. Οι αυξήσεις των τιμών σε επίπεδο λιανικής που παρατηρήθηκαν μέχρι στιγμής είναι υψηλότερες τιμές βασικών προϊόντων που καταγράφηκαν στο παρελθόν, μέσα από υψηλότερο κόστος ενέργειας ή υψηλότερο κόστος μεταφοράς.

– Ποιο είναι το βασικό σενάριο-χρονοδιάγραμμα για την εξέλιξη των τιμών;

– Παραμένει μεγάλη αβεβαιότητα σχετικά με την ίδια τη σύγκρουση, την έντασή της, το γεωγραφικό εύρος και τη διάρκειά της. Και δεν έχουμε συγκεκριμένες πληροφορίες για τις ζημιές σε υποδομές της Ουκρανίας.

Γνωρίζουμε σε αυτό το σημείο ότι η πίεση στις αγορές είναι πιθανό να συνεχιστεί. Το μεγαλύτερο μέρος του σιταριού που καλλιεργείται στην Ουκρανία είναι χειμερινής ποικιλίας (φυτεύεται τον Οκτώβριο ή τον Νοέμβριο και η συγκομιδή γίνεται από τον Ιούνιο και μετά): ο FAO εκτιμά ότι περίπου το 20% αυτής της έκτασης δεν θα συγκομιστεί λόγω ζημιών, απωλειών μηχανημάτων ή έλλειψης καυσίμων, και οι αποδόσεις είναι πιθανό να είναι χαμηλότερες καθώς οι αγρότες ίσως να μην εφαρμόζουν λιπάσματα στις ποσότητες. Οι αγρότες στην Ουκρανία φυτεύουν επί του παρόντος επίσης ανοιξιάτικες καλλιέργειες. Οι πιο σημαντικές είναι ο αραβόσιτος και οι ηλιόσποροι. Ορισμένοι αγρότες εξέφρασαν ανησυχίες σχετικά με την έλλειψη εισροών και καυσίμων για τη διεξαγωγή γεωργικών εργασιών, αλλά γενικά είναι αποφασισμένοι να συνεχίσουν να καλλιεργούν τη γη εκεί. Εάν οι εξαγωγές από τα ουκρανικά λιμάνια στη Μαύρη Θάλασσα παραμείνουν περιορισμένες, ένα μεγαλύτερο πρόβλημα από την παραγωγή είναι πιθανό να είναι τα logistics των εφοδιαστικών εξαγωγικών αλυσίδων.

Πολύ βραχυπρόθεσμα, οι προσδοκίες δείχνουν ότι η Ευρωπαϊκή Ενωση και η Ινδία αυξάνουν τις εξαγωγές σιταριού, ενώ η Αργεντινή, η Ινδία και οι ΗΠΑ αποστέλλουν περισσότερο αραβόσιτο, αντισταθμίζοντας εν μέρει την απώλεια των εξαγωγών από την περιοχή της Μαύρης Θάλασσας.

Μακροπρόθεσμα, δεδομένων των υψηλών τιμών, οι παραγωγοί σε άλλες χώρες θα προσπαθήσουν να επωφεληθούν από αυτές τις υψηλές τιμές και να παράγουν περισσότερα. Ωστόσο, οι υψηλές τιμές των εισροών, συμπεριλαμβανομένων των λιπασμάτων, είναι πιθανό να παρεμποδίσουν την παραγωγή.

Ενόψει της γεωργικής περιόδου 2022-2023, το παγκόσμιο χάσμα προσφοράς θα μπορούσε να ωθήσει τις διεθνείς τιμές των τροφίμων και των ζωοτροφών κατά 8% έως 22% πάνω από τα ήδη αυξημένα επίπεδά τους. Πέρα από τη σεζόν 2022-2023, εάν η σύγκρουση διατηρήσει τις τιμές του αργού πετρελαίου σε υψηλά επίπεδα και παρατείνει τη μειωμένη παγκόσμια συμμετοχή των δύο χωρών στις εξαγωγές, θα διατηρήσει σημαντικό κενό προσφοράς στις παγκόσμιες αγορές σιτηρών και ηλιόσπορων, ακόμη και όταν οι εναλλακτικές χώρες παραγωγής επεκτείνουν την παραγωγής τους ως απάντηση στις υψηλότερες τιμές. Αυτό θα διατηρήσει τις διεθνείς τιμές υψηλές πολύ πάνω από τα βασικά επίπεδα. Βεβαίως, στον FAO παρακολουθούμε την κατάσταση και αναθεωρούμε τις προσομοιώσεις και τις εκτιμήσεις μας.

Κίνδυνος μεγάλης αύξησης του παγκόσμιου αριθμού των υποσιτισμένων 

– Ποιες είναι οι περιοχές που αντιμετωπίζουν τη μεγαλύτερη απειλή ως προς την επάρκεια σε τρόφιμα στο κοντινό μέλλον;

– Η τρέχουσα κατάσταση χαρακτηρίζεται από υψηλές και ασταθείς τιμές, καθώς και υψηλότερα κόστη συναλλαγών και μεταφοράς, που θα μπορούσαν να επηρεάσουν την ικανότητα των χωρών οι οποίες εξαρτώνται από τις εισαγωγές σίτου να εξασφαλίσουν επαρκείς ποσότητες σε τιμές που θεωρούν κατάλληλες. Ωστόσο, υπάρχουν χώρες που βρίσκονται σε δυσκολότερη κατάσταση από άλλες για διάφορους λόγους, όπως συνθήκες συνεχιζόμενης κρίσης, προβλήματα ισοζυγίου πληρωμών, αντίκτυπος των συγκρούσεων, οικονομική κρίση, φυσικές καταστροφές.   

Πάρτε το παράδειγμα της Υεμένης, η οποία υπήρξε το κέντρο μιας από τις μεγαλύτερες ανθρωπιστικές κρίσεις στον κόσμο, καθώς σημειώθηκαν ελλείψεις τροφίμων. Περίπου 17,4 εκατομμύρια άνθρωποι στην Υεμένη χρειάζονται τώρα επισιτιστική βοήθεια. Η ανθρωπιστική κατάσταση στη χώρα είναι πιθανόν να επιδεινωθεί ακόμη περισσότερο μεταξύ Ιουνίου και Δεκεμβρίου 2022, με τον αριθμό των ανθρώπων που δεν θα μπορέσουν να καλύψουν τις ελάχιστες ανάγκες τους σε τρόφιμα στην Υεμένη να αγγίζουν πιθανώς το ρεκόρ των 19 εκατομμυρίων ανθρώπων εκείνη την περίοδο. Την ίδια στιγμή, επιπλέον 1,6 εκατομμύρια άνθρωποι στη χώρα αναμένεται να πέσουν σε επίπεδα έκτακτης ανάγκης πείνας, ανεβάζοντας το σύνολο σε 7,3 εκατομμύρια άτομα μέχρι το τέλος του έτους. Σε μέρη της Ανατολικής Αφρικής, όπου πλησιάζει η 4η συνεχόμενη περίοδος ξηρασίας, έντονη επισιτιστική ανασφάλεια πλήττει το Αφγανιστάν, τη ΛΔΚ, την Αιθιοπία, το Σουδάν, το Νότιο Σουδάν και την Αϊτή. Μικρότεροι αντίστοιχοι θύλακοι εντοπίζονται επίσης στο Πακιστάν, στη Νιγηρία και στη Ζιμπάμπουε.

Ωστόσο, τα επίπεδα λιμού (πάνω από 500.000 άνθρωποι στον κόσμο: κυρίως στην Αιθιοπία και στο Νότιο Σουδάν, και λιγότεροι στην Υεμένη και στη Μαδαγασκάρη) αλλά και έκτακτης επισιτιστικής ανάγκης είναι η κορυφή του παγόβουνου. Ακόμη και άτομα που δεν βρίσκονται αυτήν τη στιγμή σε επίπεδα έκτακτης επισιτιστικής ανάγκης είναι πιθανό να επηρεαστούν, καθώς η αγοραστική τους δύναμη θα μειωθεί, θα χρειαστεί να στραφούν σε λιγότερο θρεπτικά τρόφιμα ή να παραλείψουν γεύματα και να αποσύρουν τα παιδιά από το σχολείο.

Λίγο μετά την έναρξη του πολέμου στα τέλη Φεβρουαρίου, οι προσομοιώσεις του FAO έδειχναν ότι εάν το παρατεταμένο χάσμα προσφοράς στις παγκόσμιες αγορές συνεχιστεί, ο παγκόσμιος αριθμός των υποσιτισμένων θα μπορούσε να αυξηθεί κατά 8 έως 13 εκατομμύρια ανθρώπους το 2022/23, κυρίως στην Ασία-Ειρηνικό, στην υποσαχάρια Αφρική, στην Εγγύς Ανατολή και στη Βόρεια Αφρική.

Οι ανθρωπιστικές οργανώσεις αντιμετωπίζουν επίσης υψηλότερες τιμές προμηθειών, οι οποίες επηρεάζουν την ικανότητά τους να εξυπηρετούν όσα άτομα χρειάζονται. Αν και δεν είναι μόνο το ψωμί που κρατάει τους ανθρώπους στη ζωή, τα δημητριακά θεωρούνται συχνά η κύρια πηγή θερμίδων σε πολλές χώρες και επομένως ένας σημαντικός πυλώνας της επισιτιστικής ασφάλειας. Ωστόσο, το υψηλό κόστος των εισροών επηρεάζει επίσης την παραγωγή άλλων καλλιεργειών, όπως τα φρούτα και τα λαχανικά. Οι αυξημένες τιμές φυτικών ελαίων –όπου είναι πιο πιθανό να συμβεί υποκατάσταση μεταξύ των ποικιλιών– οδήγησαν σε αυξήσεις κατά το μεγαλύτερο μέρος του 2021. Ομοίως, το υψηλό κόστος των ζωοτροφών και το υψηλό κόστος ενέργειας θα μεταφερθούν τελικά στο υψηλό κόστος των ζωικών πρωτεϊνών.
 
– Τι μπορούν να κάνουν οι κυβερνήσεις για να μειωθούν οι τιμές και μέχρι να μειωθούν οι τιμές;

– Οι βασικές συνταγές πολιτικής για όλες τις χώρες είναι σαφείς:

– Διατηρήστε ανοιχτό το παγκόσμιο εμπόριο τροφίμων και λιπασμάτων. Οι αλυσίδες εφοδιασμού πρέπει να συνεχίσουν να κινούνται, πράγμα που σημαίνει προστασία των μόνιμων καλλιεργειών, των ζώων, των υποδομών επεξεργασίας τροφίμων και όλων των υλικοτεχνικών συστημάτων.

– Βρείτε νέους και διαφορετικούς προμηθευτές τροφίμων. Οι χώρες που εξαρτώνται από εισαγωγές τροφίμων από τη Ρωσία και την Ουκρανία θα πρέπει να αναζητήσουν εναλλακτικούς προμηθευτές για να απορροφήσουν το σοκ. Θα πρέπει επίσης να βασίζονται στα υπάρχοντα αποθέματα τροφίμων και να διαφοροποιούν με αειφορία την εγχώρια παραγωγή τους για να εξασφαλίσουν την πρόσβαση των ανθρώπων σε υγιεινές δίαιτες.

– Υποστηρίξτε τις ευάλωτες ομάδες, συμπεριλαμβανομένων των εσωτερικά εκτοπισμένων. Οι κυβερνήσεις πρέπει να επεκτείνουν τα δίχτυα κοινωνικής ασφάλειας για να προστατεύσουν τα ευάλωτα άτομα, με έγκαιρα και καλά στοχευμένα προγράμματα κοινωνικής προστασίας.

– Αποφύγετε ad hoc αντιδράσεις πολιτικής. Πριν θεσπίσουν μέτρα για την εξασφάλιση του εφοδιασμού τροφίμων, οι κυβερνήσεις πρέπει να εξετάσουν τις πιθανές επιπτώσεις τους στις διεθνείς αγορές. Οι μειώσεις των εισαγωγικών δασμών ή η εφαρμογή περιορισμών στις εξαγωγές θα μπορούσαν να βοηθήσουν στην επίλυση των προκλήσεων επισιτιστικής ασφάλειας μεμονωμένων χωρών βραχυπρόθεσμα, αλλά θα ανέβαζαν τις τιμές στις παγκόσμιες αγορές.

– Ενισχύστε τη διαφάνεια και τον διάλογο στην αγορά. Περισσότερη διαφάνεια και πληροφόρηση για τις συνθήκες της παγκόσμιας αγοράς μπορεί να βοηθήσει τις κυβερνήσεις και τους επενδυτές να λαμβάνουν τεκμηριωμένες αποφάσεις όταν οι αγορές γεωργικών βασικών προϊόντων είναι ασταθείς. Πρωτοβουλίες όπως το Agricultural Market Information System (AMIS) του G-20 αυξάνουν αυτή τη διαφάνεια παρέχοντας αντικειμενικές και έγκαιρες αξιολογήσεις της αγοράς.

Σε καλύτερη θέση η Ευρώπη

– Πώς διαμορφώνεται η εικόνα συγκεκριμένα στην Ευρώπη;

– Από οικονομικής άποψης, η Ευρώπη είναι σε καλύτερη κατάσταση από πολλές άλλες χώρες για να αντιμετωπίσει την καταιγίδα. Εχει διαφοροποιήσει τον αγροτικό τομέα της. Οι Ευρωπαίοι αγρότες αντιμετωπίζουν επίσης υψηλό κόστος εισροών και ενέργειας. Ωστόσο, γενικά οι αγρότες στην Ευρώπη έχουν καλύτερη πρόσβαση σε χρηματοοικονομικές και άλλες υπηρεσίες που θα τους βοηθήσουν να αντιμετωπίσουν το αυξημένο κόστος παραγωγής. Αν και υπάρχει μεγάλη ποικιλομορφία μεταξύ των καταναλωτών, το μερίδιο του εισοδήματος που δαπανάται για τρόφιμα σε ολόκληρη την Ε.Ε. είναι αρκετά περιορισμένο. Ωστόσο, καθώς οι ευάλωτες ομάδες δαπανούν μεγάλο μέρος του εισοδήματός τους σε τρόφιμα και ενέργεια, θα πρέπει να ενισχυθούν τα υπάρχοντα δίχτυα ασφαλείας που στοχεύουν σε αυτά.

Ειδήσεις σήμερα

Ακολουθήστε το kathimerini.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στο kathimerini.gr 

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή